Οι προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, και η επιλογή του «εκλεκτού», ο οποίος θα αναμετρηθεί με τον Ντόναλντ Τραμπ στις εθνικές εκλογές των ΗΠΑ τον επόμενο Νοεμβρίου αναμένεται να γίνει εντός των επόμενων ημερών.
Ήδη ο Ντόναλντ Τραμπ κατέκτησε τη νίκη, και μάλιστα με διαφορά, της εσωκομματικής διαδικασίας των Ρεπουμπλικανών στην Αϊόβα, παρά τη δικαστική του περιπέτεια, την ώρα που αντίστοιχη διαδικασία στο αντίπαλο στρατόπεδο εξελίχθηκε σε «φιάσκο» λόγω της τεράστιας καθυστέρησης στην ανακοίνωση των αποτελεσμάτων.
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προβλέπεται πως θα είναι -με τεράστια διαφορά- ο νικητής της εσωκομματικής διαδικασίας των Ρεπουμπλικάνων στην Αϊόβα για την ανάδειξη του υποψήφιου της παράταξης στις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, μετέδωσαν το CNN και άλλα αμερικανικά ΜΜΕ, αφού συνάντησε πρακτικά μηδενική αντίσταση.
Οι δύο μάλλον άγνωστοι αντίπαλοι του Τραμπ στην εσωκομματική διαδικασία στην πολιτεία μετά βίας εξασφάλισαν ο καθένας το 1% των ψήφων, σύμφωνα με την ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας The New York Times, που σημειώνει ότι έχουν ήδη γίνει γνωστά τα αποτελέσματα από τα περισσότερα εκλογικά κέντρα.
Αρκετές πολιτειακές οργανώσεις των Ρεπουμπλικάνων έχουν ήδη ακυρώσει τις αντίστοιχες διαδικασίες που θα οργανώνονταν φέτος, εξαιτίας της μεγάλης υποστήριξης που απολαμβάνει ο πρόεδρος μεταξύ των μελών τους.
Από την άλλη ενισχυμένος από τις επιδόσεις του στις προκριματικές εκλογές της Άιοβα και του Νιου Χάμσαϊρ, ο Μπέρνι Σάντερς συγκεντρώνει ποσοστό 32% στην πρόθεση ψήφου μεταξύ των Δημοκρατικών ψηφοφόρων, σύμφωνα με τη μηνιαία δημοσκόπηση των Washington Post-ABC.
Ο γερουσιαστής του Βερμόντ πριν από ένα μήνα βρισκόταν πίσω από τον Τζο Μπάιντεν που είδε τα ποσοστά του να καταρρέουν τον Φεβρουάριο μετά και τις εσωκομματικές εκλογές στην Άιοβα και το Νιου Χάμσαϊρ. Ο 77χρονος πρώην αντιπρόεδρος είδε το ποσοστό του να πέφτει στο 16% στις σφυγμομετρήσεις του Φεβρουαρίου και να ακολουθεί στη δεύτερη θέση.
Αρκετά χαμηλότερα ακολουθούν ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλούμπεργκ με ποσοστό 14%, η γερουσιάστρια Ελίζαμπεθ Ουόρεν με 12% και ο Πιτ Μπούτιτζιτζ με 8%.
Ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλούμπεργκ συνέβαλε με περισσότερα από 200 εκατομμύρια δολάρια από την περιουσία του έως το τέλος του 2019 για να διεκδικήσει το χρίσμα των Δημοκρατικών στις προεδρικές εκλογές του 2020, όπως αποκαλύφθηκε μετά την κατάθεση στοιχείων σήμερα από το επιτελείο του στην Ομοσπονδιακή Εκλογική Επιτροπή.
Από το ποσό αυτό, η εκστρατεία του Μπλούμπεργκ δαπάνησε 188 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά.
