Υπογράφει ο Δημήτριος Κατσάνος*
Ο Άγιος Γεώργιος ο εκ των Ιωαννίνων, ο αθλητής και μάρτυς του Χριστού, το καύχημα των Ιωαννίνων και ο ποταμός των θαυμάτων, με την ομολογία πίστεώς του στα χρόνια που τα έσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά, αποτέλεσε το στήριγμα των ελλήνων της υπόδουλης ηπείρου στην διατήρηση της ορθόδοξης πίστεώς τους, σε πείσμα της φοβερής εκείνης εποχής.
Ο ευλογημένος Γεώργιος γεννήθηκε το 1810 στο χωριό Τσούρχλι (σημερινή ονομασία Άγιος Γεώργιος) των Γρεβενών. Οι γονείς του Κωνσταντίνος και Βασίλω, ήταν πάμπτωχοι γεωργοί. Σε ηλικία 8 ετών ο Γεώργιος έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς ενώ λίγο αργότερα προσκολλήθει σε κάποιους Αγάδες ως υπομίσθιος. Με την πάροδο του χρόνου προσελήφθη ως ιπποκόμος στην υπηρεσία του Χατζή Αβδουλάχ, ο οποίος ήταν αξιωματικός του Ιμίν πασά, υιός του Κιουταχή. Στα οχτώ χρόνια της υπηρεσίας του οι Αγαρηνοί, καθώς συνηθίζουν, τον αποκαλούσαν Γκιαούρ Χασάν. Έτσι δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ήταν Οθωμανός και όχι Χριστιανός.
Το 1836, επί ηγεμονίας του Ιμίν πασά στα Ιωάννινα ο Γεώργιος αρραβωνιάζεται την σωματικά πάμπτωχη, ψυχικά πλουσιότατη, φρόνιμη και θεόφοβο, ορφανή Ελένη. Την ημέρα λοιπόν των αρραβώνων ένας Χότζας των Ιωαννίνων, φανατικός μωαμεθανός, γνωρίζοντας τον Άγιο εκ των προτέρων με την ονομασία που τον καλούσαν (Γκιαούρ Χασάν) τον συκοφαντεί ‘’Πώς συ Τούρκος θέλεις να πάρεις Χριστιανή γυναίκα;’’. Οδηγούν λοιπόν τον ευλογημένο Γεώργιο στον καδή (δικαστή), όπου αποκρίνεται με θάρρος ‘’Όχι, Χριστιανός ήμουν και είμαι’’, σχηματίζοντας το σημείο του σταυρού.
Ο καδής αποσβολωμένος από την παρησσία του Αγίου και μη γνωρίζοντας τι να κάνει τον παραπέμπει στο βεζίρη. Εκεί παρουσιάζεται ο αφέντης του, Χατζή Αβδουλάχ, όπου και βεβαιώνει ότι ο ιπποκόμος του από αρχής ήταν χριστιανός. Έτσι καταπίπτει η συκοφαντία, απελευθερώνεται, καταγράφεται στον Κώδικα του καδή ως Χριστιανός και την επόμενη Κυριακή (παραμονή του Αγίου Δημητρίου), στεφανώνεται την Ελένη.
Εν τω μεταξύ ο αφέντης του ευλογημένου Γεωργίου, μαζί με τον τελευταίο ακολούθησε τον Ιμίνπασά στην Προύσα. Μετά από λίγο καιρό επετράπη στον Γεώργιο να επιστρέψει στα Ιωάννινα, όπου και προσελήφθη ως ιπποκόμος πλέον του Μουτεσελήμη Φιλιατών. Μετά τρεις μήνες διαμονής στις Φιλιάτες, ήλθε στα Ιωάννινα μαζί με το νέο του αφέντη περί τα τέλη του Δεκεμβρίου μηνός, ημέρα Τετάρτη. Την ίδια νύχτα γέννησε η σύζυγός του Ελένη τον υιό τους. Αναχωρώντας ο αφέντης του για Φιλιάτες άφησε προς το παρόν τον Γεώργιο στα Ιωάννινα για να χαρεί τον γιό του όπως του είχε ζητήσει ο ίδιος.
Την 7 Ιανουαρίου 1838, βάπτισε τον γιό του και χαιρόταν που είχε αξιωθεί να γίνει πατέρας. Την ερχόμενη Τρίτη πρωί κοιμήθηκε ύπνο βαθύ έως αργά το απόγευμα, όπου κατά το δείπνο αντί της υπάρχουσας συνήθειας να πει ‘’Εις το όνομα του Χριστού’’, αυτός είπε ‘’Δόξα σοι, ο Θεός’’. Την επομένη ημέρα , Τετάρτη πρωί φόρεσε τα καλά του ρούχα και καθώς φεύγοντας από το σπίτι του για να πάει στην αγορά του πλάτανου, κοντοστάθηκε στη θύρα της οικία του κοιτώντας με μεγάλη έκσταση τον γιό του, την σύζυγό του και τους άλλους συγγενείς του. Λες και να αισθανόταν ότι ήταν η τελευταία φορά που θα τους έβλεπε.
Εκεί διερχόμενος από την αγορά του πλατάνου εμφανίστηκε ο τρισκατάρατος Χότζας, ο οποίος τον είχε συκοφαντήσει στο παρελθόν και του λέει ‘’Έως πότε θα γελάς με την πίστην; Τούρκος είσαι ή Χριστιανός;’’. Ο Γεώργιος μπροστά στο μένος του Χότζα, δείλιασε ως άνθρωπος και τον παρακαλούσε να τον αφήσει. Κατά τύχη από το σημείο περνούσε και ο αδελφός της συζύγου του, Αλέξιος και έσπευσε σε βοήθεια του γαμπρού του.
