Γράφει ο Κωνσταντίνος Παντελής
Όταν η ακτοφυλακή της Λιβύης παραλάμβανε την πρώτη πολυαναμενόμενη παρτίδα περιπολικών πλοίων από την Ιταλία τον περασμένο μήνα, δύο από τα τέσσερα σκάφη εξακολουθούσαν να αντιμετωπίζουν μηχανικά προβλήματα, ενώ το ένα τίθονταν εκτός λειτουργίας στη διαδρομή προς την Τρίπολη.
Αργότερα, όταν ο Υπουργός Εσωτερικών της Ιταλίας μετέβαινε στη βορειοαφρικανική χώρα προκειμένου να πραγματοποιήσει την επίσημη παρουσίαση των σκαφών σε ναυτική βάση στην πρωτεύουσα της Λιβύης, οι λιβυκές δυνάμεις ακτοφυλακής διαμαρτύρονταν ότι τα σκάφη που είχαν παραλάβει ήταν παλιά και διέθεταν ελάχιστο χώρο στο κατάστρωμα για διασωθέντες μετανάστες.
«Θέλουν να είμαστε οι αστυνομικοί της Ευρώπης αλλά, ταυτόχρονα, αυτός ο αστυνομικός χρειάζεται πόρους», δήλωσε ο εκπρόσωπος της ακτοφυλακής, Ayoub Qassem. «Προκαλώ οποιονδήποτε να έλθει να εργαστεί υπό αυτές τις συνθήκες».
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, μισό εκατομμύριο άνθρωποι διέσχισαν τη Μεσόγειο από τη Λιβύη στην Ιταλία, κυρίως από την Υποσαχάρια Αφρική, οι οποίοι πλήρωναν λαθρεμπόρους για να τους οδηγήσουν από την έρημο στη Λιβύη και στη συνέχεια στην Ευρώπη με αναξιόπιστες λέμβους.
Εκτιμάται ότι 13.000 από αυτούς πνίγηκαν στην προσπάθειά τους να μεταβούν στην Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επιδιώκουν να ανακόψουν τις μεταναστευτικές ροές και να εξαρθρώσουν τα δίκτυα των λαθρεμπόρων και των διακινητών. Ωστόσο, περισσότερο από τέσσερις μήνες μετά την έναρξη μιας νέας προσπάθειας εκ μέρους της Ιταλίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση της κρίσης, οι μαρτυρίες των μεταναστών, των ανθρωπιστικών οργανώσεων και αξιωματούχων δείχνουν ότι οι προσπάθειες που καταβάλλονται δεν έχουν κάνει τη διαφορά.
Όταν οι Λιβυκές αρχές αποκόπτουν μετανάστες, τους μεταφέρουν σε κέντρα κράτησης υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης, η οποία φιλοξενεί ήδη περίπου 8.000 ανθρώπους. Αν και οι Ευρωπαίοι έχουν δεσμευθεί να χρηματοδοτήσουν τη βελτίωση των καταυλισμών, ορισμένοι εξακολουθούν να είναι τόσο πρόχειροι ώστε οι μετανάστες να κοιμούνται καθισμένοι.
«Μας κλείνουν, μας φυλακίζουν, μας ζητούν χρήματα», είπε ένας 22χρονος από τη Γουινέα, ο οποίος βρίσκεται σε λιβυκό κέντρο κράτησης από τον Μάρτιο, όταν παρακρατήθηκε από την ακτοφυλακή της Λιβύης με περίπου 120 άλλους μετανάστες.
Η θαλάσσια διαδρομή από τις ακτές της Λιβύης είναι μία από τις δύο κύριες οδούς της μεγαλύτερης ροής μεταναστών στην Ευρώπη από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η έτερη θαλάσσια οδός, από την Τουρκία στην Ελλάδα, περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό πέρυσι μετά από τη συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και της Άγκυρας, οδηγώντας στην άυξηση των αντίστοιχων ροών από τη Λιβύη.
Φέτος, 70.000 άτομα έχουν πραγματοποιήσει το ταξίδι, με την καλοκαιρινή περίοδο αιχμής να έχει μόλις αρχίσει. Εκτιμάται ότι μέχρι στιγμής φέτος έχουν χάσει τη ζωή τους περίπου 2.000 άνθρωποι. Σε αντίθεση με την Τουρκία, η Λιβύη εξακολουθεί να θεωρείται πολύ επικίνδυνη για τους Ευρωπαίους ως προς την επανεισδοχή μεταναστών, οπότε εκείνοι που καταφέρνουν να περάσουν σε διεθνή ύδατα συνήθως καταλήγουν στην Ιταλία.
Τα δίκτυα διακίνησης της Λιβύης γνώρισαν άνθηση στο επίκεντρο της αναταραχής που ακολούθησε την επανάσταση κατά την οποία ανατράπηκε ο δικτάτορας Μουαμάρ αλ-Καντάφι το 2011 και η δραστηριότητές τους συστηματοποιήθηκαν το 2014, όταν η σύγκρουση εξαπλώθηκε και οι αντίπαλες κυβερνήσεις εδραιώθηκαν στην Τρίπολη και τα ανατολικά της χώρας.
