Γράφτηκε από τον/την paraskevaidis7
Στις 24 Οκτωβρίου 1921 ο Λένιν έστειλε ένα σημείωμα και παρατηρήσεις επί ενός σχεδίου δήλωσης της σοβιετικής κυβέρνησης για το ζήτημα του χρέους, που είχε συντάξει ο Γκ. Β. Τσιτσέριν. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα κείμενο που είχε την έγκρισή του, γι’ αυτό και δημοσιεύτηκε το 1945 για πρώτη φορά στον τόμο 35 της συλλογής λενινιστικών κειμένων.
Η δήλωση αυτή προφανώς δεν μπορεί να μεταφερθεί και να διαβαστεί το παρόν, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι συνθήκες της εποχής, που περιγράφονται με σαφήνεια μέσα στην ίδια τη δήλωση. Ακόμη και με αυτό τον όρο, όμως, το κείμενο αυτό δεν χάνει την πολύ σημαντική αξία του ως υπόδειγμα ευέλικτης πολιτικής σκέψης, που ούτε για μια στιγμή δεν ξεχνάει ότι μπορεί ακόμα και με «σοβαρές παραχωρήσεις» να υπηρετηθεί ο κεντρικός, ο κύριος στόχος: η σωτηρία της επανάστασης από τους εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς της. Χωρίς μεγαλοστομίες, χωρίς την ελάχιστη αφαίρεση και απομάκρυνση από τη σκληρή πραγματικότητα διακρίνει το πρωτεύον και σημαντικό από το δευτερεύον, υπερασπιζόμενο τον πυρήνα του νεαρού σοβιετικού κράτους.
Μπορεί να μας φανεί χρήσιμο σε μια συζήτηση για το πώς μπορούν να σχεδιαστούν και να πραγματοποιηθούν διαπραγματεύσεις με σοβαρά διακυβεύματα.
Η συνδιάσκεψη των Βρυξελλών των αντιπροσώπων των κρατών, σύμφωνα με πληροφορίες των δυτικοευρωπαϊκών εφημερίδων, έβαλε όρο σχετικά με τη χορήγηση πιστώσεων στην κυβέρνηση της Ρωσίας για βοήθεια στους πεινασμένους, την αναγνώριση απ’ αυτήν των χρεών των προηγούμενων κυβερνήσεων της Ρωσίας. Για τις αποφάσεις τής συνδιάσκεψης αυτής δεν ανακοινώθηκε τίποτε ως τώρα στην κυβέρνηση της Ρωσίας. Η κυβέρνηση της Ρωσίας ωστόσο, μπροστά στις λαϊκές μάζες που πεινούν, δεν επιθυμεί να λάβει υπόψη της τη λεπτότητα της διπλωματικής εθιμοτυπίας και θεωρεί αμετάκλητο χρέος της να κάνει αμέσως δήλωση για τη στάση απέναντι στις αποφάσεις των Βρυξελλών. Ο πρωθυπουργός της Αγγλίας κ. Λόυντ Τζώρτζ στο λόγο του στις 16 του Αυγούστου στο βρετανικό κοινοβούλιο ονόμασε διαβολικό σχέδιο την πρόταση να χρησιμοποιηθεί η πείνα στη Ρωσία για να εξαναγκαστεί η Ρωσία να αναγνωρίσει τα χρέη της τσαρικής κυβέρνησης. Παρ’ όλα αυτά η συνδιάσκεψη των Βρυξελλών, που είναι πλήρως ενημερωμένη πως, λόγω της έκτασης που πήρε η συμφορά της πείνας στη Ρωσία, η Σοβιετική κυβέρνηση δεν είναι σε θέση με τις δικές της δυνάμεις να σώσει από το χαμό τον πληθυσμό που υποφέρει, έβαλε όρο χορήγησης των πιστώσεων στη Ρωσία, χωρίς τις οποίες δεν δυνατή μια σοβαρή βοήθεια σε όσους πεινούν, την αναγνώριση από τη Σοβιετική κυβέρνηση των παλιών χρεών.
Αναγνώριση χρεών υπό όρους
Η κυβέρνηση της Ρωσίας, επισύροντας την προσοχή των εργαζομένων μαζών όλων των χωρών και όλων των πολιτών, που διέπονται βαθιά από το πνεύμα της αγάπης προς τον άνθρωπο, στις ενέργειες αυτές της συνδιάσκεψης των Βρυξελλών, δηλώνει ταυτόχρονα ότι η πρόταση να αναγνωρίσει με ορισμένους όρους τα παλιά χρέη ανταποκρίνεται σήμερα στις προθέσεις της. Η Σοβιετική κυβέρνηση από την αρχή της ύπαρξής της έβαλε σαν έναν από τους βασικούς σκοπούς της πολιτικής της την οικονομική συνεργασία με τα άλλα κράτη. Δήλωνε πάντα ότι είναι έτοιμη να παραχωρήσει αρκετά κέρδη στους ξένους καπιταλιστές, οι οποίοι θα τη βοηθούσαν στην αξιοποίηση του φυσικού πλούτου της Ρωσίας και στην ανόρθωση του οικονομικού της μηχανισμού. Η Σοβιετική κυβέρνηση σήμερα διαπιστώνει ότι στις επίσημες δηλώσεις τόσο του προέδρου των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής, όσο και των υπουργών της Μεγάλης Βρετανίας εκφράζεται διαρκώς η ιδέα ότι και ύστερα από τρία χρόνια μετά το τέλος του παγκοσμίου πολέμου παρ’ όλα αυτά δεν υπάρχει πραγματική ειρήνη, η ανέχεια των λαϊκών μαζών όλο και πιο πολύ μεγαλώνει, αυξάνουν τα κρατικά χρέη και μεγαλώνει το οικονομικό χάος.
