Γράφει ο Ιπποκράτης Χατζηαγγελίδης
Η πραγματική, η πιο ουσιαστική λειτουργία των εθνικών επετείων είναι ο αναστοχασμός, η αναθεώρηση με στόχο και την ανάδειξη των πραγματικών ιστορικών γεγονότων, αλλά –και κυρίως- των αληθινών αιτίων και επιπτώσεών τους. Στις πολιτισμένες χώρες, δηλαδή στη Δύση, η συζήτηση αυτή, παρ’ ότι πολύ πιο αναπτυγμένη και με τη συμμετοχή του τύπου, αλλά και μεγάλης μερίδος της κοινωνίας, έχει μάλλον ακαδημαϊκό παρά πολιτικό χαρακτήρα. Εκεί, οι κοινωνικές και πολιτικές διαφορές αφορούν το παρόν και -κυρίως- το μέλλον. Σε αντίθεση με τη χώρα μας, το παρελθόν σπανίως αποτελεί θέμα αντιδικίας σε πολιτικές συζητήσεις, πολλώ δε μάλλον η ίδια η πολιτική δεν διεξάγεται με το βλέμμα στραμμένο προς τα πίσω, ούτε η κοινωνία αναλώνει χρόνο και δυναμικό για να συζητά το παρελθόν.
Δυστυχώς, η ελληνική κοινωνία, σε μια επίδειξη ανατολίτικων επιρροών, ετεροκαθορίζεται πολιτικώς, όχι όμως από κάποιον τρίτο, αλλά από τον ιστορικό της εαυτό, φαντασιακώς θεσμισμένο αναλόγως της παρατάξεως που καθείς ανήκει, επιλογή, εν πολλοίς, του οικογενειακού του παρελθόντος και όχι συνειδητή επιλογή του ιδίου με κριτήριο την κοινωνική του θέση, τα προσωπικά του συμφέροντα αλλά και τις δικές του αρχές.
Ως εκ τούτου, ένα κείμενο με θέμα τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν τον ελληνοϊταλικό πόλεμο -δηλαδή την ανακωχή, την κατοχή, την αντίσταση και τον εμφύλιο- είναι πολιτικό είτε το θέλει ο συγγραφέας είτε όχι. Το επισημαίνω όχι επειδή δεν το θέλω, αλλά ακριβώς επειδή πρόκειται για ένα πολιτικό κείμενο. Επέλεξα να γράψω ένα πολιτικό κείμενο με αφορμή το ιστορικό παρελθόν. Το παρόν είναι η αιτία, το παρελθόν είναι η αφορμή και το μέλλον είναι ο στόχος!
Όπως, ίσως, έχετε αντιληφθεί, το άρθρο αυτό δεν έχει σκοπό να επαναλάβει συμβατικές και κατεστημένες αντιλήψεις. Χωρίς την ελάχιστη φιλοδοξία να θεωρηθεί αποτέλεσμα επιστημονικής εργασίας, θέλω σήμερα να αντιπαρατεθώ στην κατεστημένη αντίληψη περί προδοτών, δοσιλόγων, μαυραγοριτών κλπ σε αντιπαράθεση με τους αντιστασιακούς. Όχι, βεβαίως, γιατί όλοι αυτοί δεν υπήρξαν. Και συνεργάτες των κατακτητών υπήρξαν, και προδότες και μαυραγορίτες, αλλά και αντιστασιακοί. Όμως, στην κατεστημένη αντίληψη -την οποία θεωρώ επιστημονικώς ατεκμηρίωτη και προϊόν επίμονης προπαγάνδας, η οποία ουδέποτε αντιμετωπίσθηκε επί της ουσίας- προδότες και μαυραγορίτες ήταν Δεξιοί ενώ οι αντιστασιακοί ήταν Αριστεροί. Δυστυχώς, αυτή την εγκληματικώς ψευδή αντίληψη αναπαράγουν ακόμη και μη Αριστεροί και αυτή ακριβώς είναι η επιτυχία της αριστερής προπαγάνδας.
Ένας δεύτερος μύθος είναι η ίδια η Αντίσταση, δηλαδή το πραγματικό της μέγεθος και η στρατηγική της επίδραση. Μάλιστα, όταν στην κυρίαρχη -μυθολογική- αντίληψη αυτή αντιπαραβάλλεται με την ύπαρξη κατοχικών κυβερνήσεων, αλλά ακόμη και της εξόριστης κυβερνήσεως, του Ε.Σ. και του Π.Ν. που πολεμούσαν στο πλευρό των Συμμάχων, τότε ο μύθος ισοδυναμεί με καλώς κατασκευασμένο και συντηρούμενο ψέμα, μια πολιτική απάτη.
Ασφαλώς και υπήρξε Αντίσταση. Όμως, αυτή δεν ήταν μόνον της Αριστεράς. Υπήρχε ο Ε.Δ.Ε.Σ., υπήρχε και ο Ψαρρός με το 5/42, υπήρξαν και πολλές άλλες οργανώσεις -πολιτικές ή/και στρατιωτικές- που ουδεμία σχέση είχαν με την Αριστερά. Στην πραγματικότητα, η πλειοψηφία των οργανώσεων αυτών ήταν κεντρώας πολιτικής προελεύσεως. Τόσο ο Ψαρρός όσο και ο Ζέρβας, ο Πυρομάγλου και πολλοί άλλοι αντιστασιακοί ήταν πρώην στελέχη των Φιλελευθέρων, αποταγμένοι λόγω της συμμετοχής των στα βενιζελικά κινήματα του μεσοπολέμου.