Από πέρυσι, η ΕΕ έχει ασκήσει πιέσεις με σκοπό να συνεργαστεί με τη νέα κυβέρνηση της Λιβύης υποστηριζόμενη από τα Ηνωμένα Έθνη. Η εκπαίδευση των δυνάμεων ακτοφυλακής άρχισε στα πλοία της ΕΕ τον περασμένο Οκτώβριο. Τον Φεβρουάριο, η Ιταλία υπέγραψε μνημόνιο συμφωνίας με την Τρίπολη, το οποίο η ΕΕ ενέκρινε γρήγορα, διαθέτοντας 90 εκατομμύρια ευρώ.
Ωστόσο, η Ευρώπη δεν έχει παράσχει καμία συγκεκριμένη υποστήριξη, δήλωσε ο Tarek Shanbour, ανώτερος αξιωματικός της λιβυκής ακτοφυλακής. «Συναντάμε, μιλάμε, παίρνουμε αποφάσεις, κάνουμε συμφωνίες, αλλά επί της ουσίας δεν υπάρχει εφαρμογή των συμφωνημένων». Η κυβέρνηση της Λιβύης έχει ελάχιστη επιρροή εκτός της πρωτεύουσας ή ακόμα και σε μερικά από τα υπουργεία της. Η εξουσία της ουσιαστικά δεν υφίσταται στα ανατολικά και είναι ισχνά αισθητή στο νότο όπου οι λαθρέμποροι φέρνουν τους μετανάστες από τη Σαχάρα.
«Μέχρι στιγμής δεν μπορούμε να πούμε ότι ως Ευρωπαϊκή Ένωση έχουμε πετύχει πολλά», δήλωσε Ευρωπαίος αξιωματούχος υπό το καθεστώς ανωνυμίας. «Το θέμα είναι ότι χρειαζόμαστε βραχυπρόθεσμες λύσεις, αλλά δεν υπάρχουν βραχυπρόθεσμες λύσεις. Δεν υπάρχει συμφωνία ανάλογη με αυτή με την Τουρκία στη Βόρεια Αφρική».
Καθώς οι Ευρωπαίοι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής μελετούν μακροπρόθεσμα προγράμματα για τη βελτίωση της ασφάλειας στα νότια σύνορα της Λιβύης, την εξάλειψη της λαθραίας διακίνησης και την παροχή βοήθειας στις χώρες προέλευσης των μεταναστών, οι Λύβιοι αξιωματούχοι ανησυχούν ότι οι αριθμοί των μεταναστών στη Λιβύη θα διογκωθούν.
Διατείνονται ότι έχουν περιορισμένες ικανότητες να φιλοξενήσουν μετανάστες σε μια χώρα που βρίσκεται σε βαθιά οικονομική κρίση, και όπου περίπου 250.000 άνθρωποι βρίσκονται εκτοπισμένοι εσωτερικά.
Η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση βοήθησε να αυξηθούν οι εθελοντικοί επαναπατρισμοί μεταναστών που ανακόπηκαν στη Λιβύη, οι οποίοι επί της ουσίας συμφωνούν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, αλλά αυτός ο αριθμός είναι απίθανο να ξεπεράσει τις 10.000 φέτος.
Οι μετανάστες που περισυλλέγονται από την ακτοφυλακή της Λιβύης στη θάλασσα ή σε επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της νύχτας κρατούνται σε μεταναστευτικά κέντρα, σε δύο επίσημα που διοικούνται από την κυβέρνηση και άλλα που διοικούνται από μια σειρά ένοπλων ομάδων.
Εκείνοι που διαχειρίζονται τα κέντρα συγκεντρώνουν χρήματα, αναγκάζοντας τους μετανάστες ή τις οικογένειές τους να πληρώσουν για την απελευθέρωσή τους, πουλώντας τους ξανά στους λαθρεμπόρους ή αναγκάζοντάς τους να δουλεύουν γι’ αυτούς, λένε οι μετανάστες. Η σεξουαλική κακοποίηση είναι κοινό φαινόμενο, σύμφωνα με πρώην μέλος του προσωπικού σε ένα από τα κέντρα κράτησης της Τρίπολης.
Σε ανεπίσημα κέντρα στη δυτική και νότια Λιβύη, που διοικούνται από πολιτοφυλακές ή ακόμα και από τους ίδιους τους λαθρεμπόρους, οι συνθήκες είναι πολύ χειρότερες. Οι μετανάστες λένε ότι το ηχητικό ή οπτικοακουστικό υλικό με τους βασανισμούς τους αποστέλλεται στις οικογένειές τους για να πληρώσουν το αντίτιμο της απελευθέρωσής τους.
Από την πλευρά του το προσωπικό των κέντρων κράτησης αναφέρει ότι στερείται πόρων, και μερικές φορές πρέπει να χρησιμοποιήσει βίαια μέσα για τους απελπισμένους ή απείθαρχους μετανάστες.
Ο Mohamed Bishr, επικεφαλής του Τμήματος Καταπολέμησης της Παράνομης Μετανάστευσης (DCIM) της Τρίπολης, απέρριψε αναφορές για κακομεταχείριση και δολοφονίες, λέγοντας ότι οι μετανάστες βρίσκονται υπό κράτηση για την προστασία τους.
Πηγές: Reuters, FP