Γράφει ο Κωνσταντίνος Παντελής
Ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Vladimir Putin, υπέγραψε το Σαββατοκύριακο διάταγμα με το οποίο αναγνωρίζει τα διαβατήρια που εκδίδονται από τις δύο αυτονομιστικές κυβερνήσεις στην ανατολική Ουκρανία, κίνηση που η Ουκρανία υποστήριξε ότι θα περιπλέξει τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.
Το διάταγμα Putin ουσιαστικά αποτελεί ένα βήμα πριν από την επίσημη αναγνώριση των δύο αποσχισθεισών επαρχιών ως ανεξάρτητα κράτη. Ταυτόχρονα επιβεβαιώνει την τακτική του Κρεμλίνου ως προς την υφέρπουσα γραφειοκρατική αποδοχή των φιλο-ρωσικών αντάρτικων ομάδων που δραστηριοποιούνται στις ζώνες συγκρούσεων.
Σε άλλες περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, οι αποφάσεις της Ρωσίας να αναγνωρίσει έγγραφα που έχουν εκδοθεί από αντάρτες, όπως άδειες οδήγησης, πιστοποιητικά γάμου και πανεπιστημιακά πτυχία έχουν διαταράξει την επίλυση αντίστοιχων συγκρούσεων.
Η τελευταία αυτή απόφαση ελήφθη κατά τη διάρκεια ενός Σαββατοκύριακου οξείας κριτικής κατά της Ρωσίας στο συνέδριο ασφαλείας που διεξήχθη στο Μόναχο. Ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Mike Pence, μίλησε στο συνέδριο, υποσχόμενος να «θέσει τη Ρωσία υπόλογο» και χρησιμοποιώντας τη σκληρότερη έως τώρα γλώσσα της διοίκησης Trump για τη Ρωσία.
Δεν κατέστη σαφές εάν το διάταγμα του Putin ήταν απάντηση σε αυτή την σκλήρυνση των θέσεων, αν και οι Ουκρανοί αξιωματούχοι εμφανίζονται βέβαιοι γι’ αυτό.
Παράλληλα, ουκρανικές εθνικιστικές ομάδες έχουν αποκλείσει τρεις από τις επτά σιδηροδρομικές γραμμές που χρησιμοποιούνται για το εμπόριο μεταξύ των δύο αποσχισθεισών περιοχών και το υπόλοιπο της Ουκρανίας.
Το διάταγμα του Κρεμλίνου χρησιμοποιεί συγκεκριμένα τον αποκλεισμό αυτό ως δικαιολογία για την κίνησή του να αναγνωρίσει στους αντάρτες την έκδοση ταξιδιωτικών εγγράφων. Συγκεκριμένα, χαρακτηρίζει το διάταγμα ως “ανθρωπιστική” κίνηση που κρίνεται απαραίτητη λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι των αποσχισθεισών επαρχιών στην έκδοση Ουκρανικών διαβατηρίων και άλλων εγγράφων. Την ίδια στιγμή η Ρωσία αναγνωρίζει, πινακίδες αυτοκινήτων ανταρτών.
Ωστόσο, η ρωσική απόφαση δεν αναφέρει ρητά τις αυτονομιστικές κυβερνήσεις που υποστηρίζει, οι οποίες επιμένουν να αυτοαποκαλούνται λαϊκές δημοκρατίες του Donetsk και Luhansk. Αντ’ αυτού, η ρωσική γραφειοκρατία περιορίστηκε στο να αναφερθεί στα «όργανα που δραστηριοποιούνται στο έδαφος των εν λόγω περιοχών». Το διάταγμα προβλέπει τη λήξη ισχύος του τη στιγμή που θα υπάρξει μια διπλωματική διευθέτηση της σύγκρουσης.
Υπενθυμίζεται ότι παρόμοια μικρά γραφειοκρατικά βήματα οδήγησαν τελικά σε επίσημη αναγνώριση από τη Ρωσία των δύο αποσχισθεισών γεωργιανών περιοχών της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας, μετά τον πόλεμο του 2008.
Μιλώντας στο συνέδριο του Μονάχου, ο Πρόεδρος της Ουκρανίας, Petro Poroshenko, δήλωσε ότι το διάταγμα του Κρεμλίνου «ήταν απλά μια επιπλέον απόδειξη της ρωσικής κατοχής και των ρωσικών παραβιάσεων των διεθνών νομικών κανόνων» και υπογράμμισε ότι η χρονική στιγμή έκδοσής της, που συνέπεσε με τη διεξαγωγή του συνεδρίου ασφαλείας δεν ήταν τυχαία.
Επιπρόσθετα, έπειτα από συνάντηση που είχε με τον Αντίπρόεδρο των ΗΠΑ, Pence, ο Poroshenko είπε ότι «έλαβε ένα ισχυρό σήμα από τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι η Ουκρανία, είναι μεταξύ των κορυφαίων προτεραιοτήτων της νέας διοίκησης».
Οι υπουργοί Εξωτερικών της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ρωσίας και της Ουκρανίας ανακοίνωσαν στο συνέδριο ότι τα αντιμαχόμενα μέρη της σύγκρουσης στην Ουκρανία έχουν προχωρήσει σε μια νέα δέσμευση να τηρήσουν την κατάπαυση του πυρός, που υπογράφηκε για πρώτη φορά το 2014 και έκτοτε έχει τύχει συστηματικών παραβιάσεων.
«Έχουμε στηρίξει ενεργά την απόφαση αυτή και, προφανώς, εκφράσαμε την πεποίθηση ότι αυτή τη φορά, δεν θα πρέπει να επιτραπεί μια αποτυχία», δήλωσε ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Sergey Lavrov, ενώπιον δημοσιογράφων στο Μόναχο. Ο Lavrov πρόσθεσε ότι η νέα κατάπαυση του πυρός θα τεθεί σε ισχύ τη Δευτέρα.
Σε κάθε περίπτωση, η ανακοίνωση φάνηκε να περνάει απαρατήρητη στην ανατολική Ουκρανία, όπου μάχες κλιμακώθηκαν την Κυριακή, με τον ουκρανικό στρατό να αναφέρει 105 επιθέσεις κατά μήκος της πρώτης γραμμής.
Πηγές
Reuters
New York Times