Γράφει η Μαρία Μαγδαληνή Τσίπρα*
Και ξαφνικά, εν έτει 2013, το πολιτικό μας σύστημα ανακάλυψε τον φασισμό. Ντυμένο με ασπρόμαυρες στολές παραλλαγής, κοντοκουρεμένο υποχρεωτικά (εξαιρέσεις επιτρέπονται ως μια έμμεση υπογράμμιση του σεβασμού στην διαφορετικότητα), στολισμένο με μαιάνδρους και τοποθετημένο κάτω από τον όλως παραπλανητικό τίτλο «Χρυσή Αυγή», ως μια έμμεση αναφορά στην νέα εποχή, που έρχεται.
Χρειάστηκαν μερικές αψιμαχίες, αρκετά χάπενινγκ, ένα χαστούκι on camera και τελικά ένας άδικος και τραγικός θάνατος, προκειμένου να συμπληρωθεί το παζλ και το πολιτικό σύστημα με συντονισμένο αποτροπιασμό να καταγγείλει έκνομες δράσεις και να αναρωτηθεί για τα αυτονόητα: εάν επιβάλλεται να ασκηθούν ποινικές διώξεις εις βάρος των υπευθύνων και εάν η δράση τέτοιων ανθρώπων θα πρέπει να περιοριστεί.
Μην παρεξηγηθώ: πιστεύω βαθύτατα στην δημοκρατία, στον σεβασμό της διαφορετικότητας, στην ανάγκη της κοινωνίας να ζει συντεταγμένα και παρακολουθώ με τρόμο και αποτροπιασμό την αύξηση των φαινομένων βίας αλλά και των εκλογικών ποσοστών κάθε κόμματος, που στην ιδεολογική του πλατφόρμα περιέχει ψήγματα έστω από μια ιδεολογία -φάντασμα, που κάποτε κύλισε την Ευρώπη στο αίμα.
Από την άλλη πλευρά πιστεύω βαθύτατα, ότι ο φασισμός δεν έχει ταμπέλες, δεν έχει κομματικές ταυτότητες, δεν φοράει υποχρεωτικά στολές παραλλαγής και πάνω απ’ όλα δεν περιορίζεται σε έναν και μόνο πολιτικό χώρο. Υπάρχει ο φασισμός της «δημοκρατίας», ο φασισμός με το μαύρο κουστούμι και την γραβάτα, τα εγκλήματα λευκού κολάρου. Και εάν θέλετε την ταπεινή μου άποψη τα εγκλήματα αυτά είναι πολύ πιο επικίνδυνα, πολύ πιο αποτρόπαια και κοστίζουν τις ζωές πολλών περισσότερων ανθρώπων, για τους οποίους κανείς δεν θα κλάψει πραγματικά, εκτός ίσως από τους οικείους τους και βέβαια, κανένας δεν θα τους καταγράψει σε κάποιο επίσημο αριθμό, εκτός ίσως από τα στατιστικά των αυτοκτονιών.
Και ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι η γέννηση και η άνδρωση του φασισμού στην Ευρώπη δεν ήταν απλά και μόνο αποκύημα ενός αρρωστημένου μυαλού, δεν οφείλονταν σε έμφυτα δολοφονικά ένστικτα ενός ολόκληρου λαού, δεν προήλθε από εκ θαύματος παρθενογένεση. Στην πραγματικότητα ήταν γνήσιο παιδί, μιας οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας, που δεν απέχει πολύ από αυτή, που σήμερα ζούμε. Στην πραγματικότητα, ήταν μια πρακτική, απλή και εύκολα προσεγγίσιμη λύση σε αδιέξοδα, που είχαν προκληθεί από την ίδια αδιαλλαξία, την ίδια μονομερή διαχείριση του πλούτου και των αγαθών, όπως αυτή, που βιώνουμε σήμερα στον μικρόκοσμο της Ελλάδας και σε ευρύτερη κλίμακα σε όλη την Ευρώπη.
Ο φασισμός, λοιπόν, για τον οποίο τόσο όψιμα κόφτηκε το πολιτικό μας σύστημα είναι αποκύημα μια συστηματικά φασιστικής πολιτικής, που μέσα σε μόλις τρία χρόνια, απορρόφησε τον πλούτο του ελληνικού λαού, οδήγησε την ελληνική κοινωνία στην αποσάθρωση και στην φτώχεια, έδειξε το πιο σκληρό της πρόσωπο απέναντι στον πολίτη αφήνοντας τον απροστάτευτο, ανασφαλή και φτωχοποιημένο.
Αυτός ο πολιτικός φασισμός, που επιτρέπει σε κάποιους να εκλέγονται με ένα πολιτικό πρόγραμμα και τελικά να εφαρμόζουν το ακριβώς αντίθετο, χωρίς να προσφεύγουν εκ νέου στην ψήφο του λαού, που σπιλώνει χωρίς στοιχεία και στοχοποιεί κοινωνικές ομάδες, χωρίς να τους παράσχει την δυνατότητα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, που νομοθετεί με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και τελικά δεν λογοδοτεί σε κανέναν, είναι ο πατέρας και η μητέρα κάθε φαινομένου βίας και αυθαιρεσίας, που τόσο όψιμα διαπιστώσαμε. Μιας βίας, που εκτρέφεται στους κόλπους του πολιτικού συστήματος, ανδρώνεται μέσα στην καταρρακωμένη κοινωνία των Μνημονίων και τελικά εξυπηρετεί έναν και μόνο σκοπό: τον αποπροσανατολισμό, την καλλιέργεια του φόβου και του αισθήματος της ανασφάλειας στους πολίτες.
Και όσο για να περιοριστεί το φαινόμενο των μαυροντυμένων κοντοκουρεμένων, μαιανδροφόρων μιλιταριστών, μην αυταπατάσθε. Εάν έπαυαν να υπάρχουν και αυτοί, το πολιτικό μας σύστημα θα βρίσκονταν σε απόγνωση. Μάλλον, δικαιώνεται ο Καβάφης, που έγραψε κάποτε «Και τώρα, τι θα κάνουμε χωρίς βαρβάρους; Οι άνθρωποι αυτοί ήταν μια κάποια λύση».
* Η Μαρία Μαγδαληνή Τσίπρα είναι δικηγόρος – εργατολόγος.