Του Μαρκ Μπλάιθ
Οι κυνικοί θυμίζουν πως η ανάκαμψη είχε προαναγγελθεί ήδη για το τέταρτο τρίμηνο του 2010, και έκτοτε όλες οι ετήσιες εκτιμήσεις του «διεθνούς νομισματικού ταμείου» (ΔΝΤ) προέβλεπαν ανάκαμψη «ως το τέλος του έτους». Αντ’ αυτού, το ΑΕΠ σε πολλές χώρες κατέρρευσε και η ισπανική και ιταλική οικονομία αναμένεται να συρρικνωθούν φέτος άλλο ένα 2%. Η πορτογαλική λίγο παραπάνω -και η ελληνική περισσότερο από 4%.
Πέραν αυτού, η ανεργία στην ευρωζώνη έχει εκτιναχθεί σε 12% κατά μέσο όρο, με πάνω από 50% ανεργία νέων στα κράτη της περιφέρειας πράγμα που σημαίνει συνεχή αιμορραγία ταλέντων και μακροπρόθεσμη διάβρωση της φορολογικής βάσης. Παράλληλα με την κορύφωση της ανεργίας, η παραγωγικότητα της ευρωζώνης εξελίσσεται ξεκάθαρα αρνητικά.
Ακόμα πιο δηλωτικό είναι πως το δημόσιο χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 7% στην Ιταλία, κατά 11% στην Ιρλανδία, κατά 15% στην Πορτογαλία και την Ισπανία. Από τη στιγμή που στη λογική των πολιτικών λιτότητας η σταθεροποίηση και η μείωση του χρέους θεωρούντο εκ των ων ουκ άνευ όρος για την ανάκαμψη, οι κυνικοί έχουν εδώ άλλο ένα επιχείρημα.
Η επιστροφή των Αμερικανών επενδυτών που προσφέρει βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων των ευρωπαϊκών τραπεζών, οφείλεται στην απέλπιδα προσπάθεια κερδοφορίας, που με τη σειρά της βασίζεται στην υπόσχεση του προέδρου της «ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας» (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι (Mario Draghi) πως θα «κάνει ό,τι χρειαστεί» για να διασώσει το ευρώ. Όσο για το παιχνίδι της «Γκόλντμαν Σακς», όπως δήλωσε ο «γκουρού» της αγοράς ομολόγων Μπιλ Μπλέιν (BillBlain) «το πνεύμα της είναι “αγόρασε φτηνά, πούλα λιγάκι ακριβότερα και μετά κάν’την τρέχοντας”».
Στην πραγματικότητα, ως ότου περιοριστούν οι απώλειες που προκάλεσαν οι πολιτικές λιτότητας, κάθε συζήτηση περί ανάκαμψης είναι πρόωρη. Όπως φαίνεται, όλες οι χώρες που εφάρμοσαν πολιτικές λιτότητας χωρίς να επιβάλουν κούρεμα των ιδιωτών πιστωτών τους έχουν σήμερα πολύ μεγαλύτερο χρέος από ότι όταν ξεκίνησαν. Έτσι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η Ισπανία επί παραδείγματι είχε χρέος μόλις 36% του ΑΕΠ όταν ξεκίνησε η κρίση, ποσοστό που τώρα έχει σχεδόν τριπλασιαστεί και πιθανότατα να φτάσει ακόμα υψηλότερα. Πιο δηλωτικό είναι πως οι χώρες που περιέκοψανπερισσότερες κρατικές δαπάνες είναι ακριβώς οι χώρες που είδαν την αξία των ομολόγων τους να πέφτει περισσότερο -και το χρέος τους να αυξάνει δυσανάλογα.
Η εξήγηση για όλα αυτά είναι απλή: όταν μια χώρα εγκαταλείψει την νομισματική της κυριαρχία, οι τράπεζές της δανείζονται στην πραγματικότητα σε ξένο νόμισμα, κάτι που τις καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτες σε κρίσεις ρευστότητας -σαν κι εκείνη που προκάλεσε αναταραχή στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα το 2010-2011. Μην μπορώντας να τυπώσουν χρήματα για να χρηματοδοτήσουν τις τράπεζές τους ή να τονώσουν την εξαγωγική τους ανταγωνιστικότητας μέσω της υποτίμησης του νομίσματος, οι κυβερνήσεις έχουν μόνο δύο επιλογές: τη χρεοκοπία ή τη λιτότητα.
