Γράφει ο Ενεργός Πολίτης
Γράφει η “Καθημερινή” για τη σύνθεση του ελληνικού χρέους και τις συζητήσεις που έχουν ξεκινήσει όσο αφορά το τι θα γίνει τους επόμενους μήνες.
Όπως φαίνεται ξεκάθαρα, η μη βιωσιμότητα της υπάρχουσας κατάστασης δημιουργούν την αναγκαιότητα εναλλακτικών λύσεων, που θα μπορέσουν: α) να δημιουργήσουν μια συνέχιση ελέγχου της χώρας μέσω ενός “προγράμματος προσαρμογής” και β) να ενισχύσουν την ανάπτυξη της οικονομίας – μέσα στα πλαίσια βέβαια και με τον τρόπο που θέλει η Ε.Ε.
Βέβαια μέχρι να γίνουν οι συζητήσεις πράξεις, θα περάσει καιρός – και στο τέλος θα δούμε το λογαριασμό που θα πρέπει να πληρώσουμε…
“Τρεις μήνες νωρίτερα ξεκίνησε ο πόλεμος του ελληνικού χρέους, με όλες τις εμπλεκόμενες δυνάμεις να διαμορφώνουν τη θέση τους από τώρα.
Μπορεί επισήμως η Ευρωζώνη να έχει παραπέμψει τη σχετική συζήτηση για τα τέλη Αυγούστου, όταν είναι προγραμματισμένο να ξεκινήσει ο νέος έλεγχος της τρόικας, αλλά όλοι σπεύδουν να φτιάξουν μια ατζέντα γύρω από τη συζήτηση προς όφελός τους.
Όπως δημοσιεύει σήμερα η “Καθημερινή”, τόσο η ελληνική πλευρά όσο και εκείνη των δανειστών έχουν ήδη επεξεργαστεί σενάρια και προτάσεις. Σχέδια τα οποία έχουν συζητηθεί μεταξύ τους. Εσχάτως, όμως, εισήλθαν στο παρασκηνιακό παιχνίδι και οι τράπεζες. Πρώτη ήταν μία γερμανική (η DZ Bank), η οποία συνέταξε έκθεση που αναδεικνύει το κόστος που θα έχουν για τους Γερμανούς φορολογούμενους τα νέα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους που εξετάζει η Ευρωζώνη.
Σύμφωνα με την έκθεσή της, από τα μέτρα που εξετάζονται, το συνολικό κόστος για την Ευρωζώνη θα είναι 78,2 δισ. ευρώ και ειδικά για τους φορολογούμενους της Γερμανίας θα ανέλθει στα 22 δισ. ευρώ. Ωστόσο, η ίδια τράπεζα τον Σεπτέμβριο του 2013 είχε επίσης καταρτίσει έκθεση για το ελληνικό χρέος καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι μόνο ένα «κούρεμα» των επίσημων δανείων θα διασφάλιζε τη βιωσιμότητά του. Μάλιστα, εκτιμούσε πως από μια τέτοια απόφαση οι επίσημοι δανειστές θα καταγράψουν συνολικό κόστος 100 δισ. ευρώ, αλλά η ελληνική οικονομία θα μπορέσει να ορθοποδήσει.
Αν κανείς συγκρίνει τις δύο εκθέσεις της ίδιας τράπεζας θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τη Γερμανία τη συμφέρει να μην «κουρευτούν» τα δάνεια που έχει δώσει στην Ελλάδα, αλλά να επιλεγεί κάποιος άλλος τρόπος διαχείρισης του ελληνικού χρέους. Είναι, λοιπόν, ξεκάθαρο ότι σε αυτή τη φάση οι εκθέσεις αυτού του τύπου μόνο πολιτικά συμφέροντα μπορούν να εξυπηρετούν, στο πλαίσιο της δημιουργίας ατζέντας ενόψει της συζήτησης που θα ξεκινήσει στο τέλος του καλοκαιριού. «Το πλαίσιο αυτή τη στιγμή είναι τόσο ασαφές, που ο καθένας μπορεί να βγάλει το κόστος των πιθανών νέων μέτρων από πολύ μικρό έως τεράστιο», αναφέρει αρμόδιο στέλεχος που συμμετέχει στις συζητήσεις για το ελληνικό χρέος. Με αυτόν τον τρόπο θέλει να δείξει ότι είναι ακόμα νωρίς για ασφαλή αποτίμηση των ενδεχόμενων νέων μέτρων.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι τους επόμενους μήνες ολοένα και περισσότερες τράπεζες θα αρχίσουν να δημοσιεύουν τις δικές τους εκθέσεις για το ελληνικό χρέος, σε μια προσπάθεια να διαμορφώσουν κλίμα υπέρ της μιας ή της άλλης πρότασης. Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται ότι η Ευρωζώνη -και ιδίως η Γερμανία- έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο «κουρέματος» των επίσημων δανείων, προκρίνοντας τη λύση της επιμήκυνσης των δανείων, χωρίς να αποκλείεται και μια νέα παρέμβαση στα επιτόκια των διμερών δανείων που διατέθηκαν στην Ελλάδα στο πλαίσιο του πρώτου Μνημονίου (GLF).
