Στα ελληνικά πανεπιστήμια εισάγονται πολλοί, αλλά παίρνουν πτυχίο πολύ λιγότεροι. Οι ποιοτικές αδυναμίες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης αλλά και η στρεβλή, άκριτη διεύρυνση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, οδηγεί ουσιαστικά πολλούς νέους σε αδιέξοδο, με λάθος σπουδές. Η απουσία αξιόπιστης επαγγελματικής εκπαίδευσης στη χώρα μας ωθεί τους 18χρονους στα πανεπιστήμια και σε πτυχία τα οποία δεν μπορεί να απορροφήσει – γιατί ίσως δεν χρειάζεται– η ελληνική αγορά εργασίας. Μάλιστα, η Ελλάδα μοιάζει να βρίσκεται μακριά από τις ευρωπαϊκές τάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς στην Ευρώπη δίνεται βάρος και στις μεταπτυχιακές σπουδές. Το προσεχές διάστημα, όπως ανέφερε στην «Κ» ο υφυπουργός Παιδείας Βασίλης Διγαλάκης, θα δρομολογηθεί σειρά μέτρων για τη βελτίωση της κατάστασης, που θα ξεκινούν από την υποχρεωτική εκπαίδευση και θα φθάνουν έως και τον ορισμό του αριθμού των εισακτέων από τις φετινές Πανελλαδικές Εξετάσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας έκθεσης της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση (ΑΔΙΠ) που παρουσιάζει η «Κ», το 2017 στα ελληνικά ΑΕΙ ήταν καταγεγραμμένοι 735.027 φοιτητές, προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί, ενεργοί και «αιώνιοι». Πρόκειται για πολύ υψηλό αριθμό, καθώς αντιστοιχεί στο 6,83% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Το υψηλότερο μεταξύ των 28 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και σχεδόν διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, που είναι 3,87%.
Για τη Γερμανία, παρά το γεγονός ότι διαθέτει αριθμητικά τους περισσότερους φοιτητές στην Ε.Ε., το αντίστοιχο ποσοστό των φοιτητών επί του συνολικού πληθυσμού της χώρας είναι μικρότερο του μέσου όρο, 3,75%. Ανάλογη εικόνα διακρίνεται για τη Γαλλία και τη Βρετανία, οι οποίες παρότι βρίσκονται στη δεύτερη και στην τρίτη θέση ως προς τον απόλυτο αριθμό των φοιτητών, ως προς το ποσοστό φοιτητών επί του συνολικού πληθυσμού κάθε χώρας κατατάσσονται στην 20ή και στην 23η θέση. Μεταξύ 35 χωρών της Ευρώπης (όχι μόνο της Ε.Ε) μόνο η Τουρκία μας ξεπερνά, με ποσοστό 9,02%.
Ωστόσο, η Ελλάδα έχει μία ακόμη ευρωπαϊκή αρνητική πρωτιά. Συγκεκριμένα, στην τελευταία θέση στην Ευρώπη κατατάσσεται η χώρα μας και στον δείκτη του ποσοστού αποφοίτων επί του συνόλου των φοιτητών: ο δείκτης στην Ελλάδα ήταν 9,41% το έτος 2017, ενώ ο μέσος όρος της Ευρώπης των «28» ήταν 24,15%. Βεβαίως, όπως επισημαίνεται από την ΑΔΙΠ τα ποσοστά «επιβαρύνει» και το γεγονός ότι συμπεριλαμβάνονται και οι «αιώνιοι» φοιτητές, η ύπαρξη των οποίων δεν νοείται στα πανεπιστήμια της Ευρώπης. Τα στοιχεία της Ε.Ε. καταδεικνύουν και μία διαφορά της Ελλάδος με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι ως προς την κατανομή των φοιτητών στους τρεις πανεπιστημιακούς κύκλους. Από τους 735.027 φοιτητές στα ελληνικά ΑΕΙ, το 86,26% βρίσκεται στον προπτυχιακό κύκλο, το 9,84% σε μεταπτυχιακές σπουδές και το 3,9% σε διδακτορικό.
Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό φοιτητών στον προπτυχιακό κύκλο σε σχέση με την Ε.Ε. των «28». Ο αντίστοιχος μέσος όρος της Ε.Ε. των «28» είναι 68,42%. Στην Ε.Ε. όσοι παρακολουθούν μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών αποτελούν το 27,74% του συνολικού πληθυσμού φοιτητών, ποσοστό πολύ μεγαλύτερο του ελληνικού. Σε διδακτορικό επίπεδο βρίσκεται το 3,84% των φοιτητών της Ευρώπης, ποσοστό όμοιο με το ελληνικό.
Το υπουργείο Παιδείας δρομολογεί ένα συνολικό σχέδιο για την αναβάθμιση του επιπέδου της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο εύλογα θα ξεκινά από την υποχρεωτική. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Κ», το πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου θα παρουσιαστεί ένας νόμος για τα νέα προγράμματα σπουδών, τη νέα δομή του λυκείου, την εισαγωγή νέων θεματικών στην υποχρεωτική εκπαίδευση, την αναβάθμιση των πρότυπων και πειραματικών σχολείων. Στόχος είναι να αναβαθμιστεί το επίπεδο σπουδών και σε συνδυασμό με την οργάνωση ενός αξιόπιστου συστήματος επαγγελματικής εκπαίδευσης. Ο νόμος θα κατατεθεί περί τα τέλη Φεβρουαρίου.
Την ίδια στιγμή, θα λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η πρόταση των ΑΕΙ για τον αριθμό των εισακτέων τους. Μέχρι τώρα, οι προτάσεις των ΑΕΙ αγνοούνταν, με το υπ. Παιδείας να ορίζει σχεδόν διπλάσιο αριθμό πρωτοετών σε σχέση με το αίτημα των ΑΕΙ. Αυτό σημαίνει ότι ο φετινός αριθμός θα μειωθεί δραστικά από τα επίπεδα των σχεδόν 79.000 που ορίστηκαν πέρυσι; Ο κ. Διγαλάκης λέει στην «Κ» ότι φέτος για πρώτη φορά η χρηματοδότηση των ΑΕΙ θα συνδυαστεί με τον αριθμό των φοιτητών τους. Ως εκ τούτου, εάν ένα ΑΕΙ προτείνει λιγότερους εισακτέους σε σχέση με πέρυσι, θα δει την κρατική χρηματοδότηση μειωμένη αναλόγως… Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός των εισακτέων αναμένεται να είναι στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, καθώς δεν αποκλείεται να προστεθούν και οκτώ νέα τμήματα μετά την αξιολόγηση των σχετικών προτάσεων από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Δυσμενής αναλογία
Μία ακόμη αρνητική πρωτιά έχει η ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα έχει τη χειρότερη μέση αναλογία φοιτητών/διδασκόντων στο 38,7. Η μέση αναλογία στην Ε.Ε. εκτιμάται σε 15,4 φοιτητές ανά διδάσκοντα. Δηλαδή η Ελλάδα απέχει από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο κατά 23 μονάδες. Μάλιστα, την Ελλάδα ακολουθεί το Βέλγιο σε απόσταση 18 μονάδων, με αναλογία 20,9. Στη διαμόρφωση της δυσμενούς αναλογίας της χώρας μας συμβάλλει ο μεγάλος αριθμός «αιώνιων» φοιτητών, αλλά και το «πάγωμα» των διορισμών πανεπιστημιακών για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω της δημοσιονομικής λιτότητας στην Ελλάδα. Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΔΙΠ, η Ελλάδα παρουσιάζει τη δυσμενέστερη αναλογία διδακτικού προσωπικού ανδρών/γυναικών στην Ε.Ε. Στην Ελλάδα το 65,71% των πανεπιστημιακών είναι άνδρες έναντι 57,22% του ευρωπαϊκού μέσου όρου και το 34,29% γυναίκες έναντι 42,78% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Πηγή: Καθημερινή