Οι ηλικιωμένοι άνδρες με υπερβολικά πολλή τεστοστερόνη, ζουν λιγότερα χρόνια, σύμφωνα με νέα αυστραλιανή έρευνα. Αλλά το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για αυτούς με πολύ λίγη τεστοστερόνη. Το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής παρουσιάζουν όσοι έχουν στον οργανισμό τους ένα μέσο επίπεδο.
Η νέα μελέτη επιβεβαιώνει ότι η χαμηλή τεστοστερόνη μπορεί να σηματοδοτεί αυξημένα προβλήματα υγείας, κάτι που ισχύει και για εκείνους με ιδιαίτερα υψηλή τεστοστερόνη.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Μπου Μπενγκ Γιπ της Ιατρικής και Φαρμακευτικής Σχολής του πανεπιστημίου της Δυτικής Αυστραλίας, συσχέτισαν το επίπεδο των δύο κυριότερων ανδρογόνων ορμονών, της τεστοστερόνης και της διυδροτεστοστερόνης (DHT) που παράγεται στον οργανισμό από την μετατροπή της πρώτης, με τη διάρκεια ζωής περίπου 3.700 ανδρών ηλικίας 70 έως 89 ετών.
Οι ερευνητές χώρισαν τους ηλικιωμένους σε ομάδες ανάλογα με το επίπεδο (χαμηλό – μεσαίο – υψηλό) των ανδρικών ορμονών στο σώμα τους. Η ανάλυση έδειξε πως η ομάδα των ανδρών με τις λιγότερες ορμόνες ήταν αυτή που εμφάνισε την υψηλότερη μέση θνησιμότητα, ενώ ακολούθησε η ομάδα των ανδρών με τα υψηλά επίπεδα ορμονών. Τη χαμηλότερη θνησιμότητα είχαν οι άνδρες της ομάδας με τα μεσαία επίπεδα ορμονών.
«Οι ηλικιωμένοι με μέσα επίπεδα τεστοστερόνης ζουν περισσότερο από όσους έχουν είτε χαμηλά, είτε υψηλά επίπεδα της ορμόνης. Η ύπαρξη των σωστών (μέσων) επιπέδων τεστοστερόνης, μειώνει τον κίνδυνο θανάτου από ισχαιμικό καρδιακό επεισόδιο και γενικότερα αποτελεί δείκτη καλύτερης υγείας», δήλωσε ο υπεύθυνος της έρευνας.
Ειδικοί προειδοποιούν πως η δημοφιλία των φαρμάκων τεστοστερόνης δεν αντιστοιχεί στα έως τώρα ερευνητικά ευρήματα για τα πιθανά οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους από την τεχνητή αύξηση της ορμόνης.
Ένα βασικό πρόβλημα είναι ότι οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακόμα τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο από την θεραπεία τεστοστερόνης. Κατά καιρούς, έχουν αναφερθεί διάφορες πιθανές παρενέργειες, από καρκίνο του προστάτη και καρδιολογικά προβλήματα έως άπνοια στον ύπνο και αραίωση του σπέρματος.