Γράφει η Στεφανία Κουντούρη
Το ξενοδοχείο «Ακροπόλ Παλλάς» επί της οδού Πατησίων είναι αναμφισβήτητα ένα δείγμα του μεσοπολεμικού αρχιτεκτονικού κινήματος του “Art Nouveau”. Ταυτόχρονα, όμως, αποτελεί και ένα χαρακτηριστικό δείγμα πολιτιστικής παρακμής. Η ιστορία του είναι μία απόδειξη ότι η δυσλειτουργία του κρατικού μηχανισμού μπορεί να αποβεί καταστροφική.
Η φωτιά του 2012 ήρθε όταν ήταν ήδη σε εξέλιξη ο διαγωνισμός που είχε προκηρυχθεί από το ΥΠΠΟ για την αναστήλωση του κτιρίου από κάποιον εργολάβο προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες των υπηρεσιών του υπουργείο στο οποίο και ανήκει. Είχαν επιτέλους ξεπεραστεί οι νομικές αγκυλώσεις που επί χρόνια δεν επέτρεπαν την έναρξη εργασιών επισκευής και τελικά αξιοποίησης του διατηρητέου.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι έχει χαρακτηριστεί νεότερο μνημείο. Μπορεί να μην είναι αρχαίο αλλά η ιστορία του είναι εξίσου σημαντική. Από την ταράτσα του, το ολλανδικό τηλεοπτικό συνεργείο κινηματογράφησε την εισβολή του τανκ στις 17 Νοέμβρη του 1973, Αυτή ήταν και η πιο πρόσφατη ιστορική στιγμή που έζησε το ξενοδοχείο Ακροπόλ Παλλάς.
Το ξενοδοχείο άνοιξε πρώτη φορά τις πόρτες του για το κοινό το 1928. Έργο του αρχιτέκτονα Σωτήρη Μαγιάση, το ΑΚΡΟΠΟΛ επί δεκαετίες θεωρούνταν σημείο αναφοράς για την κοσμική Αθήνα, ενώ το music hall του ξενοδοχείου αποτελούσε τα τελευταία χρόνια της λειτουργίας του τη σχεδόν μόνιμη καλλιτεχνική στέγη του συνθέτη Γιώργου Μουζάκη. Στο υπόγειό του λειτούργησε νυχτερινό club με την ορχήστρα του Τάκη Μωράκη.
Το 1958-1959 ο αρχιτέκτονας Σόλων Κυδωνιάτης επέβλεψε την πρώτη εσωτερική ανακαίνισή του. Ωστόσο, το κτήριο υπέστη μεγάλο πλήγμα από το σεισμό του 1981 και τελικά πέρασε στα χέρια μίας αυστριακής επιχείρησης, η οποία επρόκειτο να προχωρήσει σε μεγάλες αλλαγές. Τα σχέδια όμως αυτά έμειναν στα χαρτιά καθώς έληξε η άδεια λειτουργίας του από το ΕΟΤ. Τελικά το 1999 το ξενοδοχείο «περνά» στην ιδιοκτησία του ΥΠΠΟ μετά από σύμβαση αγοράς με την κοινοπραξία «ΑΕΞΕ Ακροπόλ – ΑΛΤΕΚ ΑΕ», μέρος της οποίας («ΑΕ Ξενοδοχειακών Επιχειρήσεων Ακροπόλ») ανήκε στον Γ. Μπατατούδη, τότε πρόεδρο του ΠΑΟΚ. Μάλιστα σύμφωνα με τη φημολογία της εποχής επρόκειτο για πώληση σκάνδαλο προκείμενου να ευνοηθεί ο επιχειρηματίας, αφού η τιμή του έφτασε τα 4,5 δις δραχμές, τίμημα αρκετά υψηλό για την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει. Τελικά το ΥΠΠΟ κατέβαλε σαν προκαταβολή 1,8 δις δραχμές που αναλογούσε στην αγορά του οικοπέδου και μετά από πολυετείς δικαστικές διαμάχες παρέλαβε ένα ερείπιο!
Από τότε, τέσσερις υπουργοί Πολιτισμού εξήγγειλαν την αποκατάστασή του. Πέρασαν 14 χρόνια, και το διαμάντι της αθηναϊκής πρωτεύουσας σαπίζει και λεηλατείται από επιτήδειους που εκμεταλλεύονται την αναποτελεσματικότητα του ελληνικού Δημοσίου.
Δυστυχώς οι καθυστερήσεις στα γρανάζια του συστήματος βρήκαν το κτήριο ανυπεράσπιστο στους βανδαλισμούς και έτσι για ακόμα μία φορά φαίνεται να περιμένει υπομονετικά την αναστήλωσή του!