Ο θόρυβος που ξέσπασε προσέλκυσε πλήθος Αγαρηνών και Χριστιανών. Εκεί κοντά όπου γίνονταν η φιλονικία για την πίστη του ευλογημένου Γεωργίου ήταν η κατοικία του Νταούτ πασά, αρχηγού των τακτικών στρατευμάτων των μωαμεθανών. Όταν οι συμπλεκόμενοι Χότζας και ο ευλογημένος Γεώργιος οδηγήθηκαν ενώπιων του πασά εκεί ο τελευταίος απεκρίθη με θάρρος λέγοντας ‘’Χριστιανός εγεννήθην, Χριστιανός είμαι και Χριστιανός αποθνήσκω’’.
Ο Γεώργιος οδηγήθηκε εκ νέου στον μιαρό κριτή Μεχκεμέν, ο οποίος θυμούμενος αυτόν από την πρώτη συκοφαντία τον ρωτά στα τούρκικα ‘’Χριστιανός είσαι συ;’’. Όταν ο Γεώργιος του απάντησε καταφατικά, του λέει ο καδής ‘’Έναν καιρό ήσουν Χριστιανός, μα τώρα είσαι Τούρκος’’. Ο Γεώργιος πλέον πετούσε στα ουράνια και αποκρίνεται στον καδή ‘’Όχι, όχι, Χριστιανός είμαι, καθώς και εσύ ο ίδιος το μαρτυρείς και με έχεις από πέρυσι καταχωρήσει εις τα χαρτιά σου. Τούρκος δεν γίνομαι. Ό,τι θέλεις κάμε’’.
Έτυχε να είναι την ώρα εκείνη παρών ένας κακόγηρος αρνησίθρησκος, ετών εβδομήκοντα, ο οποίος είπε στον ευλογημένο Γεώργιο ‘’Μπρε, εγώ είχα εβδομήκοντα χρόνους εις αυτήν την πίστην και την άφησα και έγινα μωαμεθανός’’. Ο Γεώργιος απεκκριθεί ‘’Ώ μιαρέ, αφήνω αυτούς τους αναίσχυντους και λέγω εις σεόσον διά την πίστην μου γνωρίζω, ότι είναι λαμπρότερατου ηλίου, συ δε, ώ τρισάθλιε, με ποιαν συνείδησιν εχωρίσθεις από την οικογένειά σου, όπου έχεις τρεις υιούς, και μάλιστα τον μεγαλύτερον ιερέα; Δεν επόνεσε η ψυχή σου να τους αποχωρισθείς, βρωμισμένε κακόγηρε;’’
Ώ γενναιότητα αθλητική που έδειξε ο Άγιος Γεώργιος!
Ώ ανδρεία μαρτυρική να θέλει να λάβει τον στέφανων του μαρτυρίου!
Τα γεγονότα είναι γνωστά, ο Άγιος εξετάστηκε εάν είναι περιτετμημένος χωρίς να βρεθεί τίποτα, κλείσθηκε στη φυλακή, έγιναν άκαρπες προσπάθειες από τους μωαμεθανούς για να αρνηθεί την πίστη του, δύο Βουρμπιανίτες φυλακισμένοι Χριστιανοί τον εμψύχωνανστην οδό του μαρτυρίου, άλλοι Χριστιανοί προσπαθούσαν να μεταπείσουν τους Τούρκους να τον απελευθερώσουν και τελικά τη Δευτέρα 17η Ιανουαρίου την 9η πρωινή μετετέθη στην Άνω Ιερουσαλήμ, κρεμάμενος υπό των δημίων του στο Κουρμανιό (συνοικία των Ιωαννίνων παρά το κάστρο της πόλης). Η τελευταία επιθυμία του Αγίου προς τους πέντε δήμιούς του ήταν να του λύσουν τα χέρια. Αφού του τα έλυσαν έκαμε τον σταυρό του και είπε προς τους Χριστιανούς ‘’Συγχωρήσατε μοι αδελφοί, και ο Θεός συγχωρήσει εσάς’’.
Ο Άγιος ήταν 28 χρονών, νιόπαντρος και με μωρό όταν προτίμησε να παραδώσει το πνεύμα του στον Κύριον Ιησού Χριστό, αρνούμενος να αλλαξοπιστήσει. Θαύματα πολλά συνέβησαν και συμβαίνουν ακόμη και έως σήμερα. Το μεγαλύτερο από αυτά ότι σταμάτησε ο εκτουρκισμός των Χριστιανών. Οι έλληνες με την θυσία του Αγίου Γεωργίου θάρρεψαν, αντιστάθηκαν στην αγριότητα του κατακτητή, κράτησαν την πίστη τους αναμμένη και έτσι φτάσαμε στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων την όμορφη ημέρα της 21ης Φεβρουαρίου 1913. Φανταστείτε οι χριστιανοί των Ιωαννίνων να είχαν τουρκέψει; Ποιόν θα απελευθέρωνε ο Ελληνικός Στρατός το 1913;
Ο Άγιος Γεώργιος στερεώνοντας την ορθόδοξη πίστη των σκλαβωμένων αδελφών του στα χρόνια όπου και να μιλήσεις ελληνικά διωκόσουν, πόσο μάλλον να εκτελείς τα χριστιανικά σου καθήκοντα προσέφερε τα μέγιστα στον ελληνορθόδοξο ελληνισμό. Ο Άγιος Γεώργιος εκ των Ιωαννίνων είναι ο προστάτης της Προεδρικής μας Φρουράς, ως ο μόνος φουστανελάς Άγιος.
Χρόνια πολλά στα Ιωάννινα και στην Προεδρική Φρουρά μας.
Ταις των Αγίων πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός , ελέησον ημάς, Αμήν.
*Ο Δημήτριος Κατσάνος είναι Συνταγματάρχης.