Οι αρχές της Δυτικής Αυστραλίας έπιασαν περισσότερους από 170 καρχαρίες, εκ των οποίων σκότωσαν τους 50, στο πλαίσιο ενός αμφιλεγόμενου προγράμματος που εφαρμόστηκε πιλοτικά και ξεκίνησε τον Ιανουάριο έπειτα από πολλές θανατηφόρες επιθέσεις εναντίον ανθρώπων, σύμφωνα με τους επίσημους αριθμούς που δημοσιεύθηκαν σήμερα.
Το πρόγραμμα επικυρώθηκε από τις τοπικές αρχές γα τις ακτές της πολιτείας της Δυτικής Αυστραλίας, μετά την καταγραφή έξι θανάτων από δάγκωμα καρχαρία τα τελευταία δύο χρόνια στα νερά της χώρας.
Οι οργανώσεις προστασίας του περιβάλλοντος διαμαρτυρήθηκαν για το πρόγραμμα, εκτιμώντας ότι είναι αντίθετο στον κανονισμό που απαγορεύει την αλιεία λευκού καρχαρία, ενός είδους το οποίο απειλείται με εξαφάνιση. Οι αρχές της πολιτείας απάντησαν ότι στόχος είναι η προστασία των λουόμενων.
Σκοινιά με δόλωμα είχαν τοποθετηθεί σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από τις πιο πολυσύχναστες ακτές της πολιτείας της Δυτικής Αυστραλίας για μια δοκιμαστική περίοδο, από τις 25 Ιανουαρίου ως τις 30 Απριλίου.
Τα στοιχεία που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα δείχνουν ότι πιάστηκαν 172 καρχαρίες, κανένας όμως λευκός, στους οποίους αποδίδονται οι περισσότερες θανατηφόρες επιθέσεις. Όσοι ήταν μεγαλύτεροι από 3 μέτρα σκοτώθηκαν, ενώ στους υπόλοιπους περίπου 90 τοποθετήθηκαν συσκευές εντοπισμού και στη συνέχεια αφέθηκαν ελεύθεροι. Το σώμα του μεγαλύτερου καρχαρία που πιάστηκε ήταν 4,5 μέτρα.
Ο υπουργός Αλιείας της πολιτείας της Δυτικής Αυστραλίας χαρακτήρισε επιτυχημένη την πολιτική αυτή, εκτιμώντας ότι θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των λουόμενων.
«Δεν θα μάθουμε ποτέ αν οι καρχαρίες που πιάστηκαν θα επιτίθονταν σε κάποιον άνθρωποι, όμως η κυβέρνησή μας θα αποδίδει πάντα μεγαλύτερη αξία στην ανθρώπινη ζωή», είπε χαρακτηριστικά ο Κεν Μπάστον.
Εξάλλου η κυβέρνηση της πολιτείας ζήτησε από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση την άδεια να συνεχίσει για τα επόμενα τρία χρόνια το πρόγραμμα αυτό, η οποία όμως απάντησε ότι δεν υπάρχει κάποια επιστημονική έρευνα που να αποδεικνύει την αποτελεσματικότητά του.