Είναι εντελώς ολοφάνερο ότι δεν μπορεί να γίνει σκέψη για την εγκαθίδρυση ολοκληρωμένης ειρήνης χωρίς τη Ρωσία με τα 130 εκατομμύρια πληθυσμό της, ότι δεν μπορεί να υπερνικηθεί το οικονομικό χάος, αφήνοντας στη Ρωσία τα ερείπια, και ότι το ζήτημα των αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στη Ρωσία και στον υπόλοιπο κόσμο, που είναι πρωταρχικό παγκόσμιο ζήτημα, δεν μπορεί να λυθεί χωρίς συμφωνία με τη Σοβιετική κυβέρνηση. Από την άποψη των μακρόχρονων συμφερόντων και των μόνιμων αναγκών όλων των κρατών και όλων των λαών, η οικονομική ανόρθωση της Ρωσίας είναι πρωταρχική ανάγκη όχι μόνο γι’ αυτήν αλλά και για όλα τα κράτη και όλους τους λαούς. Χωρίς την οικονομική αμοιβαία δραστηριότητα με τις άλλες χώρες, το πρόβλημα της οικονομικής αναζωογόνησης της Ρωσίας γίνεται στο έπακρο δύσκολο, και η εκπλήρωσή του πρέπει να τραβήξει για πάρα πολύ μακρόχρονη περίοδο.
Τα συμφέροντα των εργατών και των καπιταλιστών
Η εργατοαγροτική κυβέρνηση καλύτερα από κάθε άλλον μπορεί να εκπληρώσει αυτό το καθήκον. Τα ατομικά ιδιοτελή συμφέροντα των ξεχωριστών ομάδων των καπιταλιστών δεν της μπαίνουν εμπόδιο στη δουλειά για την ανόρθωση της λαϊκής οικονομίας. Η εργατοαγροτική εξουσία καθοδηγείται άμεσα από τα συμφέροντα των πλατιών λαϊκών μαζών, που είναι στην ουσία και συμφέροντα της κοινωνίας στο σύνολό της. Βάζοντας για σκοπό της την ικανοποίηση των συμφερόντων όλου του εργαζόμενου λαού της Ρωσίας, η εργατοαγροτική εξουσία, που βγήκε νικηφόρα από τις ανήκουστες δοκιμασίες του εμφυλίου πολέμου, δίνει τη δυνατότητα στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στο κεφάλαιο να συνεργαστεί με την εξουσία των εργατών και των αγροτών στην αξιοποίηση του φυσικού πλούτου της Ρωσίας. Η Σοβιετική κυβέρνηση αποκατέστησε το ιδιωτικό εμπόριο, την ατομική ιδιοκτησία στις μικρές επιχειρήσεις, το δικαίωμα για εκχωρήσεις και ενοικίασης στις μεγάλες.
Η Σοβιετική εξουσία παραχωρεί στο ξένο κεφάλαιο ένα σημαντικό μέρος του κέρδους για την ικανοποίηση των συμφερόντων του, για να το προσελκύσει να πάρει μέρος στην οικονομική δουλειά στη Ρωσία. Η Σοβιετική κυβέρνηση, ακολουθώντας το δρόμο αυτό, επιδιώκει τις οικονομικές συμφωνίες με όλα τα κράτη, γι’ αυτό σε τελευταία ανάλυση είναι απαραίτητο το κλείσιμο οριστικής ειρήνης ανάμεσα στη Ρωσία και στα άλλα κράτη. Η Σοβιετική εξουσία, βάζοντας αυτό το καθήκον μπροστά της συναντά από μέρους των άλλων κρατών την απαίτηση της αναγνώρισης των παλιών χρεών της τσαρικής κυβέρνησης.
