Γράφει η Λιούμπη Καραγεώργου
Ένα ευρώ για τρεις αναπτήρες, ένα ευρώ για ένα πακέτο χαρτομάντιλα, ένα ευρώ για πέντε στυλό, ένα ευρώ για όλους. Κάθε μέρα είναι η ίδια κακογραμμένη ιστορία. Κόσμος που πουλάει ότι έχει για ένα ευρώ, άνθρωποι που πουλάνε την αξιοπρέπεια τους για να ζήσουν αυτοί και οι οικογένειες τους. Και εμείς να κοιτάμε άλλοτε αδιάφορα, άλλοτε με συμπόνια άλλοτε με το χέρι να κρατάει σφιχτά τη τσάντα και άλλοτε με το χέρι στην τσέπη δίνοντας το πολυπόθητο ευρώ.
Δεν μπορείς να ξέρεις ποιος τα έχει πραγματικά ανάγκη, ποιος θα χρησιμοποιήσει αυτά τα λεφτά για την εγχείρηση της μικρής του αδερφής, ποιος θα τα δώσει για τη καθημερινή δόση του και ποια γιαγιά δεν μαζεύει απλά φασούλια κάτω από το στρώμα της.
Δεν μπορείς να κάνεις συγκρίσεις και έρευνες για να αποφασίσεις σε ποιον θα δώσεις και σε ποιον όχι. Είναι άδικο και ανώφελο. Δεν μπορείς να ξέρεις που θα καταλήξει αυτό το ευρώ. Αν θα βρει το δρόμο της αλληλεγγύης που εσύ θες ή αν θα ενισχύσει την παιδική εκμετάλλευση.
Δεν μπορείς να δώσεις σε όλους. Είναι πάρα πολλοί καθημερινά, τους συναντάς στο μετρό, στην πλατεία Συντάγματος, στα φανάρια στην Αλεξάνδρας, βρίσκονται στις ίδιες γωνίες στην Πανεπιστημίου, έξω από φούρνους και σουβλατζίδικα, σε περιμένουν στις γωνιές των περιπτέρων σε ξαφνιάζουν την ώρα που γευματίζεις αμέριμνος. Σε σοκάρουν, σε θλίβουν, σου προκαλούν αμηχανία και νευρικότητα, σε γεμίζουν τύψεις γιατί εσύ έχεις πέντε πράγματα παραπάνω, σε κολλάνε στον τοίχο, σε βομβαρδίζουν με παρακάλια και αφήνουν πίσω τους ένα κύμα απανθρωπιάς και ματαίωσης να σε συνοδεύει στη μέρα σου.
Το θέμα είναι να μην σ’ αφήνουν αδιάφορο. Να μην σ᾽ αφήνουν ανέγγιχτο στο πέρασμα τους. Γιατί ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις την ιστορία αυτών των ανθρώπων. Τι τους έφτασε ως εκεί, ποιες συγκυρίες τους έχουν οδηγήσει στην ελεημοσύνη και τη ζητιανιά. Κανένα παρελθόν δεν είναι μακριά από το δικό σου μέλλον, καμία ανθρώπινη ιστορία δεν είναι τόσο μακριά και από την δική σου πόρτα.
Οι άνθρωποι αυτοί βρίσκονται εκεί που βρίσκονται ίσως και γιατί εσύ βρίσκεσαι εκεί που βρίσκεσαι. Οι ζωές σας δεν είναι τόσο παράλληλες όσο αλληλένδετες. Στην πραγματικότητα εσύ που επιβιώνεις αξιοπρεπώς έχεις και τη δύναμη να επηρεάσεις την δική τους καθημερινότητα σε αντίθεση με εκείνους που στέκουν σαν ζωγραφισμένες φιγούρες στο πέρασμα σου. Δεν θα φύγουν, δεν έχουν κάπου να πάνε, θα ακολουθούν τα βήματα μας προσπαθώντας να ποτιστούν και αυτές δίπλα στις βασιλικές, όπως φαντάζουν σε εκείνους συνήθειες μας.
Μην γυρίζεις το κεφάλι από την άλλη, μην μένεις με το βλέμμα να ατενίζει το κενό. Η λύση δεν βρίσκεται ούτε στο ευρώ που συνήθως θα δώσεις με δυσκολία. Η λύση βρίσκεται στην ανθρωπιά και στην άρνηση να μετατραπείς και εσύ σε ένα ακόμα ζόμπι αυτής της πόλης.
Ένα πιάτο φαΐ από αυτό που εσύ ενδεχομένως να σνομπάρεις μετά από δύο μέρες που έχει φτιαχτεί, δυο μπλούζες και ένα τζιν απ’ αυτά που κάθονται εδώ και δυο χρόνια στην ντουλάπα σου περιμένοντας να αλλάξουν οι τάσεις της μόδας, μια κουβέρτα από αυτές που μένουν για πάντα στο πατάρι, ένα τσιγάρο απ’ αυτά που ανάβεις μηχανικά περιμένοντας το λεωφορείο, ένα ζεστό χαμόγελο και μια καλημέρα απ’ αυτές που έχεις ξεχάσει να λες στη ζούγκλα που ζούμε.
Αυτά είναι τα λιγότερα, τα πιο μηχανικά, τα πιο αυτονόητα, για τα περισσότερα χρειάζονται προσπάθεια και θυσίες, χρειάζεται στάση ζωής που κατανοείς και επιλέγεις όχι που σου επιβάλλεται και μια προσωπική ανάγκη να κάνεις καλύτερο αυτό τον κόσμο πριν σε κάνει χειρότερο αυτός.