Οι περισσότεροι αναλυτές, πάντως, περιμένουν λίγο ακόμα προτού ξεκινήσουν να τρέχουν σενάρια για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Αυτό που αναμένουν είναι η έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στα τέλη του μήνα. Αν και το Ταμείο έχει καταστήσει σαφές ότι στην παρούσα φάση δεν έχει προχωρήσει σε κάποια αναλυτική μελέτη βιωσιμότητας του χρέους, όλοι περιμένουν να δουν εάν θα τοποθετήσει την πρόβλεψή του για το ύψος του χρέους το 2020 σε επίπεδα υψηλότερα του 130% του ΑΕΠ (όπως αναφέρουν πληροφορίες ότι το εκτιμά) ή θα τη διατηρήσει στην περιοχή του 128% του ΑΕΠ (όπως προέβλεπε τον Ιούλιο του 2013).
Πάντως, είναι ξεκάθαρο ότι το ΔΝΤ συνεχίζει να επιμένει στην ανάγκη ενός νέου «κουρέματος» του ελληνικού χρέους και συγκεκριμένα των δανείων που έχει διαθέσει ο επίσημος τομέας. Μάλιστα, αρκετοί μεταφράζουν την πρόβλεψή του ότι το χρέος θα είναι άνω του 130% του ΑΕΠ το 2020 ως μέσο άσκησης πίεσης προς την κατεύθυνση ενός νέου «κουρέματος».
Από την άλλη πλευρά, η Ευρωζώνη, που δεν θέλει ούτε να ακούει το ενδεχόμενο «κουρέματος», τοποθέτησε την εκτίμησή της για το μέγεθος του ελληνικού χρέους το 2020 στο 125% του ΑΕΠ. Δηλαδή, μία μόλις ποσοστιαία μονάδα υψηλότερα από τον στόχο της υποχώρησής του στο 124% του ΑΕΠ. Με αυτόν τον τρόπο, η Κομισιόν έστειλε το μήνυμα ότι το ελληνικό χρέος δεν χρειάζεται δραστικές παρεμβάσεις τύπου «κουρέματος» για να μειωθεί στο 124% του ΑΕΠ το 2020, αλλά με μικροαλλαγές στα επιτόκια και στον χρόνο αποπληρωμής των δανείων μπορεί να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του.
Νέα έκδοση ομολόγων εντός του έτους
Στο παρασκηνιακό παιχνίδι που εκτυλίσσεται γύρω από το ελληνικό χρέος, η Ελλάδα έχει ήδη διατυπώσει τη θέση της. Για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους δεν απαιτείται «κούρεμα», αλλά μια επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής του και κυρίως η μετατροπή των σημερινών κυμαινόμενων επιτοκίων των διμερών δανείων (GLF) σε σταθερά για πολλά έτη.
Πλέον, στο οικονομικό επιτελείο στρέφουν την προσοχή τους στο πώς θα καλύψουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για το διάστημα μεταξύ του Μαΐου 2015 και τα τέλη του 2016. Η κάλυψη αυτού του χρηματοδοτικού κενού θα είναι ένα από τα θέματα που θα απασχολήσουν τις συζητήσεις του επόμενου ελέγχου της τρόικας, στο πλαίσιο της διασφάλισης της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Εάν η κυβέρνηση παρουσιάσει εχέγγυα ότι το κενό καλύπτεται, τότε θα είναι πιο εύκολο να αποφασιστούν και τα μέτρα ελάφρυνση του χρέους, αλλά και η χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής από το 2016 και μετά.
Ενας τρόπος για να καλυφθεί το κενό αυτό είναι η άντληση κεφαλαίων από τις αγορές. Το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει να προχωρήσει σε νέα έκδοση ομολόγων εντός του έτους και εάν οι συνθήκες το επιτρέπουν (πολιτική σταθερότητα, πιθανή αναβάθμιση από τον οίκο Moody’s την 1η Αυγούστου), τότε δεν αποκλείεται το νέο ομόλογο να εκδοθεί πριν από την έναρξη του νέου ελέγχου της τρόικας.”