Ο Στάθης Παναγιωτόπουλος και η σκυλίτσα του απολαμβάνουν μαζί τον ύπνο, τις διακοπές, τη ζέστη και τα ψάρια. Τον ακολουθεί παντού, ακόμα και στη δουλειά του, στη γνωστή εκπομπή του ΑΝΤ1, και είναι πάντα χαρούμενη και φρόνιμη. Μόνο να μην τον ακούσει να μιλάει Γιαπωνέζικα.
Τη βρήκε παρατημένη στην παραλία των Νέων Επιβατών Θεσσαλονίκης ένα κυριακάτικο πρωινό το Μάρτιο του 2001. Ο κτηνίατρος, αφού την εμβολίασε, τον ενημέρωσε ότι είναι περίπου τριάντα ημερών. «Άκουγα ένα επίμονο κλαψούρισμα από το παράθυρό μου. Βγήκα έξω και είδα ένα τόσο δα χαριτωμένο κουταβάκι. Αμέσως το πήρα σπίτι και του έδωσα μια κούπα γάλα. ∆εν μπήκα καν στο δίλημμα αν θα την κρατήσω ή όχι», μου λέει ο Στάθης Παναγιωτόπουλος. Έκτοτε είναι στην κυριολεξία αχώριστοι, η Σαρδέλα τον συνοδεύει μέχρι και στο τηλεοπτικό στούντιο των «Ράδιο Αρβύλα». Βέβαια, τώρα που κοντεύει να πατήσει τα δεκατέσσερα, οι αντοχές της έχουν μειωθεί και γι’ αυτό δεν μπορεί το πολύ ξενύχτι, με συνέπεια οι επισκέψεις στην εκπομπή να έχουν περιοριστεί.
Η πρώτη της εμφάνιση στη μικρή οθόνη ήταν πριν από εννέα χρόνια. «Ήμασταν έξω μαζί για δουλειές, είχε περάσει η ώρα και δεν προλάβαινα να την αφήσω σπίτι. Έτσι, την πήρα μαζί μου. Ευτυχώς, εξοικειώθηκε αμέσως με το περιβάλλον και κάθισε πολύ φρόνιμη, λες και βρισκόταν στον φυσικό της χώρο. Μετά καθιερώθηκε, ανέπτυξε ιδιαίτερη επαφή με το τηλεοπτικό κοινό και έγινε η μασκότ της εκπομπής», εξηγεί ο Στάθης την ώρα που η Σαρδέλα παίζει αθόρυβα στο σαλόνι με το αγαπημένο της πράσινο πλαστικό μπαλάκι. Κατά κανόνα, στο πλατό δεν ενοχλεί τους τεχνικούς ούτε δυσφορεί με τις κάμερες, τα πολλά φώτα, τη φασαρία και τη ζέστη. Ξαπλώνει μπροστά από το πάνελ και κοιμάται αμέριμνη. Απλώς, πού και πού γαβγίζει δίχως λόγο και εκνευρίζεται πάντα όταν ο Στάθης μιλάει Γιαπωνέζικα. Επειδή είναι εξόχως κοινωνική, πιάνει αμέσως φιλίες με τα μέλη των συγκροτημάτων που φιλοξενούνται στην εκπομπή, τα οποία στα διαλείμματα από τις πρόβες τη συμπεριλαμβάνουν… στις παραγγελίες των φαγητών τους.
Η λαιμαργία είναι ίσως το μεγαλύτερο μειονέκτημά της. Μια φορά, ο Στάθης γύρισε σπίτι από τη δουλειά, άνοιξε το φούρνο και μέσα δεν υπήρχε τίποτα. Η Σαρδέλα είχε εξαφανίσει ένα ταψί με δώδεκα γεμιστά, δίχως μάλιστα να λερώσει την κουζίνα και να κάνει κάποια ζημιά! «Μπορεί να φάει μέχρι να σκάσει, γι’ αυτό είμαι πολύ προσεκτικός. Αποφεύγω να της δίνω μαγειρευτά και της ετοιμάζω μόνο ένα γεύμα με κροκέτες το απόγευμα», λέει, με τη Σαρδέλα να τον σκουντάει για να της δώσει μπισκότο, και συνεχίζει: «Τα καλοκαίρια που πηγαίνουμε στην Αλόννησο, διανύει μόνη της μια απόσταση μισού χιλιομέτρου και ανηφορίζει προς τις ταβέρνες για να φάει κοψίδια». Πάντως, παρά τις θερινές νυχτερινές εξορμήσεις στο διπλανό χωριό για την αναζήτηση κρέατος, λατρεύει τα θαλασσινά και τρελαίνεται για τα τηγανητά καλαμαράκια.
