Γράφει ο Κωστής Παπαϊωάννου
Στις 17/7/2013, διάβασα ένα άρθρο του κ. Τάκη Μίχα στο protagon.gr με τίτλο «Γιατί όχι «εθνικοσοσιαλιστές»;». Χαρακτηριστικό απόσπασμα της προβληματικής του άρθρου είναι το εξής: «Και τώρα έρχομαι στο πιο ενδιαφέρον, πρόσφατο παράδειγμα: Αυτό αφορά τον χαρακτηρισμό της Χρυσής Αυγής ως «ναζί»; Το ερώτημα εδώ είναι γιατί χρησιμοποιείται αυτός ο ξένος όρος τη στιγμή που υπάρχει ένας ωραιότατος ελληνικός όρος για να αποδώσει το ίδιο φαινόμενο – δηλαδή, «εθνικοσοσιαλιστές»; Γιατί, λοιπόν, «ναζί» και όχι «εθνικοσοσιαλιστές»; Πρόκειται για μια τυχαία επιλογή; Ασφαλώς όχι! Η γενικευμένη χρήση του όρου «ναζί» και η εξαφάνιση του ελληνικού όρου «εθνικοσοσιαλιστές» εξυπηρετεί καίριες σκοπιμότητες του Kομιτάτου».
Προσπάθησα αμέσως να υποβάλω ένα σχόλιο στο άρθρο αλλά το σχόλιό μου δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. Το παραθέτω εδώ για λόγους ιστορικούς και μόνο: “Δεν υπάρχουν έλληνες ναζί αλλά υπάρχουν έλληνες χαζί κύριε. Διαβάστε τις τρεις τελευταίες φράσεις σας: “Δεν υπάρχουν «δυνάμεις καταστολής». Υπάρχουν δυνάμεις ασφαλείας. Δεν υπάρχουν «αντιεξουσιαστές». Υπάρχουν χούλιγκανς, δολοφόνοι και ληστές. Δεν υπάρχουν Έλληνες «ναζί». Υπάρχουν Έλληνες εθνικοσοσιαλιστές.” Αν μου βρείτε σε τι διαφέρουν από δήλωση της ΧΑ μπορεί και να αποφύγετε να ανήκετε στη συμπαθή κατηγορία των ελλήνων χαζί…”
Το Σάββατο 15/3/2014 διάβασα ένα αντίστοιχης ευθυκρισίας κείμενο, με τίτλο «Θα κάνουμε τους Χρυσαυγίτες ήρωες;», αυτή τη φορά του κ. Τάσου Μελετόπουλου. Στο κείμενο υποστηριζόταν η καινοφανής θεωρία ότι «Είναι προτιμότερο λοιπόν να έχουμε τους φασίστες εγκλωβισμένους στο «κελί» της Βουλής. Να γνωρίζουμε τα μέλη, να τους ελέγχουμε και να παλεύουμε μαζί τους με επιχειρήματα αποδυναμώνοντας την ισχύ τους, παρά εκατοντάδες ανώνυμους φασίστες, δίχως κεντρική διοίκηση, με «όπλα» στις γωνιές των δρόμων».
Σκέφτηκα πως επεκτείνοντας τη θεωρία αυτή, δεν υπάρχει λόγος κανένας επίορκος υπάλληλος να απομακρύνεται από τη θέση του στο δημόσιο και κανένας νονός της νύχτας να εκδιώκεται από το στέκι του για να δικαστεί. Μπορούμε καλύτερα να ελέγχουμε τους διαφθαρμένους εφοριακούς πίσω από το γραφείο της εφορίας και τους μπράβους στις πόρτες των νυχτομάγαζων.
Φουρκισμένος λοιπόν από τις σκέψεις του κ. Μελετόπουλου, (και αφελής, παρά το περσινό μου πάθημα) έγραψα στο protagon.gr ένα ακόμα σχόλιο:” Με ένα υστερόγραφο θεωρεί ότι καθάρισε ο αρθρογράφος για όλες τις προηγούμενες ανοησίες. Τι σημαίνει “οι ένοχοι και βέβαια να λογοδοτήσουν;” Για να αποδειχθούν ένοχοι πρέπει πρώτα να λογοδοτήσουν. Για να λογοδοτήσουν αρκεί να είναι ύποπτοι, όχι ένοχοι. Αυτό το κρίνει η Δικαιοσύνη. Δουλειά της Βουλής είναι να άρει την ασυλία για να αφήσει να κριθούν. Αυτό δεν μπορεί να το κάνει με βάση όλους τους απίθανους ακροβατισμούς τέτοιων άρθρων αλλά με μόνο το αίτημα της Δικαιοσύνης. Απλό κ. Μελετόπουλε. Έχουν κι άλλοτε εκφραστεί απόψεις για μια κατά παραγγελία και αλά καρτ λειτουργία της Δικαιοσύνης, σπάνια όμως με τέτοια χαριτωμένη αφέλεια ωμής αμεριμνησίας σαν την δική σας. Για να μη σχολιάσουμε πόσο «περιορισμένοι» στο κλουβί της Βουλής ήταν οι Χρυσαυγίτες…”
Μάταια περίμενα την ανάρτησή του. Για δεύτερη φορά ο διαχειριστής έκρινε ότι ένα επικριτικό σχόλιο, επώνυμο (και τις δυο φορές υπέγραφα με το ονοματεπώνυμό μου) δεν χωρούσε στην ιστοσελίδα με τις «ιστορίες για να σκεφτόμαστε διαφορετικά». Μάλλον το «διαφορετικά» δεν είναι απεριόριστο, η κριτική πρέπει να έχει όρια. Αναρωτήθηκα μήπως φταίει η ένταση της κριτικής αυτής, μήπως οι λέξεις ενόχλησαν ή απλώς οι ενστάσεις έπεσαν βαριές στο στομάχι του διαχειριστή. Θα σεβόμουν, έστω διαφωνώντας, μια τέτοια εξήγηση, μια έκφραση, υπερβολικής έστω, προσήλωσης σε κανόνες γαλατικής διαδικτυακής ευπρέπειας. Θα δεχόμουν την επιβολή ενός τέτοιου κανόνα αρκεί να εφαρμοζόταν σε όλους και αιτιολογημένα. Δεδομένου όμως πως το μόνο μήνυμα που μου εξέπεμψαν οι κύριοι του protagon ήταν να περιμένω μέχρι να αναρτήσουν το σχόλιο και δεδομένου πως η μη ανάρτησή του δεν συνοδεύτηκε από κάποια εξήγηση, ούτε πέρσι ούτε φέτος, εικάζω πως δεν πρόκειται περί ευπρέπειας αλλά περί απρεπέστατου κανακέματος των συνεργατών/αρθρογράφων της ιστοσελίδας δια της «φιμωτικής» προσβολής όσων, ή κάποιων από όσους, διαφωνούν μαζί τους.
Υποθέτω ότι θα πρέπει να ζήσω με την προσβολή. Υποθέτω πως έχουν μάθει κι οι αρθρογράφοι να ζουν με το κανάκεμα. Υποθέτω πως θα έχουν μάθει κι οι αναγνώστες να ζουν με κοσκινισμένα σχόλια.
Θα μου πείτε, τι ψάχνεις τώρα… Και θα έχετε δίκιο.