Η λογική της λιτότητας είναι πως οι περικοπές στις δαπάνες μειώνουν το έλλειμμα και το χρέος και αποκαθιστούν την εμπιστοσύνη στην οικονομία, πράγμα που με τη σειρά του βελτιώνει τη σταθερότητα και βοηθά την ανάπτυξη. Αλλά όταν οι χώρες εφαρμόζουν πολιτικές λιτότητας την ώρα που το ίδιο κάνουν οι βασικοί τους οικονομικοί εταίροι, πέφτει συνολικά η ζήτηση, και προκαλείται ύφεση σε όλες τις οικονομίες και μεγέθυνση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ.
Αλλά το πρόβλημα με τη λιτότητα της ευρωζώνης είναι πιο ριζικό: οι πολιτικοί σχεδιάζουν πώς θα αντιμετωπίσουν μια δημοσιονομική κρίση, ενώ στην πραγματικότητα αντιμετωπίζουν μια τραπεζική κρίση! Με το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα να είναι τριπλάσιο σε μέγεθος (αλλά να διαθέτει διπλάσια αναμόχλευση) σε σχέση με το αμερικανικό -και με την ΕΚΤ να μην είναι αυθεντικός δανειστής υστάτης καταφυγής, το αιφνίδιο σταμάτημα της ροής κεφαλαίων προς τις οικονομίες της περιφέρειας το 2009 προκάλεσε μια κρίση ρευστότητας που ήταν «πολύ μεγάλη για να χρηματοδοτηθεί».
Καθώς οι κάτοχοι παραγώγων σε ευρώ συνειδητοποιούσαν τι συνέβαινε, στράφηκαν στην ΕΚΤ για εγγύηση -που η ΕΚΤ δεν μπορούσε να τους παράσχει επί του προηγούμενου προέδρου της Ζαν-Κλοντ Τρισέ (Jean-Claude Trichet) που αποστολή του ήταν να διατηρήσει την… σταθερότητα των τιμών. Στη συνέχεια, οι επενδυτές επιχείρησαν να αποτιμήσουν το κόστος τυχόν διάλυσης της ευρωζώνης (και όχι το ύψος του δημοσίου χρέους των κρατών-μελών της), πράγμα που προκάλεσε ξαφνική εκτίναξη των σπρεντ.
Αυτή η αναστάτωση των χρηματαγορών προκάλεσε πανικό στους ηγέτες της ευρωζώνης, οδηγώντας τους σε λανθασμένη διάγνωση της κατάστασης -και παροχή ακατάλληλης θεραπευτικής αγωγής, που το μόνο που έκανε ήταν να οδηγήσει στην εμφάνιση νέων συμπτωμάτων της πραγματικής πάθησης. Κι ενώ η υπόσχεση του Ντράγκι, όπως ενσαρκώθηκε στο«πρόγραμμα αγοράς ομολόγων» (ΟΜΤ) της ΕΚΤ, παράλληλα με τις επιχειρήσεις της τράπεζας για μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών οικονομιών και τα προγράμματα παροχής επείγουσας ρευστότητας, «αγόρασε χρόνο» και μείωσε τα επιτόκια, η τραπεζική κρίση της ευρωζώνης παραμένει.
Οι ηγέτες της ευρωζώνης οφείλουν να αναγνωρίσουν πως οι περικοπές στις κρατικές δαπάνες είναι εντελώς άσχετες με την ισοσκέλιση των προϋπολογισμών των τραπεζών των κεντρικών κρατών της ευρωζώνης, που έχουν εκτεθεί υπερβολικά στο δημόσιο χρέος των κρατών-μελών της περιφέρειας. Έως ότου η Ευρώπη απορρίψει τη λιτότητα προς όφελος μιας αναπτυξιακής προσέγγισης, όλα τα σημάδια ανάκαμψης μπορεί να αποδειχθούν απατηλά.
* O Mark Blyth είναι πολιτικός επιστήμων
Project Syndicate via Προοδευτική Πολιτική