Η καλή τουριστική σεζόν δεν φαίνεται να μπορεί να ανακόψει την χρεοκοπία πολλών τουριστικών μονάδων, πέρα από τις δηλώσεις του προέδρου του ΣΕΤΕ Ανδ. Ανδρεάδη για τη δυναμική ανάπτυξης του ελληνικού τουρισμού. Ο επικεφαλής του τουριστικού κλάδου δεν είπε όμως ότι με γοργούς ρυθμούς η κερδοφόρα «βιτρίνα» του ελληνικού τουρισμού περνά στον έλεγχο ισχυρών ξένων ομίλων.
Ο συνωστισμός μνηστήρων που καταγράφηκε πρόσφατα στον διαγωνισμό για την εξαγορά του Αστέρα Βουλιαγμένης είναι μία μόνο ένδειξη ότι η Ελλάδα πωλείται σε τιμή ευκαιρίας. Τρεις λόγοι συνηγορούν σε αυτό: Πρώτον, ότι οι ξενοδόχοι είναι υπερχρεωμένοι. Δεύτερον, η ασφυκτική οικονομική κατάσταση της χώρας και γνωστών εγχώριων ξενοδοχειακών (και άλλων τουριστικών) επιχειρήσεων, που δημιουργεί ευκαιρίες να αποκτηθούν σε χαμηλή τιμή δημόσια (ακίνητα, αεροδρόμια, λιμάνια, μαρίνες) και ιδιωτικά τουριστικά φιλέτα. Τρίτον, η αλλαγή στρατηγικής ισχυρών ταξιδιωτικών ομίλων της Ευρώπης, οι οποίοι έχουν αποφασίσει να ισχυροποιήσουν τις ξενοδοχειακές αλυσίδες που ελέγχουν, με στόχο να ελέγξουν την ποιότητα και να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους.
Άλλωστε, «με την εφαρμογή του στρατηγικού σχεδίου και με ορίζοντα το 2021, η Ελλάδα» αναφέρει ο κ. Ανδρεάδης «μπορεί να φθάσει τα 24 εκατομμύρια διεθνείς αφίξεις (έναντι 17,5 εκατομμύρια το 2013), τα 18- 19 δισ. ευρώ ετήσια άμεσα έσοδα (έναντι 11,5 δισ. ευρώ το 2013), τα 48- 50 δισ. ευρώ συνολικά ετήσια έσοδα (έναντι 34 δισ. ευρώ το 2013), δηλαδή εννέα μονάδες επιπλέον από το σημερινό ΑΕΠ, αλλά και, συνολικά, το ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας. Τότε, η Ελλάδα μπορεί να κατατάσσεται στους δέκα κορυφαίους προορισμούς παγκοσμίως».
Υπό αυτές τις συνθήκες η μεταβίβαση της «βαριάς βιομηχανίας» της χώρας σε ξένα συμφέροντα είναι αναμενόμενη…