Γράφει ο Χρήστος Σούλης, οικονομολόγος
Πέρασαν δυο χρόνια από την στιγμή που η κυβερνητική πολιτική του Σύριζα και η “περήφανη” 7μηνη διαπραγμάτευση του <μηδέν εις το πηλίκο> έφερνε στην χώρα το γνωστό σε όλους αποτέλεσμα και γινόμασταν 1η αρνητική είδηση στον πλανήτη. Είχαν περάσει μόλις 48 ώρες μετά την ανακοίνωση του αντισυνταγματικού & παράνομου δημοψηφίσματος από τον Αλέξη Τσίπρα, όταν ξαφνικά οι Έλληνες μάθαμε ότι από την επόμενη μέρα θα ζήσουμε στην πράξη αυτό που είχαμε ακούσει να ζούν οι αδελφοί μας Κύπριοι. Κλειστές τράπεζες, περιορισμός αναλήψεων της τάξης των 60 ευρώ ημερησίως και μια αβέβαιη κατάσταση που δεν ήξερες πλέον τι θα σου ξημερώσει. Ανεπανάληπτες τραγικές στιγμές που θύμιζαν τριτοκοσμική χώρα και ένα απέραντο χάος από άκρη σ’ άκρη σε όλη την χώρα.
Η κυβέρνηση σήμερα μιλάει για άρση των Capital Controls (αλήθεια ποιος τους πιστεύει?) και κυρίως για αλλαγές που θα προέλθουν συγκεκριμένα μετά την εκταμίευση της δόσης του Ιουλίου. Τι μπορεί να αλλάξει αυτό στην οικονομία? Τι μπορεί να αλλάξει αυτό στην καθημερινότητα του Έλληνα εμπόρου, του Έλληνα επιχειρηματία, του Έλληνα πολίτη? Όχι πολλά. Αυτό είναι σίγουρο.
Δυο χρόνια μετά αγαπητοί φίλοι το τίμημα στην οικονομία είναι βαρύ. Μιλάμε για ένα ανυπολόγιστο κόστος στην πραγματική οικονομία της χώρας που την οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην παρακμή & την οικονομική απομόνωση. Επενδύσεις δεν γίνονται, η αποταμίευση είναι άγνωστη λέξη πλέον στο λεξιλόγιο του μέσου Έλληνα, η εμπιστοσύνη από παντού έχει χαθεί αλλά και για τις εγχώριες υγιείς επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας μη μπορώντας να λειτουργήσουν εύρυθμα, πλήττωντας σε μεγάλο βαθμό και χωρίς οι ίδιες να φέρουν ευθύνη, την φερεγγυότητά τους σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, από την στιγμή που μαζί με την αξιοπιστία & την εμπιστοσύνη της χώρας χάνεται και η δικιά τους στην αγορά.
Τα “λουκέτα” στις επιχειρήσεις από την επιβολή των Capital Control και μετά αυξήθηκαν σημαντικά, οι τράπεζες έχασαν έναν από τους βασικούς λόγους της ύπαρξής τους που είναι η χρηματοδότηση της οικονομίας, με αποτέλεσμα να ακινητοποιηθεί αυτά τα 2 χρόνια ουσιαστικά ο πιο σημαντικός μοχλός ανάπτυξης. Επομένως υπό αυτές τις συνθήκες είναι αδύνατο να μιλάμε για δήθεν ανάπτυξη, ειδικά χωρίς τα εργαλεία που αποτελούν προαπαιτούμενο για να μπείς σε μια τέτοια διαδικασία.
Οι πιο σημαντικές και τρανταχτές επιπτώσεις μετά την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών συνοψίζονται στα εξής:
1ον Μετά την έλλειψη αξιοπιστίας & εμπιστοσύνης που επικρατεί στην παγκόσμια αγορά όπως ανέφερα και πιο πάνω, δημιουργούνται απαιτήσεις για 100% προπληρωμής εισαγωγών, μετά από έκδοση & ειδικό έλεγχο προτιμολογίων και αν αυτά τελικά εγκριθούν από τις τράπεζες.
2ον Αυξάνεται η καθυστέρηση πληρωμών προς τις τράπεζες και προς τρίτους λόγω των δυσκολιών και των αντίξοων συνθηκών που επικρατούν.
3ον Σε συνδυασμό και με την υπερφορλόγηση οι περισσότερες επιχειρήσεις προτιμούν να εδρεύουν στο εξωτερικό και σε κάποια γειτονική χώρα. Ως αποτέλεσμα αυτό υπονομεύει όλο και περισσότερο και σε μεγάλο βαθμό την διεθνή ανταγωνιστικότητα του εγχώριου επιχειρείν.
4ον Η παραοικονομία, η φοροδιαφυγή και το παραεμπόριο είναι τα μόνα που ευνοούνται.
5ον Δημιουργούνται σημαντικές αδικίες και ανισότητες σε βάρος των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που αν μη τι άλλο αποτελούν και την ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας, με αποτέλεσμα πλέον ή να κλείνουν ή απλά να υπάρχουν, χωρίς να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις βασικές ανάγκες.
6ον Η κυβέρνηση κάθε μέρα ζητάει επιστροφές καταθέσεων αλλά δυστυχώς οι συνθήκες αυτές όχι μόνο δεν το ευνοούν αλλά αντιθέτως αποτρέπουν ένα τέτοιο σενάριο και δικαιολογημένα συμβάινει αυτό.
Αυτή η πραγματικότητα δεν αρέσει καθόλου στους Έλληνες και δνε βοηθάει καθόλου την οικονομία και ό,τι συνεπάγεται με αυτό που λέμε ανάπτυξη. Αυτό λέγεται φασισμός, αυτό λέγεται μιζέρια και η μοναδική περίπτωση που θα μπορέσει να υπάρξει σε 1η φάση μια ουσιαστική απελυθέρωση της οικονομίας θα είναι μια αναγγελία για άρση των Capital Controls. Προφανώς προϋποθέτει και άλλα, ας μην γινόμαστε όμως και “άπληστοι” σε μια περίοδο της ζωής μας που στην χώρα κυριεύει η λογική του παραλόγου. Ας γίνει το πρώτο και σημαντικότερο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση και στην πορεία βλέπουμε.
Υπό αυτές τις συνθήκες όμως και όσο αυτό συνεχιστεί κανείς δεν μπορεί να μιλάει εν ονόματι της ανάκαμψης και της ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας. Κανείς. Εύχομαι και ελπίζω του χρόνου τέτοια εποχή όλο αυτό να είναι μια κακή παρένθεση της σύγχρονης ιστορία μας ως αποτέλεσμα της αριστερής “περήφανης” πολιτικής και να μην συνεχίσει να είναι ακόμα ένα ζωντανός εφιάλτης.
Και ας μην ξεχνιόμαστε. Στην πορεία και σε συνθήκες που θα το επιτρέπουν, κάποιοι θα πρέπει να λογοδοτήσουν για αυτό το συνειδητό έγκλημα σε βάρος της πατρίδας μας.