Το ποσό αυτό πιθανότατα αυξήθηκε τον Ιανουάριο καθώς ο Μπλούμπεργκ συνεχίζει να αντλεί εκατομμύρια δολάρια από την περιουσία του για να πληρώνει διαφημίσεις στην τηλεόραση και τις δαπάνες της διεξαγωγής της εκστρατείας.
Ο Μπλούμπεργκ, ο οποίος έθεσε αργά την υποψηφιότητά του, δεσμεύτηκε να μην λάβει καμιά δωρεά και να χρηματοδοτήσει την εκστρατεία του από την περιουσία του που εκτιμάται σε 60 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η δημοσκόπηση είδε το φως της δημοσιότητας λίγες ώρες πριν από την αναμέτρηση που οργανώνεται στην πολιτεία της Νεβάδα κι όπου οι ψηφοφόροι των Δημοκρατικών θα αποφασίσουν το Σάββατο για το χρίσμα. Θα είναι η πρώτη τηλεμαχία της προεκλογικής αυτής εκστρατείας του δισεκατομμυριούχου Μάικλ Μπλούμπεργκ, τον οποίο κατηγορούν οι αντίπαλοί του ότι «αγόρασε» τη θέση του στην κούρσα για τον προεδρικό θώκο.
Ποια είναι η διαδικασία
Σύμφωνα με τον Lonce Bailey, Αναπληρωτή Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Shippensburg University, «οι εκλογές είναι υπόθεση των πολιτειών και των τοπικών κοινωνιών. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν παίζει ουσιαστικά κανένα ρόλο σε αυτές. Δεν τυπώνει ψηφοδέλτια, δεν διαθέτει παραβάν, δεν μετράει ψήφους. Όλα αυτά γίνονται στις πολιτείες. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αναλαμβάνει ρόλο σε θέματα ατομικών και εκλογικών δικαιωμάτων και ελέγχει, ως ένα βαθμό, τη χρηματοδότηση της εκστρατείας των υποψηφίων, αλλά ουσιαστικά οι ΗΠΑ έχουν 50 διαφορετικές πολιτείες με 50 διαφορετικά εκλογικά συστήματα. Ακόμη και εντός της ίδιας πολιτείας είναι σύνηθες να υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα εκλογικά συστήματα και τη διαχείριση της εκλογικής διαδικασίας. Το ίδιο ισχύει και για την κομματική διάρθρωση: Τα κόμματα στις ΗΠΑ δεν διαθέτουν τόσο ισχυρή εξουσιαστική δομή «από τα πάνω προς τα κάτω». Σε πολιτειακό και τοπικό επίπεδο λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό χωρίς τεράστια πίεση ή διεύθυνση από το εθνικό επίπεδο».
Έτσι η διαδικασία είναι διαφορετική για κάθε πολιτεία, έτσι τους δίνεται η ευκαιρία της ανάδειξης ζητημάτων που τους ενδιαφέρει. Τα κόμματα έχουν περισσότερους περιορισμούς σχετικά με το πότε μπορούν να διεξαγάγουν τις εκλογές, αλλά, ακόμη και έτσι, κάθε κόμμα σε πολιτειακό επίπεδο πασχίζει σκληρά να επηρεάσει τη σειρά των αναμετρήσεων για να βοηθήσει την πολιτεία του να αυξήσει την ισχύ της. Αυτό αντανακλά τη μεγάλη ποικιλομορφία στο εσωτερικό της χώρας: Η πολιτική, οι πολιτικές και η κουλτούρα είναι πολύ διαφορετικές στο Νιου Χάμσαϊρ της Ανατολικής Ακτής απ’ ό,τι στο Τέξας στη Νοτιοδυτική Ακτή.
