Γράφει ο Κωνστατίνος Παντελής
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ανασκεύασε την Κυριακή την πρότασή του για τη σύσταση κοινής μονάδας ασφαλείας στον κυβερνοχώρο με τη Ρωσία, διότι δεν πιστεύει ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό, λίγες ώρες αφότου η πρότασή του έτυχε σκληρής κριτικής από τους Ρεπουμπλικανούς, οι οποίοι εξέφρασαν έντονα την πεποίθηση ότι η Μόσχα δεν είναι άξια εμπιστοσύνης.
Νωρίτερα την Κυριακή ο Trump είχε δηλώσει στο Twitter ότι ο ίδιος και ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν συζήτησαν την Παρασκευή για τη δημιουργία «μιας αδιαπέραστης μονάδας κυβερνο-ασφάλειας» και για να αντιμετωπίσει ζητήματα όπως ο κίνδυνος εμπλοκής στον κυβερνοχώρο σε περίοδο εκλογών.
Η ιδέα φάνηκε εξαρχής πολιτικά ανέφικτη. Περιφρονήθηκε αμέσως από αρκετούς ομοϊδεάτες του Τραμπ, οι οποίοι εξέφρασαν τις αμφιβολίες τους γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες να συνεργαστούν με τη Ρωσία μετά και την υποτιθέμενη εμπλοκή της Μόσχας στις εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ.
Ο Aς Κάρτερ, ο οποίος ήταν υπουργός άμυνας των ΗΠΑ μέχρι το τέλος της διοίκησης του πρώην προέδρου Μπαράκ Ομπάμα τον Ιανουάριο, είπε στο CNN: «Αυτό είναι σαν ναπροτείνεις στον άνθρωπο που έκλεψε το σπίτι σου τη σύσταση ομάδας εργασίας για τη διάρρηξη».
Οι σύμβουλοι του Τραμπ, όπως ο υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον και ο υπουργός Οικονομικών Στιβ Μνούχιν Mnuchin, προσπάθησαν πρόσφατα να εξηγήσουν το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του Τραμπ για τον κυβερνοχώρο.
Ο Μνούχιν δήλωσε το Σάββατο ότι ο Τραμπ και ο Πούτιν συμφώνησαν να δημιουργήσουν «μια διακυβερνητική μονάδα για να βεβαιωθούν ότι δεν θα υπάρξει απολύτως καμία παρέμβαση, ότι θα συνεργαστούν για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο από κοινού».
Ωστόσο, ο Τραμπ επέστρεψε στο Twitter την Κυριακή για να αφήσει πίσω την ιδέα, η οποία προέκυψε κατά τις συνομιλίες του με τον Πούτιν στη σύνοδο κορυφής της Ομάδας των 20 ισχυρότερων οικονομιών στο Αμβούργο της Γερμανίας.
«Το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Πούτιν και εγώ συζητήσαμε για μια μονάδα κυβερνο-ασφάλειας δεν σημαίνει ότι νομίζω ότι μπορεί να συμβεί. Δεν μπορεί», υπογράμμισε ο Τραμπ στο Twitter. Στη συνέχεια, επιβεβαίωσε τη συμφωνία με τη Ρωσία για κατάπαυση του πυρός στη Συρία.
Ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Τζον Μακ Κέιν αναγνώρισε την επιθυμία του Τραμπ να προχωρήσει με τη Ρωσία, αλλά πρόσθεσε: «θα υπάρξει κάποιο τίμημα που θα κληθεί να πληρώσει».
Υπενθυμίζεται ότι ο Trump υποστήριξε την επαναπροσέγγιση με τη Μόσχα στην προεκλογική εκστρατεία του, αλλά δεν έχει μπορέσει μέχρι σήμερα να τη φέρει εις πέρας, διότι η κυβέρνησή του υπονομεύθηκε από έρευνες σχετικά με τους ισχυρισμούς για ρωσική παρέμβαση στις εκλογές αλλά και για ρωσικούς δεσμούς με την εκστρατεία του.
Ο ειδικός σύμβουλος Ρόμπερτ Μίλερ διερευνά το θέμα από όλες τις πλευρές, συμπεριλαμβανομένου του ενδεχομένου να υπήρξε αθέμιτη σύμπραξη εκ μέρους των αξιωματούχων της εκστρατείας του Τραμπ, μαζί με τις αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου.
Οι έλεγχοι αυτοί επικεντρώνονται σχεδόν αποκλειστικά στις ενέργειες της Μόσχας, σύμφωνα με αξιωματούχους των υπηρεσιών πληροφοριών, και δεν προέκυψαν στοιχεία που να εμπλέκουν άλλες χώρες, παρά την άποψη του Τραμπ ότι εμπλέκονται και άλλοι.
Ο Άνταμ Σιφ, ο επικεφαλής Δημοκρατικός της Επιτροπής Πληροφοριών της βουλής των αντιπροσώπων, δήλωσε στο CNN ότι η Ρωσία δεν θα μπορεί να είναι αξιόπιστος συνεργάτης σε μια μονάδα ηλεκτρονικής ασφάλειας.
«Αν αυτή είναι η καλύτερη άμυνά μας, θα μπορούσαμε επίσης να στείλουμε ταχυδρομικά τα εκλογικά μας αποτελέσματα στη Μόσχα», πρόσθεσε δηκτικά ο Σιφf.
Πηγές: Reuters, WSJ