Καθώς η πολιτική αναταραχή, ένας πόλεμος με τη Ρωσία που σιγοκαίει, και μια γενική αίσθηση χάους έχουν καταβροχθίσει την Ουκρανία τα τελευταία έξι χρόνια, η γειτονική Λευκορωσία έφτασε να φαίνεται σαν όαση σταθερότητας: Στάσιμη, αλλά ήρεμη. Τις τελευταίες εβδομάδες, αυτή η ηρεμία έχει καταστραφεί από διακοπές [στον εφοδιασμό] πετρελαίου, διαμαρτυρίες, κυβερνητικές ανακατατάξεις, ξαφνικές στρατιωτικές ασκήσεις και έντονη κριτική κατά της Ρωσίας από τον πρόεδρο της Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο.
Η Λευκορωσία οφείλει την σταθερότητά της εν μέρει στην εγγύτητά της με την Ρωσία, στην οποία ποτέ δεν αντιστάθηκε σθεναρά. Αλλά η ισορροπία αυτής της σχέσης έχει αρχίσει να αλλάζει καθώς η Ρωσία έχει εντείνει τις προσπάθειές της να προσδέσει την Λευκορωσία ακόμη πιο στενά στη Μόσχα. Πέρυσι, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν άρχισε να πιέζει να αναβιώσει μια μισοξεχασμένη συμφωνία, την Συνθήκη Ένωσης του 1999, η οποία θα επέτρεπε στις δύο χώρες να εναρμονίσουν σχεδόν κάθε πτυχή της δημόσιας πολιτικής. Ορισμένοι αξιωματούχοι του Κρεμλίνου μάλιστα υπονόησαν ότι θα επιδιώξουν την πολιτική εναρμόνιση με την Λευκορωσία, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού κοινοβουλίου και ενός εκτελεστικού κλάδου –μέτρα τα οποία θα έθεταν ουσιαστικά τα δύο κράτη σε μια πορεία προς την ενοποίηση. Για να ροσθέσει έμφαση, η Ρωσία έχει απειλήσει να σταματήσει να παρέχει φθηνό πετρέλαιο στον γείτονά της.
Η Λευκορωσία, ωστόσο, δεν έδωσε καμία ένδειξη ότι συμμερίζεται τον ενθουσιασμό της Ρωσίας για εναρμόνιση, και οι συνομιλίες για το θέμα τον Δεκέμβριο κατέληξαν σε αποτυχία. Εάν η Ρωσία επιμείνει -όπως πιθανότατα θα κάνει με κάποιο τρόπο τα επόμενα χρόνια- η προσπάθειά της να τραβήξει την Λευκορωσία [προς το μέρος της] μπορεί να καταλήξει στο να την απομακρύνει. Όπως έκανε και με την Ουκρανία, η Μόσχα κινδυνεύει να υποτιμήσει την βούληση των Λευκορώσων να υπερασπιστούν την ανεξαρτησία τους, μια αβλεψία που θα μπορούσε να την οδηγήσει να σκοντάψει σε μια απρόβλεπτη κρίση. Πρώιμες κινήσεις από την πλευρά της Ρωσίας για να υποτάξει περαιτέρω τον γείτονά της θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν την Λευκορωσία και να επιδεινώσουν την ήδη τεταμένη αντίθεση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης.
ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΜΟΝΟ ΚΑΤ’ ΟΝΟΜΑ;
Συχνά περιγραφόμενη ως η τελευταία δικτατορία της Ευρώπης, η Λευκορωσία υπεβλήθη σε ελάχιστες μεταρρυθμίσεις μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Σε αντίθεση με πολλά από τα γειτονικά κράτη της, τα οποία έχουν επιδιώξει μεγαλύτερη ανεξαρτησία από την Ρωσία καλλιεργώντας δεσμούς με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, η Λευκορωσία εν πολλοίς απείχε από την πολιτική και οικονομική ενσωμάτωση με την Δύση. Αντί γι’ αυτό, το σοβιετικού τύπου κράτος πρόνοιας του Λουκασένκο εξαρτάται από το επιδοτούμενο ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο (κάποιο από το οποίο η κυβέρνηση πωλεί στην Ευρώπη σε τιμές αγοράς, προσποριζόμενο την διαφορά). Η Ρωσία είναι επίσης ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Λευκορωσίας. Ως αποτέλεσμα, οι δεσμοί της χώρας με την Ρωσία παραμένουν ιδιαίτερα στενοί.