Τι είναι οι προκριματικές εκλογές
Σύμφωνα με τον Lonce Bailey, η τοπική συνέλευση είναι ένα είδος προκριματικής εκλογής στο πλαίσιο της οποίας οι πολίτες συγκεντρώνονται μία φορά αυτοπροσώπως και, κατά κανόνα, ψηφίζουν σε μια σειρά από ψηφοφορίες. Οι τοπικές συνελεύσεις γενικά διοργανώνονται εξολοκλήρου από τα κόμματα, χωρίς να εμπλέκονται στην εκλογική διαδικασία οι πολιτείες. Η μορφή των τοπικών συνελεύσεων φθίνει παντού, καθώς οι πολιτείες μεταβαίνουν στις προκριματικές. Αυτή τη στιγμή μόνο τρεις πολιτείες και λίγες περιφέρειες εξακολουθούν να έχουν τοπικές συνελεύσεις. Οι προκριματικές ή οι απευθείας προκριματικές είναι οι πλέον συνηθισμένες. Πρόκειται για παραδοσιακές εκλογές όπου οι άνθρωποι πηγαίνουν στις κάλπες για να ψηφίσουν, οι εκλογές διενεργούνται από την πολιτειακή κυβέρνηση και οι ψήφοι καταμετρώνονται και επαληθεύονται από τις πολιτείες. Οι προκριματικές είναι πιο διαδεδομένες μεταξύ των κομμάτων και των υποψηφίων, επειδή οι κανόνες είναι περισσότερο ξεκάθαροι, είναι προβλέψιμες σε ό,τι αφορά τους όρους διεξαγωγής τους και πιο ελκυστικές για τους εκλογείς.
Ποιοι είναι οι υποψήφιοι
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πέντε βασικοί υποψήφιοι που εμφανίζονται ως διεκδικητές του χρίσματος, σε κάποιο βαθμό. Ήταν σταθερά ανάμεσα στους τρεις ή τέσσερις πρώτους στις δημοσκοπήσεις, και τώρα που διεξήχθησαν οι προκριματικές εκλογές στις δύο πρώτες πολιτείες, πλασάρονται στην πρώτη γραμμή. Σε αυτούς περιλαμβάνονται (με αλφαβητική σειρά) ο πρώην Αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν, ένας δήμαρχος από τις Μεσοδυτικές πολιτείες, ο Πιτ Μπούτετζετζ, η Γερουσιαστής Έιμι Κλόμπουτσαρ, ο Γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς και η Γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Ουόρεν. Υπάρχει ένας ακόμη ραγδαία ανερχόμενος «άγνωστος Χ», κι αυτός είναι ο πολυ-δισεκατομμυριούχος μεγιστάνας των μίντια Μάικλ Μπλούμπεργκ. Η στρατηγική του Μπλούμπεργκ είναι να χρηματοδοτήσει ο ίδιος την καμπάνια του και να κρατήσει σθεναρή στάση εναντίον του Τραμπ ως διεφθαρμένο και αποτυχημένο ηγέτη (έχει ως τώρα ξοδέψει το αστρονομικό ποσό των 250 εκατ. δολαρίων σε τηλεοπτική διαφήμιση, κι αυτό σε λίγες μόλις περιοχές της χώρας). Κλειδί αυτής της στρατηγικής ήταν η καθυστερημένη είσοδός του στην εκλογική αναμέτρηση, η παράκαμψη των πρώτων προκριματικών και η εστίαση στις πολιτείες που έρχονταν μετά τις αρχικές αυτές εκλογές (ξεκαθαρίζοντας πιθανότατα το τοπίο). Τουλάχιστον στα χαρτιά, παραμένει αουτσάιντερ, ακολουθώντας μια στρατηγική που δεν έχει δοκιμαστεί στο παρελθόν, αλλά τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις στις πολιτείες όπου διαφημίζεται ανεβαίνουν σταθερά. Προσέξτε τον λοιπόν, ξεκινώντας με την αναμέτρηση της «Σούπερ Τρίτης» στις 3 Μαρτίου.
