H ευρωζώνη φαίνεται να έχει υψηλότερες προσδοκίες από τη νέα γερμανική κυβέρνηση που θα προκύψει στις εκλογές της επόμενης Κυριακής.
Από την Αθήνα μέχρι την Λισσαβόνα και από το Παρίσι έως τη Ρώμη, οι κυβερνήσεις θέλουν από το Βερολίνο να προχωρήσει άμεσα στην τραπεζική ενοποίηση και να υιοθετήσει μια επεκτατική οικονομική πολιτική, η οποία θα στηρίξει την ανάπτυξη και θα καταπολεμήσει την ανεργία στην ευρωζώνη.
Οι Ευρωπαίοι εταίροι προσβλέπουν σε νίκη της Ανγκέλα Μέρκελ και συνεργασία της με τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι εμφανίζονται ως πιο ευρωπαϊστές από τους τωρινούς εταίρους της, τους κεντροδεξιούς Ελεύθερους Δημοκράτες.
Ωστόσο, η πιθανότητα απογοήτευσης είναι υψηλή, καθώς σύμφωνα με δήλωση της Γαλλίδας Φιλελεύθερης Ευρωβουλευτή Σιλβί Γκουλάρντ, «όποιος και να εκλεγεί, θα βρεθεί αντιμέτωπος με τα ίδια προβλήματα που αντιμετώπισε και η Μέρκελ».
Η βουλευτική κυριαρχία, η εχθρική κοινή γνώμη και η επαγρύπνηση του συνταγματικού δικαστηρίου δεν θα αφήσουν το Βερολίνο να επωμιστεί περισσότερα βάρη για να βοηθήσει άλλα κράτη μέλη.
Η ανάγκη για περαιτέρω οικονομική βοήθεια στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και ίσως την Ιρλανδία, θα προκαλέσει περαιτέρω τριβές στο Βερολίνο, ενώ παράλληλα θα υπάρξουν και αντιδράσεις για τη χρόνια πολιτική αστάθεια της Ιταλίας και την άρνηση της Γαλλίας να προχωρήσει σε φιλελεύθερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Ωστόσο, τα συμφέροντα της Γερμανίας ίσως να είναι διαφορετικά από αυτά των άλλων χωρών. Οι πιο πολλοί Γερμανοί συμμερίζονται την άποψη της Μέρκελ ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει απλά να αντιγράψουν το γερμανικό μοντέλο του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα και για λύσουν τα οικονομικά τους προβλήματα.
«Η Γερμανία θα οικοδομήσει την Ευρώπη με τους ρυθμούς της και με τους δικούς της όρους. Οι άλλοι θα πρέπει απλώς να το δεχθούν και να προχωρήσουν», αναφέρει η Ulrike Guerot του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων.
Η Γερμανία θα συνεχίσει να απαιτεί να έχει τον έλεγχο των εθνικών προϋπολογισμών προκειμένου να παρέχει την οικονομική της βοήθεια. Η πρόοδος είναι πιθανό να καθυστερήσει καθώς οι αντιλήψεις για τα αίτια και τις θεραπείες της κρίσης της ευρωζώνης εξακολουθούν να διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ της Γερμανίας και του υπόλοιπου κόσμου.