Η σχέση με την Λευκορωσία κατέχει ένα ειδικό καθεστώς για τους Ρώσους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, διότι θεωρούν τις δύο χώρες ως ότι μοιράζονται μια πολιτιστική και ιστορική κληρονομιά. Το Κρεμλίνο αντιμετωπίζει ομοίως την Ουκρανία˙ τα σχέδιά του στην περιοχή Donbas στην ανατολική Ουκρανία υποκινήθηκαν εν μέρει από τον ισχυρισμό του Πούτιν ότι οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί είναι «ένας λαός». Αλλά με πολλούς τρόπους, η Λευκορωσία είναι ακόμη πιο κοντά στην Ρωσία από όσο η Ουκρανία. Οι περισσότεροι Λευκορώσοι μιλούν ρωσικά ως κύρια γλώσσα τους, και η Λευκορωσική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι θυγατρική της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν ελάχιστα στην γλώσσα ή την θρησκεία που χωρίζουν τους Λευκορώσους από τους Ρώσους ομολόγους τους.
Το γεγονός ότι η Λευκορωσία είναι ένα σχετικά νέο κράτος έχει περιορίσει την δυναμική ενός εθνικιστικού πυρετού: Σε αντίθεση με τις γειτονικές Λετονία και Λιθουανία, η Λευκορωσία δεν έχει πρόσφατη ιστορία προ-σοβιετικής ανεξαρτησίας, εκτός από την βραχύβια Λευκορωσική Λαϊκή Δημοκρατία, από το 1918 ως το 1919. Πολλοί Λευκορώσοι, ιδιαίτερα όσοι εργάζονται στον κρατικό τομέα, τείνουν να υιοθετούν μια ταυτότητα περισσότερο σοβιετική από όσο Λευκορωσική. Ο Λουκασένκο είναι ο ίδιος ένα ζωντανό τεχνούργημα του σοβιετικού αντι-εθνικισμού. Λίγο μετά την ανάληψη της εξουσίας το 1994, άλλαξε την σημαία της Λευκορωσίας σε μια που μοιάζει με την εκδοχή της σοβιετικής εποχής, απορρίπτοντας ένα σχέδιο σχετικό με την (μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο) δημοκρατία της Λευκορωσίας. Έχει αποθαρρύνει την χρήση της λευκορωσικής γλώσσας και η κυβέρνησή του ασκεί τις δραστηριότητές της κυρίως στην ρωσική, η οποία απολαμβάνει το ίδιο επίσημο καθεστώς με την λευκορωσική.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η Λευκορωσία θα φαινόταν ιδανική υποψήφια για βαθμιαία εναρμόνιση, και ίσως ακόμη και ενοποίηση, με μια αναζωογονημένη και θεληματική Ρωσία. Το Μινσκ έχει ήδη κάνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Το 1999, ο Λουκασένκο και ο Μπόρις Γέλτσιν, τότε πρόεδρος της Ρωσίας, υπέγραψαν την Συνθήκη Ένωσης, μια φιλόδοξη συμφωνία για την εναρμόνιση της φορολογίας, του εμπορίου, των τραπεζών, των ενεργειακών κανονισμών και άλλων, μεταξύ των δύο χωρών, με στόχο ένα πιθανώς ενοποιημένο κράτος. Ο Λουκασένκο υπέγραψε με την προφανή ελπίδα ότι θα μπορούσε μια μέρα να αντικαταστήσει τον Γέλτσιν και να κυβερνήσει την Λευκορωσία και την Ρωσία. Η συνθήκη δεν υλοποιήθηκε ποτέ πλήρως, αλλά υπάρχει στα βιβλία ως σήμερα.
Πηγή: foreignaffairs.gr