Την εκτίμηση ότι η δυναμική της ανάκαμψης παραμένει ασθενής παρά την ανάσχεση της ύφεσης, διατυπώνει στη νέα έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. Επίσης αναφέρει ότι το πλέον πιθανό σενάριο είναι η Ελλάδα να προσφύγει για δανεισμό στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας για να αποφύγει τις αγορές.
Σύμφωνα με την έκθεση τα οικονομικά μεγέθη δείχνουν ότι η χώρα εισέρχεται σε ένα στάδιο σταθεροποίησης και ενδέχεται να καταγράψει μια μικρή ανάκαμψη εντός του 2014. Όμως με αυτά τα στοιχεία δεν θα υπάρξει γρήγορη και αισθητή βελτίωση της απασχόλησης και, αντίστροφα, αν η ανεργία παραμείνει σε υψηλά επίπεδα θα επηρεάσει αρνητικά, μαζί με άλλους παράγοντες, τη δυνητική παραγωγή στο μέλλον.
Προς το παρόν, οι προβλέψεις ιδίως για ικανοποιητικούς ρυθμούς μεγέθυνσης από το 2015 βαρύνονται με μεγάλες αβεβαιότητες, σημειώνεται στην έκθεση. Με άλλα λόγια, «η δυναμική της ανάκαμψης είναι ακόμα ασθενής παρά την ανάσχεση της ύφεσης».
Αυτές οι πηγές αβεβαιότητας είναι πρώτον το ζήτημα των τραπεζών που παρά τις ανακεφαλαιοποιήσεις που επιτεύχθηκαν, δεν έχει λυθεί, καθώς εκκρεμεί λύση για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία συνεχίζουν να αυξάνονται και να περιορίζουν τις δανειοδοτικές ικανότητες των τραπεζών.
Δεύτερον, οι καθυστερήσεις των μεταρρυθμίσεων μπορεί να προκαλέσουν εκ νέου άνοδο των επιτοκίων δανεισμού της χώρας. Τονίζεται ακόμα και χωρίς «μνημόνιο» η χώρα θα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό εποπτεία, αυτή των αγορών, αν δεχθούμε ότι δεν θα προσφύγει στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας – κάτι που είναι το πλέον πιθανό και θα σημάνει νέες δεσμεύσεις.
Τρίτον, οι επενδύσεις εξακολουθούν να υποχωρούν.
Τέταρτον, η δημοσιονομική εξυγίανση εξακολουθεί να είναι δρόμος μετ΄ εμποδίων.
Πέμπτον, το δημόσιο χρέος, η δυναμική του οποίου παραμένει απειλητική βαραίνει την ελληνική οικονομία και κάνει επιφυλακτικούς τους σοβαρούς εγχώριους και ξένους επενδυτές.
Όπως σημειώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού, τις δυσκολίες της επίτευξης μιας διατηρήσιμης ανάπτυξης δείχνει ανάμεσα σε άλλα η εξαγωγική άπνοια παρά τη μείωση του εργασιακού κόστους.
Μια ακόμα πηγή αβεβαιότητας είναι ότι δεν έχει επιτευχθεί κάποια ελάχιστη συναίνεση ανάμεσα στις μεγάλες πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Αυτό έχει ως συνέπεια ότι η συνέχεια σε βασικά στοιχεία της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής δεν είναι σίγουρη.