Ιδεολογικά, πρόκειται για μια ευρεία γκάμα υποψηφιοτήτων. Από πολύ μετριοπαθείς κεντρώους, όπως η Έιμι Κλόμπουτσαρ, μέχρι πολύ αριστερούς (τουλάχιστον για τα δεδομένα των ΗΠΑ) υποψηφίους, όπως ο Μπέρνι Σάντερς, μαζί με υποψηφίους που καλύπτουν όλο το πολιτικό φάσμα. Αν προσθέσουμε και έναν πολυ-δισεκατομμυριούχο όπως ο Μάικλ Μπλούμπεργκ, έχουμε ένα ευρύ φάσμα επιλογών. Οι Δημοκρατικοί δεν έχουν απόλυτα ξεκαθαρίσει τι θέλουν και ποιος μπορεί να επικρατήσει του Τραμπ, καθοδηγούμενοι, σε μεγάλο βαθμό, από την επιθυμία να φύγει απλώς ο Τραμπ και λιγότερο από την προσήλωση σε τολμηρές προτάσεις πολιτικής.
Επί του παρόντος, οι δύο επικρατέστεροι διεκδικητές του χρίσματος φαίνεται να είναι ο Σάντερς και ο Μπούτετζετζ. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι τίποτε δεν είναι σίγουρο, βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή των προκριματικών εκλογών, και τα δεδομένα αλλάζουν διαρκώς. Ο Σάντερς και ο Μπούτετζετζ ουσιαστικά ήρθαν ισόπαλοι στις πρώτες αναμετρήσεις στην Αϊόβα και στο Νιου Χάμσαϊρ, όπου ο Σάντερς ήρθε πρώτος, με τον Μπούτετζετζ να έρχεται δεύτερος με διαφορά 1%. Λίγο πιο πίσω ήταν η μετριοπαθής γερουσιαστής Έιμι Κλόμπουτσαρ, η εκστρατεία της οποίας θεωρήθηκε κάποια στιγμή ότι αποτυγχάνει, τώρα όμως ανεβαίνει, έπειτα από αξιοσημείωτες επιδόσεις στα ντιμπέιτ των υποψηφίων. Ακολουθούν η προοδευτική Γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Ουόρεν στην τέταρτη θέση και ο Αντιπρόεδρος Μπάιντεν στην πέμπτη. Οι δύο πρώτες αυτές αναμετρήσεις είναι σημαντικές, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση, την αναγνωρισιμότητα και τη μιντιακή προβολή των υποψηφίων. Ωστόσο, πρόκειται για πολύ μικρές και ομοιογενείς πολιτείες, και οι υποψήφιοι που αυτή τη στιγμή έχουν το προβάδισμα βρίσκονται αντιμέτωποι με μεγάλες προκλήσεις ώστε να επαναλάβουν τις επιδόσεις τους στις επερχόμενες προκριματικές εκλογές.
Οι προκριματικές μεταφέρονται τώρα κυρίως στο Νότο και στη συνέχεια στη Δύση και σε άλλες περιοχές της χώρας. Εκεί έχουμε πολύ διαφορετικά δημογραφικά δεδομένα, ιδιαίτερα με όρους φυλής και εθνικότητας, κι έτσι είναι πιθανό να δούμε τα αποτελέσματα των εκλογών να αλλάζουν, ίσως ακόμη και να ανατρέπονται. Ο Τζο Μπάιντεν είναι πολύ δυνατός στο Νότο, και θα περίμενε κανείς ότι θα τα πάει καλύτερα στις επικείμενες εκλογές. Εάν όχι, αυτό θα σηματοδοτήσει πιθανότατα το τέλος της καμπάνιας του.
