Μετά από 50 περίπου χρόνια ευρείας χρησιμοποίησης σε όλο τον κόσμο για την θεραπεία της υψηλής χοληστερίνης, η νιασίνη (γνωστή και ως βιταμίνη Β3) δεν θα πρέπει πλέον να συνταγογραφείται για τακτική χρήση στους περισσότερους ασθενείς, καθώς επιφέρει επικίνδυνες παρενέργειες, αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου και ανύπαρκτα οφέλη στην μείωση των εμφραγμάτων και των εγκεφαλικών, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, με επικεφαλής τον καρδιολόγο Ντόναλντ Λόιντ Τζόουνς της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Northwestern, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο διεθνούς κύρους ιατρικό περιοδικό “New England Journal of Medicine”, μελέτησαν περίπου 25.700 ανθρώπους ηλικίας 50 έως 80 ετών επί τέσσερα χρόνια. Ήταν η πιο μεγάλη μέχρι σήμερα μελέτη πάνω στη νιασίνη.
Όλοι οι ασθενείς έπαιρναν ήδη στατίνες για την μείωση της χοληστερίνης, ενώ μερικοί έπαιρναν επίσης νιασίνη και άλλοι εικονικό φάρμακο (πλασέμπο). Η μελέτη όχι μόνο δεν έδειξε κάποιο πρόσθετο όφελος από τη νιασίνη στην μείωση των εμφραγμάτων και των εγκεφαλικών, αλλά επίσης διαπίστωσε αυξημένη κατά 9% θνησιμότητα όσων έπαιρναν αυτό το φάρμακο.
Επίσης, υπήρχε γενικότερα, μεταξύ των χρηστών νιασίνης, σημαντική αύξηση σε σοβαρές παρενέργειες, όπως προβλήματα στο ήπαρ, συχνότερες μολύνσεις, αιμορραγίες, ουρική αρθρίτιδα (ποδάγρα), απορρύθμιση του σακχάρου στο αίμα των διαβητικών και ανάπτυξη διαβήτη σε όσους δεν είχαν, όταν άρχισε η μελέτη.
Όπως είπε ο Ντόναλντ Λόιντ Τζόουνς, μετά από αυτά τα ευρήματα, πρέπει να θεωρείται ότι τα όποια οφέλη της νιασίνης υπεραντισταθμίζονται από τις αρνητικές επιπτώσεις της. «Για κάθε 200 ασθενείς που παίρνουν νιασίνη, υπάρχει ένας έξτρα θάνατος. Με αυτό το στοιχείο, πρόκειται για μια μη αποδεκτή θεραπεία για την τεράστια πλειονότητα των ασθενών», τόνισε. «Η νιασίνη πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει μη αποδεκτή τοξικότητα για την πλειονότητα των ασθενών και γι’ αυτό δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως φάρμακο ρουτίνας», πρόσθεσε.
Η άλλη μεγάλη κατηγορία φαρμάκων κατά της χοληστερίονης, οι στατίνες, που πρωτίστως μειώνουν την «κακή» χοληστερόλη (LDL), θα παραμείνουν το κύριο «όπλο» των γιατρών, ενώ η νιασίνη θα πρέπει πλέον να περιοριστεί μόνο σε ασθενείς υψηλού κινδύνου, που δεν ανέχονται καλά τις στατίνες, σύμφωνα με τον αμερικανό καρδιολόγο.
Η νιασίνη αυξάνει κυρίως το επίπεδο της «καλής» χοληστερόλης (HDL) και δευτερευόντως το επίπεδο της «κακής» (LDL), καθώς και των τριγλυκεριδίων, πράγμα που θεωρητικά μειώνει τον γενικότερο καρδιαγγειακό κίνδυνο, κάτι τέτοιο όμως δεν επιβεβαιώνουν στην πράξη οι κλινικές δοκιμές του εν λόγω φαρμάκου. Η αύξηση της HDL χάρη στη νιασίνη όχι μόνο δεν φαίνεται τελικά να μειώνει τον κίνδυνο να πεθάνει ένας ασθενής από καρδιαγγειακό επεισόδιο, αλλά μάλλον συμβαίνει το αντίθετο, δηλαδή να αυξάνεται ο σχετικός κίνδυνος.
Οι συνταγογραφήσεις για νιασίνη είχαν εμφανίσει αύξηση τα προηγούμενα χρόνια και τα σχετικά φάρμακα περιέχουν είτε μόνο τη εν λόγω δραστική ουσία, είτε σε συνδυασμό με κάποια άλλη. Πιο πρόσφατα έχει ανακοπεί η σχετική συνταγογράφηση, αλλά η νιασίνη μπορεί να αγοραστεί ως βιταμίνη Β3 και μέσω διατροφικών συμπληρωμάτων χωρίς συνταγή. «Επειδή μπορεί να αγοραστεί και χωρίς συνταγή γιατρού, είναι σημαντικό οι καταναλωτές να καταλάβουν ότι η προειδοποίηση μετά τα νέα ευρήματα φαίνεται να ισχύει για όλα τα είδη της νιασίνης», τόνισε ο Ντόναλντ Λόιντ Τζόουνς.