Γενικότερα, πηγαίνει βόλτα στη γειτονιά δύο φορές την ημέρα, πρωί και βράδυ, ενώ τα Σαββατοκύριακα κατεβαίνει στην παραλία και περπατάει μαζί με τον Στάθη στην άμμο. Δεν έχει κανένα πρόβλημα με το νερό ούτε με το αλάτι. Αντιθέτως, στις καλοκαιρινές διακοπές ξεχνιέται μέσα στη θάλασσα και, όταν κουράζεται, επιδίδεται στην ηλιοθεραπεία.
Τεμπελιά και παιχνίδι
Όπως τεμπελιάζει στις παραλίες και λιώνει κάτω από τον ήλιο, το ίδιο κάνει το χειμώνα πάνω στο χαλί μπροστά από το αναμμένο τζάκι. «Άμα αράξει μπροστά από το τζάκι, δεν σηκώνεται ούτε για να πάμε βόλτα, νομίζω πως είναι η καλύτερή της συνήθεια», θα ομολογήσει γελώντας ο Στάθης. Τι άλλο να περιμένεις από ένα μαχμουρλίδικο σκυλί, το οποίο καθημερινώς ξυπνάει μετά τις 10! Όχι, μαζί δεν κοιμούνται. Έχει καιρό που η Σαρδέλα δεν τον ακολουθεί στο κρεβάτι, για άγνωστους μέχρι στιγμής λόγους.
Μπορεί να μη σκεπάζονται με το ίδιο πάπλωμα, όμως μοιράζονται ανελλιπώς τις χαρές και τις λύπες τους. «Είμαι πολύ τυχερός που την έχω, μου συμπεριφέρεται σαν κανονικός φίλος. Αντιλαμβάνεται γρήγορα πολλές καταστάσεις και άμα διαισθανθεί ότι είμαι κουρασμένος, έρχεται αθόρυβα και μου κρατάει συντροφιά για να με παρηγορήσει», λέει ο Στάθης και προσθέτει: «Παρατήρησε να δεις πώς θα αλλάξει η έκφραση στο πρόσωπό της και πώς θα αρχίσει να γαβγίζει ασταμάτητα, όταν θα της πω “έλα δω, καλό σκυλάκι, έλα δω”». Πράγματι, η Σαρδέλα γίνεται έξαλλη και κοιτάει το αφεντικό της αγριεμένα. Όποτε ακούει αυτήν τη φράση και βλέπει τον Στάθη να την καλεί, χτυπώντας ρυθμικά το χέρι πάνω στο γόνατό του, καταλαβαίνει ότι πρόκειται να της δαγκώσει τα αυτιά. Κάπως έτσι ξεκινούν τα παιχνίδια.
Ακόμη περισσότερο από τα παιχνίδια τής αρέσουν οι βόλτες με το σκούτερ. Ανεβαίνει πάνω στη μηχανή, κλείνει τα μάτια της και απολαμβάνει τη δροσιά στο πρόσωπό της, ενώ τα αυτιά της ανεμίζουν από τον αέρα. Ρωτάω τον Στάθη πώς και δεν έχει αποκτήσει Σαρδελάκια. «Όταν ήρθε η ηλικία της να ζευγαρώσει, ρώτησα πάνω από διακόσια άτομα αν θα ήθελαν κουτάβια. Όλοι μού αποκρίθηκα αρνητικά, συνεπώς αποφάσισα να τη στειρώσω», μου απαντάει. ∆εν πειράζει. Κάποιες υπάρξεις στη ζωή επιμένουν στη μοναδικότητά τους. Συνήθως, αυτές που η μοίρα τους διαγράφεται καθοριστικά από την τύχη. Και το όνομα της Σαρδέλας προήλθε εντελώς τυχαία από μια λίστα εβδομήντα υποψήφιων ονομάτων. Ίσα-ίσα, δηλαδή, για να θυμάται ότι βρέθηκε εγκαταλελειμμένη σε μια αμμουδιά.
Όνομα: Σαρδέλα
Ηλικία: 13½ χρόνων
Βάρος: 21 κιλά
Αγαπημένο της φαγητό: τηγανητά καλαμαράκια
Ελαττώματα: είναι λαίμαργη και υπναρού
Προτερήματα: ευφυής και πολύ κοινωνική
Απεχθάνεται: τις γάτες
Εκνευρίζεται: με τα Γιαπωνέζικα του Στάθη
Λατρεύει: να κοιμάται μπροστά στο αναμμένο τζάκι