Τι λένε οι δημοσκοπήσεις
Πρώτα απ’ όλα, όλα είναι εξαιρετικά ρευστά, ανεξάρτητα από το τι λένε οι δημοσκοπήσεις και οι καμπάνιες. Δεύτερον, το εύρος των πιθανών αποτελεσμάτων κυμαίνεται από το να σαρώσει στις προκριματικές ο Μπέρνι Σάντερς, κερδίζοντας μια άνετη νίκη, μέχρι το ενδεχόμενο να υπάρξει τέτοιος κερματισμός ώστε ο υποψήφιος να μην εκλεγεί στις προκριματικές αλλά από την Εθνική Συνδιάσκεψη. Τρίτον, αυτή τη στιγμή αυτό που βλέπουμε να διαμορφώνεται είναι ένα πεδίο «Μπέρνι Σάντερς συν “κάποιος άλλος”». Δηλαδή ο Σάντερς ως εκπρόσωπος της αριστερής πτέρυγας του κόμματος και κάποιος από τους άλλους ως εκπρόσωπος της μετριοπαθούς πτέρυγας (τώρα είναι ο Μπούτετζετζ, αλλά θα μπορούσε να καταλήξει να είναι η Κλόμπουτσαρ ή κι ο Μπάιντεν). Τέταρτον, η καμπάνια του Μπλούμπεργκ έχει τη δυναμική να τα τινάξει όλα αυτά στον αέρα τη «Σούπερ Τρίτη». Αλλιώς, θα αποτύχει παταγωδώς όταν έρθει αυτή η εκλογική αναμέτρηση.
Μάικ Μπλούμπεργκ και Μπέρνι Σάντερς συγκέντρωσαν τα φραστικά πυρά των υπόλοιπων υποψηφίων στην χθεσινή τηλεμαχία για τη διεκδίκηση του προεδρικού χρίσματος των Δημοκρατικών
Η ατμόσφαιρα υπερθερμάνθηκε στο ντιμπέιτ των υποψηφίων για το προεδρικό χρίσμα των Δημοκρατικών, με όλους να έχουν έναν νέο στόχο επί σκηνής: τον Μάικ Μπλούμπεργκ σχολιάζει το POLITICO.
Για πρώτη φορά, μετά την αργοπορημένη είσοδό του στην προεκλογική κούρσα και έπειτα από μία διαφημιστική καμπάνια 400 εκατομμυρίων δολαρίων, ο Μπλούμπεργκ βρέθηκε αντιμέτωπος με άλλους πέντε Δημοκρατικούς, οποίοι είχαν στόχο να τον “εξολοθρεύσουν” τηλεοπτικά.
Ωστόσο, ο Μπλούμπεργκ δεν ήταν ο μόνος που συγκέντρωσε τα φραστικά πυρά των υπόλοιπων υποψηφίων.
Ο Μπέρνι Σάντερς, που προηγείται πλέον στον προκριματικό κύκλο, βρέθηκε αντιμέτωπος με ερωτήσεις που ήταν σχετικές με το πρόγραμμα γενικής πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας το οποίο προωθεί κομβικά ο ίδιος.
Ο Σάντερς βρέθηκε σε δύσκολη θέση και εξαιτίας της άρνησής του να δημοσιοποιήσει στοιχεία για την κατάσταση της υγείας του, μετά το έμφραγμα το οποίο υπέστη.
Στο μεταξύ, μία δημοσκόπηση (NBC News / Wall Street) έδειξε ότι τα 2/3 των ψηφοφόρων δεν αισθάνονται άνετα με την υποψηφιότητα ενός σοσιαλιστή για την προεδρία των ΗΠΑ.
Ωστόσο, όταν ο ίδιος ερωτήθηκε σχετικά, έδωσε έμφαση στο ότι βρίσκεται στην πρώτη θέση, ακόμη και σε αυτή την δημοσκόπηση.
“Ας μιλήσουμε για τον δημοκρατικό σοσιαλισμό. Ζούμε ήδη από πολλές πλευρές σε μία σοσιαλιστική κοινωνία. Το πρόβλημα είναι ότι, όπως ο Δρ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ μας υπενθύμισε, έχουμε τον σοσιαλισμό για τους πολύ πλούσιους και τον σκληρό ατομικισμό για τους φτωχούς,” επεσήμανε χαρακτηριστικά ο Σάντερς.