Βενιζελικοί αξιωματικοί ήταν και όσοι στελέχωσαν τα περιβόητα Τάγματα Ασφαλείας, η δράση των οποίων σαφώς δεν υπήρξε τόσο σημαντική όσο η Αριστερά θέλει να διαδίδει, ενώ ουδεμία σχέση είχε με τα συμφέροντα των Γερμανών, οι οποίοι τήρησαν πολύ επιφυλακτική στάση και αρνήθηκαν κατηγορηματικώς τον εξοπλισμό τους με βαρέα όπλα. Η ίδρυση των Τ.Α. υπήρξε προϋπόθεση που έθεσε ο Ιωάννης Ράλλης για να αναλάβει την πρωθυπουργία. Ενέργεια που είχε τη σιωπηρή έγκριση της εξόριστης Ελληνικής Κυβερνήσεως, της οποίας σύνδεσμος με τον Ράλλη ήταν ο Άγγελος Έβερτ, Αστυνομικός Διευθυντής Αθηνών. Προφανής στόχος ήταν να υπάρξει μια στοιχειωδώς οργανωμένη και εξοπλισμένη στρατιωτική δύναμη ώστε, μετά την αποχώρηση των Γερμανών, να αποτραπεί η βίαιη και πραξικοπηματική κατάληψη της εξουσίας από την Αριστερά. Τα Τάγματα Ασφαλείας δεν θα είχαν λόγο υπάρξεως αν η Αριστερά δεν είχε διακηρυγμένο στόχο της την βίαιη αλλαγή του καθεστώτος (που τελικώς επιχείρησε το Δεκέμβριο του 1944) και αν με δολοφονίες όπως αυτή του Ψαρρού και πράξεις όπως η κατάδοση του Τσιγάντε στους Ιταλούς, δεν είχε δείξει τις πραγματικές της προθέσεις.
Όντως, η Δεξιά λίγο συμμετείχε στην Αντίσταση. Όμως, ελάχιστοι συνειδητοποιούν ότι αυτό συνέβη γιατί το «στελεχιακό δυναμικό» της Δεξιάς πολεμούσε στη Μέση Ανατολή και επάνδρωνε τα πλοία του Π.Ν., διατηρώντας ανέπαφη την κρατική υπόσταση της χώρας και την διεθνή της θέση, αφού μαζί της κατάφερε να έχει και τον χρυσό της Τραπέζης της Ελλάδος, βάση εγγυήσεως για την μισθοδοσία αξιωματικών, οπλιτών, ναυτών και σμηνιτών και την λειτουργία των πλοίων και αεροσκαφών. Ταυτοχρόνως, οι βενιζελικοί -απότακτοι- αξιωματικοί ήταν αυτοί που παρέμειναν στην Ελλάδα, άρα ήταν διαθέσιμοι και για οργανώσεις όπως ο Ε.Δ.Ε.Σ. και το 5/42 όσο και για τα Τάγματα Ασφαλείας. Άλλωστε, κεντρώες ήταν στην πλειοψηφία τους και οι κυβερνήσεις που διεξήγαγαν τον Εμφύλιο πόλεμο.
Στην πραγματικότητα, ο μεγάλος αντίπαλος της Αριστεράς ήταν οι δυνάμεις του Φιλελεύθερου Κέντρου, πίσω από τις οποίες στοιχήθηκε όλη η αστική Ελλάδα, αρνούμενη να κυβερνηθεί από αγράμματους και εμπαθείς μισαλλόδοξους οπαδούς του Στάλιν! Μια πραγματικότητα την οποία η Αριστερά επιμελώς απέκρυψε και αποκρύπτει, για να έχει βολικό εχθρό την Δεξιά, την οποία με ευκολία ταύτιζε με τον φασισμό, τη Μοναρχία και όποιο άλλο αρνητικό σύμβολο μπορούσε να χρησιμοποιήσει. Τότε ο φιλελευθερισμός ήταν καλός, σήμερα είναι μπαμπούλας… μόνον ο μηχανισμός του παραμυθιού και το -ανύπαρκτο- ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς παραμένουν ίδια!
Δεν τελειώνουν εδώ οι μύθοι και οι ανυπόστατες κατεστημένες αντιλήψεις. Το αυριανό κείμενο θα έχει Τσολάκογλου, δωσίλογους, συνεργάτες, μαυραγορίτες, αλλά θα έχει και την ίδια την Αντίσταση, πόσο ωφέλησε την Ελλάδα, πόσο έπληξε τους Γερμανούς, πόσο συνέβαλε στην εθνική ενότητα και πόσο στο διχασμό! Αλλά θα μιλήσουμε και για το σήμερα, αυτό που το ερμηνεύουμε μέσα από το ψέμα του παρελθόντος και καταδικάζουμε το ίδιο μας το μέλλον!