Έτοιμοι για παραχωρήσεις
Η σοβιετική κυβέρνηση δηλώνει ότι σύμφωνα με τη βαθιά της πεποίθηση κανένας λαός δεν είναι υποχρεωμένος να πληρώσει την αξία αυτών των αλυσίδων, που ο ίδιος ο λαός φορούσε στη διάρκεια αιώνων. Όμως η κυβέρνηση της Ρωσίας, ξεκινώντας από την ακλόνητη απόφασή της να έρθει σε πλήρη συμφωνία με τα άλλη κράτη, είναι έτοιμη να κάνει μια σειρά παραχωρήσεις στο σπουδαιότατο αυτό ζήτημα. Ταυτόχρονα κατανοεί επίσης τις επιθυμίες των πολυάριθμων μικρών μετόχων των κρατικών δανείων της Ρωσίας, ιδιαίτερα στη Γαλλία, για τους οποίους η αναγνώριση από την κυβέρνηση της Ρωσίας των τσαρικών χρεών προκαλεί ουσιαστικό ενδιαφέρον. Η κυβέρνηση της Ρωσίας, ξεκινώντας από τις σκέψεις αυτές, δηλώνει ότι είναι έτοιμη να αναγνωρίσει για τον εαυτό της τις υποχρεώσεις απέναντι στα άλλα κράτη και στους πολίτες τους για τα κρατικά δάνεια που σύναψε η τσαρική κυβέρνηση ως το 1914, εφόσον θα της παραχωρηθούν ευνοϊκοί όροι, που της εξασφαλίζουν την πρακτική δυνατότητα εκπλήρωσης των υποχρεώσεων αυτών.
Είναι αυτονόητο ότι απαραίτητος όρος της αναγνώρισης αυτής είναι η ταυτόχρονη υποχρέωση των μεγάλων δυνάμεων να βάλουν τέρμα οπωσδήποτε στις κάθε είδους ενέργειες που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των Σοβιετικών Δημοκρατιών και το απαραβίαστο των συνόρων τους. Με άλλα λόγια, η Σοβιετική Δημοκρατία μπορεί να αναλάβει τις υποχρεώσεις αυτές μόνο στην περίπτωση που οι μεγάλες δυνάμεις θα συνάψουν μαζί της οριστική γενική ειρήνη και αν η κυβέρνησή της αναγνωριστεί από τα άλλα κράτη.
Συνδιάσκεψη για την ειρήνη και το χρέος
Για το σκοπό αυτό η κυβέρνηση της Ρωσίας προτείνει τη γρηγορότερη σύγκληση διεθνούς συνδιάσκεψης, η οποία θα ασχολούνταν με τα καθήκοντα που προσδιορίστηκαν πιο πάνω θα εξέταζε τις αμοιβαίες αξιώσεις των άλλων κρατών (του ενός προς το άλλο) και της κυβέρνηση της Ρωσίας (προς τα άλλα κράτη) και θα επεξεργαζόταν ανάμεσά τους την οριστική συνθήκη ειρήνης. Μονάχα ύστερα από τη σύγκληση της συνδιάσκεψης αυτής μπορεί να επιτευχθεί η γενική ειρήνευση. Η τελευταία σε καμιά περίπτωση δεν θα επιτευχθεί από τη συνδιάσκεψη της Ουάσιγκτον, που οι αποφάσεις της δεν θα αναγνωριστούν από τη Ρωσική Δημοκρατία, η οποία δεν προσκλήθηκε να πάρει μέρος στη συνδιάσκεψη αυτή.
Στην τέταρτη επέτειο της ύπαρξης της Σοβιετικής κυβέρνησης που έρχεται ύστερα από λίγες μέρες, θα υποχρεωθούν όλοι να διαπιστώσουν ότι οι προσπάθειες των πολυάριθμων εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών μονάχα στερέωσαν στη Ρωσία την εργατοαγροτική εξουσία, σαν πραγματικό υπερασπιστή και εκπρόσωπο των συμφερόντων των εργαζόμενων μαζών της Ρωσίας και της ανεξαρτησίας της. Τα νέα σχέδια για επέμβαση κατά της Σοβιετικής Ρωσίας, που για την ύπαρξή τους μιλούν πολυάριθμες δηλώσεις των καθοδηγητικών οργάνων του Τύπου των χωρών της Αντάντ, ακόμη πιο πολύ θα δυναμώσουν τους αδιάρρηκτους δεσμούς των εργαζόμενων μαζών της Ρωσίας με την εργατοαγροτική εξουσία που εκφράζει τη θέλησή τους, όμως μια απόπειρα πραγματοποίησης των σχεδίων αυτών μπορεί ακόμη πιο πολύ να μεγαλώσει τα βάσανα των εργαζόμενων μαζών και να παρατείνει τη στιγμή της οριστικής ανόρθωσης της οικονομίας της Ρωσίας, επιφέροντας έτσι χτύπημα επίσης και στα οικονομικά συμφέροντα όλων των άλλων λαών.
Η πρόταση αυτή, που κάνει η κυβέρνηση της Ρωσίας, είναι η καλύτερη απόδειξη των επιδιώξεών της για ειρήνη με όλα τα κράτη και για την τακτοποίηση με αυτά των οικονομικών σχέσεων που με τίποτε δεν πρόκειται να παραβιαστούν. Η πραγματοποίηση της πρότασης αυτής εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλων των κρατών και λαών.
Η κυβέρνηση της Ρωσίας εκφράζει τη σταθερή ελπίδα της ότι σαν αποτέλεσμα της πρότασής της θα επιτευχθεί στο άμεσο μέλλον η οριστική διευθέτηση των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων ανάμεσα στη Ρωσία και στα άλλα κράτη.