Γράφει ο Θέμης Παρλαβάντζας
Αριστερό δεν θα τον έλεγες με τίποτα. Ούτε καν σοσιαλδημοκράτη. Ο κύριος Ευριπίδης, είναι αυτό που λέμε… νοικοκύρης. Συνεπής ψηφοφόρος της Νέας Δημοκρατίας από τη μεταπολίτευση και μετά, γόνος οικογένειας με προτίμηση στην ΕΡΕ και το λαϊκό κόμμα, διανύοντας την έβδομη δεκαετία της ζωής του δεν πέρασε ποτέ απ’ το μυαλό του ο αντιευρωπαϊσμός. Η Ευρώπη ήταν πάντα ένα φετίχ, καθώς είχε συνδεθεί με το όνομα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Όταν λοιπόν άκουσα απ’ τα χείλη του κ. Ευριπίδη τη φράση «την είδαμε και την Ευρώπη», το καμπανάκι των ευρωπαϊκών αντανακλαστικών μου χτύπησε έντονα. Μπήκε άραγε ο ευρωσκεπτικισμός στο μυαλό και το στόμα ακόμη και των πούρων ευρωπαϊστών;
Εuroscepticism λοιπόν. Ένας όρος προερχόμενος από το ελληνικότατο ευρωσκεπτικισμός – για να μην ξεχνάμε και την επίδραση της ελληνικής γλώσσας σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που προεξοφλούν εκπλήξεις στις εκλογές του Μαΐου για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς το κύμα του αντιευρωπαϊσμού βαίνει διαρκώς αυξανόμενο.
Παρά την απέλπιδα προσπάθεια των Ουκρανών πολιτών να αναγκάσουν την ηγεσία τους σε επανέναρξη συνομιλιών για την ένταξη της χώρας τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς τη θεωρούν ανασχετικό παράγοντα στην ρωσική επεκτασιμότητα, ωστόσο, το αφτί των ευρωπαίων πολιτών σχετικά με το μέλλον της Ένωσής τους όχι απλώς δεν ιδρώνει, αντίθετα μεγάλο μέρος των ευρωπαίων βλέπει με συμπάθεια την αυτοδιάλυσή της. Βέβαια, μπορεί σήμερα, αρχές Δεκεμβρίου, οι Ευρωεκλογές του Μαΐου να μην έχουν κριθεί, το άρωμα όμως του ευρωσκεπτικισμού-αντιευρωπαϊσμού είναι αρκετά έντονο.
Το ασκό του αιόλου στον ευρωσκεπτικισμό, άνοιξε η προ τετραετίας οικονομική κρίση, καθώς πρυτάνευσε η λογική τού:«ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Η περίφημη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη δεν αποδείχθηκε απλώς φενάκη, αλλά εντελώς κενό γράμμα. Οι ισχυρότερες χώρες με προεξάρχουσα τη Γερμανία, όρθωσαν τα τείχη των εθνικών τους συμφερόντων, ασκώντας την πολιτική που θα γινόταν αρεστή από το εθνικό τους ακροατήριο, ενώ οι βίαια πληττόμενες χώρες του Νότου θεώρησαν εαυτούς τιμωρούμενους από τους ισχυρούς, μετατρέποντας έτσι ένα αρκετά σημαντικό τμήμα του πληθυσμού τους σε καχύποπτους για το μέλλον της Ένωσής τους.
Ο συντονισμός των δυνάμεων των βόρειων ακροδεξιών κομμάτων για τη δημιουργία ενός αντιευρωπαϊκού μετώπου, όπως εκφράζεται πρώτιστα από τη Μαρίν Λεπέν και διατυπώθηκε στη συνάντησή της με τον έτερο Ολλανδό ακροδεξιό Γκερτ Βίλντερς, επιβεβαιώνει πως στην ευρωπαϊκή σκηνή γίνονται ήδη διεργασίες για την ακόμη μεγαλύτερη υπονόμευση του υπερεθνικού οργανισμού της Ευρώπης. Αντιευρωπαϊκά, είναι όμως και τα μηνύματα και από άλλα ακροδεξιά στρατόπεδα όπως αυτό της Αυστρίας, του Βελγίου, της ηγεμονεύουσας Γερμανίας, της Ιταλίας, της Φινλανδίας των Αληθινών Φινλανδών, της Πορτογαλίας, συγκροτώντας μια συμμαχία ελάχιστα συμπαγή αλλά, ωστόσο, έντονα αντιευρωπαϊκή.
Ατυχέστατα όμως για την Ευρωπαϊκή Ένωση η δυσαρέσκεια των πολιτών εντός της, δεν έχει μόνο ακροδεξιό πρόσημο. Ο ευρωσκεπτικισμός διαπερνά όλη τη γκάμα των πολιτικών κομμάτων, αφού αυτή καθεαυτή η ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φαίνεται να θεωρείται υπεύθυνη για την εντεινόμενη απίσχναση των εισοδημάτων, την ανεργία και το κλίμα γενικευμένης ανασφάλειας, που φαίνεται να επικρατεί πανευρωπαϊκά. Η αριστερή ανοχή για μια Ευρώπη των λαών, φαίνεται επίσης να αδυνατίζει σημαντικά, ενώ μεγάλο μέρος των συντηρητικών και σοσιαλιστών πολιτών της Ευρώπης, άλλοτε στυλοβάτες οράματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι σίγουρο πως θα εκδηλώσουν τον σκεπτικισμό τους με γενναία αποχή στις εκλογές του Μαΐου.
Αν και ο ευρωσκεπτικισμός ή και αντιευρωπαϊσμός του Νότου έχει διαφορετικές αφετηρίες από αυτόν του Βορά, ωστόσο και οι δύο με μια ακραία λαϊκιστική, καταγγελτική ρητορική συγκλίνουν στην εθνική εσωστρέφεια και περιχαράκωση, δημιουργώντας ένα κλίμα νοσταλγίας για την προ ΕΟΚ Ευρώπη. Τα εθνικά κράτη ξαναγίνονται γοητευτικά, τα εθνικά στερεότυπα ξανακερδίζουν έδαφος, η καχυποψία για τον γείτονα Ευρωπαίο ξαναμπαίνει στο παιχνίδι, υφαίνοντας έτσι το κουκούλι των εθνικών προτεραιοτήτων κάθε κράτους.
Είναι πολύ πρόωρο να μιλάμε για μια διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο εγγύς μέλλον. Είναι πασιφανές, όμως, πως το όνειρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως το ζούμε σήμερα, τρίζει. Τρίζει πολύ. Αν μάλιστα η αυτονομημένη γραφειοκρατία των Βρυξελλών και οι ισχυροί παίχτες της Ένωσης δεν πάρουν στα σοβαρά το ευρωσκεπτικιστικό κύμα κάθε πολιτικής απόχρωσης, είναι σίγουρο πως το κύμα δεν θα αργήσει να μετατραπεί σε τσουνάμι.