Η άμεση απόκτηση πρόσβασης στο λιγνίτη και τα νερά, δηλαδή τις πλέον οικονομικές πηγές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας βρίσκεται πλέον στην κορυφή της ατζέντας των ιδιωτών ηλεκτροπαραγωγών.
Το τίθεται το τελευταίο διάστημα με κάθε ευκαιρία και σε όλους του τόνους και ετέθη βεβαίως κατά τη συνάντηση των παραγόντων της αγοράς ενέργειας με τον Επίτροπο Γκίντερ Έτινγερ, από τον οποίο ζητήθηκε να παρέμβει προκειμένου να επιταχυνθούν οι εξελίξεις ώστε να επέλθει μια ώρα νωρίτερα ο περίφημος ανταγωνισμός που σύμφωνα με την κρατούσα αντίληψη θα μειώσει το κόστος παραγωγής και κατ΄ επέκταση τις τιμές προς τους τελικούς καταναλωτές δηλαδή τις βιομηχανίες αλλά και τους πολίτες.
Με δεδομένο βεβαίως ότι τα βήματα προς την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς, δηλαδή η αποκρατικοποίηση του δικτύου υψηλής τάσης αλλά και η δημιουργία της μικρής ΔΕΗ που θα διατεθεί προς πώληση είναι ήδη δρομολογημένα και κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι μέχρι στιγμής τουλάχιστον έχουν υπάρξει καθυστερήσεις στο χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει η κυβέρνηση, το ερώτημα που δημιουργείται είναι προς τι η πρεμούρα;
Η απάντηση είναι απλή. Είναι τα ίδια τα βήματα προς την πλήρη απελευθέρωση που ανατρέπουν τις ισορροπίες των προηγούμενων χρόνων.
Η κατάργηση από τον περασμένο Ιούλιο, του περίφημου μηχανισμού ανάκτησης του μεταβλητού κόστους, δηλαδή ενός μηχανισμού έμμεσης οικονομικής στήριξης των ιδιωτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρισμού, ο οποίος είχε υιοθετηθεί ως μεταβατικό εργαλείο στο δρόμο προς την πλήρη απελευθέρωση, έχει ως αποτέλεσμα να μην είναι πλέον συμφέρουσα η παραγωγή ρεύματος και οι ιδιωτικές μονάδες να υπολειτουργούν για να μην φορτώνονται ζημιές.
Δυστυχώς το εγχώριο πάπλωμα της αγοράς ηλεκτρισμού είναι μικρό και κάθε φορά που κάποιος το τραβάει προς την πλευρά του, μένουν κάποιου άλλου τα πόδια ξεσκέπαστα.