Νέο ρεκόρ πραγματοποίησε τον Σεπτέμβριο το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας που εκτινάχθηκε στα 20,4 δισ. ευρώ, υπερβαίνοντας το προηγούμενο υψηλό που είχε καταγραφεί τον Ιούνιο του 2008, λίγο πριν αρχίσει η κρίση. Τον Αύγουστο, το πλεόνασμα ήταν 13,3 δισ. ευρώ. Αποτέλεσμα ήταν να φουντώσει και πάλι η κριτική για το ευρώ από το οποίο μόνο οι Γερμανοί επωφελούνται, ενώ η υπόλοιπη ευρωζώνη βυθίζεται στον αποπληθωρισμό που υπονομεύει την ανάκαμψη.
Οι εξαγωγές της Γερμανίας στις άλλες χώρες – μέλη της ΕΕ ανήλθαν σε 54,8 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο, ενώ οι εισαγωγές της από τις χώρες αυτές ήταν μόνο 48,2 δις. ευρώ. Σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν, οι εξαγωγές στις χώρες της ΕΕ αυξήθηκαν κατά 5,4% και οι εισαγωγές κατά 2,6%.
Ο Martin Feldstein, πρώην πρόεδρος του Council of Economic Advisers και τώρα καθηγητής οικονομικών στο Harvard σε άρθρο του στους Financial Times υποστηρίζει ότι το φθηνό ευρώ είναι το καλύτερο «όπλο» της Ευρώπης, καθώς μπορεί να προκαλέσει την αυξημένη ζήτηση, που θα καταστήσει πολιτικά και οικονομικά εφικτή τη δημοσιονομική προσαρμογή. Επαινεί την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αντέδρασε για την περαιτέρω χαλάρωση της πιστωτικής πολιτικής, αλλά αναρωτιέται κατά πόσον αυτή η απόφαση -να μειώσει το βασικό επιτόκιο από το 0,5% στο 0,25%- θα έχει αρκετά μεγάλη επίδραση ώστε να ανεβάσει τον πληθωρισμό από το λιγότερο του 1% σήμερα κοντά στον στόχο της ΕΚΤ για 2%. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εναπόκειται στις αγορές συναλλάγματος. Το ευρώ διολίσθησε αμέσως μετά την απόφαση κατά 1,5% έναντι του δολαρίου στο 1,33 δολ. Αν γίνει φθηνότερο το ευρώ, θα δώσει σημαντική ώθηση σε χώρες της ευρωζώνης όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία που έχουν πολύ μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα. Οι παράγοντες των αγορών θα πρέπει να θυμούνται ότι το ευρωπαϊκό νόμισμα ξεκίνησε τη συναλλαγματική του ισοτιμία μόλις στο 1,13 δολ. και κάποια στιγμή έπεσε κάτω από το 1 δολάριο. Η ευρωζώνη πληγώθηκε όταν το ευρώ ανήλθε πρόσφατα κοντά στο 1,38 δολ., ενώ η στερλίνα και το γεν διολίσθησαν κατά 25%.
Ο Feldstein επισημαίνει ότι τα ελλείμματα αυτά, συνδυασμένα με μειωμένη ανάπτυξη και πολύ χαμηλό πληθωρισμό προκαλούν άνοδο στους συντελεστές του εθνικού χρέους ως προς το ΑΕΠ. Και οι αυξημένοι συντελεστές χρέους αυξάνουν τον κίνδυνο νέας ανόδου στο κόστος δανεισμού, όπως ακόμη και την πιθανότητα πιέσεων για έξοδο από την ευρωζώνη. Άλλωστε η χαμηλότερη οικονομική δραστηριότητα προκαλεί αυξημένες μεταβιβάσεις κεφαλαίων και μειωμένα φορολογικά έσοδα, αντισταθμίζοντας την αρχική δημοσιονομική συρρίκνωση. Και οι πολιτικές της λιτότητας προκαλούν σημαντική πολιτική αντίσταση, που καθιστά δύσκολη την επίτευξη και τη διατήρηση τέτοιων πολιτικών.