Η παραφιλολογία σχετικά με την χθεσινή επιλεκτική χρεοκοπία της Αργεντίνικης Οικονομίας δίνει και παίρνει, με αρκετούς γνώστες – και μη- να επιδίδονται σε μία άνευ προηγουμένου παραφιλολογία που κανένα ίχνος λογικής και ορθολογικής οικονομικής σκέψης δεν έχει.
Αυτή τη φορά, η Αργεντινή ας πούμε πως δεν είναι και τόσο άξια της μοίρας της. Και αυτό γιατί παρά την δεδηλωμένη ικανότητά της να πληρώσει με σχετική άνεση το ποσό που αξιώνουν τα hedge funds με τα οποία «αναμετρήθηκε» στα αμερικανικά δικαστήρια, δεν το έπραξε για μία σειρά από λόγους που ανήκουν στην σφαίρα της απόλυτα ρεαλιστικής και ορθολογικής προσέγγισης της οικονομικής επιστήμης.
Η μακροοικονομική κατάσταση της Αργεντινής είναι σταθερά κρίσιμη εδώ και μία δεκαετία, με βασικούς μακροοικονομικούς δείκτες όπως ο πληθωρισμός, το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος όχι μόνο να μην ευημερούν αλλά να βρίσκονται σε εξόχως δυσμενή κατάσταση, κυρίως λόγων των επιλογών των κυβερνήσεων Κίρχνερ στην οικονομική πολιτική. Σε μία χώρα όπως η Αργεντινή όπου κατέχει μία από τις πρώτες θέσεις παγκοσμίως στην κλίμακα δεικτών ανισοκατανομής εισοδήματος, οι επιπτώσεις που θα έχει μια εξωτερική στάση πληρωμών, όπως αυτή που συνέβη εχθές, ελάχιστα μπορεί να επηρεάσει την ήδη χειμαζόμενη καθημερινότητα των Αργεντινών.
Το ζήτημα επικεντρώνεται αλλού: Η Αργεντινή ορθώς δεν πληρώνει καθώς εάν πράξει κάτι τέτοιο στην προκειμένη περίπτωση, θα έρθει αντιμέτωπη με νέες έννομες συνέπειες που θα έχουν πολύ ισχυρότερο αντίκτυπο στην διεθνή της εικόνα και αξιοπιστία στις αγορές.
Σε σημερινό τους δημοσίευμα οι Financial Times αναφέρουν πως , αν πληρώσει αυτούς του ομολογιούχους η Αργεντινή, τότε θα παραβιάσει την ρήτρα RUFO (Rights Upon Future Offers), δηλαδή θα παραβιάσει τους όρους της τελευταίας αναδιάρθρωσης χρέους, με δυνατότητα να δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο νέων διεκδικήσεων, τόσο από μικροομολογιούχους όσο και από διεθνείς κερδοσκόπους οι οποίοι θα αρπάξουν την ευκαιρία να ξανασύρουν την Αργεντινή σε παρόμοιες περιπέτειες.
Εν κατακλείδι, δεν επιτρέπεται στην Αργεντινή να πληρώσει οποιονδήποτε πιστωτή παραπάνω από αυτά που πήραν οι ομολογιούχοι της συμφωνίας του 2005, δηλαδή με κούρεμα λιγότερο του 72%. Σε περίπτωση δηλαδή που η Αργεντινή πληρώσει αυτά τα 1,5 δισ. δολάρια, υπάρχει περίπτωση να ζητήσουν ανάλογη μεταχείριση και οι υπόλοιποι πιστωτές, ανεξάρτητα από το μέγεθος και την επιρροή που εκείνοι έχουν στις διεθνείς αγορές.
Μήπως λοιπόν η Αργεντινή έχει δίκιο;