Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
Η υπόθεση των Paradise Papers αποτελεί μια πανευρωπαϊκή και παγκόσμια συζήτηση η οποία περιστρέφεται γύρω από το καθεστώς των μικρών -νησιωτικών ως επί το πλείστον- χωρών που δίνουν εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες στους επενδυτές προκειμένου να μεταφέρουν εκεί τις δραστηριότητές τους.
Τη στιγμή που υπάρχει η επιλογή στη διεθνή πρακτική για τον επιχειρηματία να κάνει τη δουλειά του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο εφόσον αυτό είναι σε νόμιμα πλαίσια, αυτό οφείλει και να πράξει.
Αυτό μας οδηγεί επαγωγικά να εξετάσουμε τη μεγαλύτερη αυταπάτη της μεταπολίτευσης που είναι το ερώτημα για το αν ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό. Θυμίζω για την ειρωνία του πράγματος οτι και ο Σνόοντεν υποκλέπτοντας την NSA υπαγόρευσε πως ότι είναι νόμιμο δεν είναι και σωστό. Σε ότι με αφορά λοιπόν, ξεκαθαρίζω οτι αυτό το ερώτημα το θεωρώ κάλπικο. Αυτό το ψευτοδίλημμα, υπήρξε κεντρική στρατηγική του ΠΑΣΟΚ προκειμένου να εκμεταλλευτεί την υπόθεση του Βατοπαιδίου και αποτέλεσε την ιδανική παγίδα στην οποία δυστυχώς η Νέα Δημοκρατία έπεφτε μέσα εδώ και δέκα χρόνια.
Η δημόσια συζήτηση έκτοτε ναρκοθετήθηκε από μια ηθικίζουσα, σε λανθάνουσα, αντίληψη για την οικονομία η οποία αντικατέστησε το νόμο ως μέτρο των συναλλακτικών ηθών και σχέσεων. Δεν αρκεί το τι λέει ο νόμος του κράτους. Πάνω από αυτόν «ίπταται» μια αόριστη και απολύτως σχετική ηθική η οποία τεντώνεται ανάλογα το τι μας βολεύει.
Αυτές οι λαϊκιστικές αηδίες έχουν διαλύσει την επιχειρηματικότητα στη χώρα, έχουν χωρίσει τη χώρα σε ελεύθερους επαγγελματίες και «ταξικά χαμηλότερους», είναι ένα πεδίο δυστυχώς, το οποίο ακριβώς μόλις τα πράγματα δυσκολεύουν γίνεται αντικείμενο λαϊκισμού. Πριν, τα μνημονιακά μέτρα ήταν κακά γιατί τα εφάρμοζαν οι διαβολικοί «νεοφιλελεύθεροι», τώρα τα ίδια μέτρα είναι πιο υποφερτά γιατί οι αριστεροί είναι πιο «ηθικοί» και δακρύζουν όταν τα νομοθετούν.
Ας πούμε όμως οτι όταν η σχετική κουβέντα αφορά πολιτικά πρόσωπα έχει ένα ενδιαφέρον. Τώρα που μιλάμε για έναν ιδιώτη όπως όλοι εμείς, που είναι το «λαβράκι»;
Συνεπώς, δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει η κ. Γκραμπόφσκι – Μητσοτάκη να απολογείται επειδή είναι παντρεμένη με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Διότι είναι προφανές πως σε άλλη περίπτωση δεν θα γινόταν καν θέμα η απολύτως νόμιμη δραστηριότητα την οποία μάλιστα τη δηλώνει και στο δημόσιο βιογραφικό της.
Να το πάω όμως ένα βήμα παραπέρα: Αν δηλαδή η κυρία Μητσοτάκη ήταν παντρεμένη την εν λόγω εποχή τι θα άλλαζε; Για μένα τίποτα. Και κανονικά για όσους σέβονται τους εαυτούς τους, επίσης. Τι πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος ο οποίος δραστηριοποιείται εμπορικά και μάλιστα με ένα διεθνές μέσο που λέγεται διαδίκτυο;
Πρέπει να τελειώνουμε με το πανηγύρι. Για εκείνον που μεταβιβάζει το POS στη Βουλγαρία ενώ προσφέρει υπηρεσίες στην Ελλάδα, υπάρχει πράγματι ζήτημα και είναι νομικό. Για κάποιον που δραστηριοποιείται διεθνώς, απολύτως νόμιμα και με διαχείριση των δύο μεγαλύτερων τραπεζών του πλανήτη θα τον κατηγορήσουμε γιατί κάνει τη δουλειά του; Αστεία πράγματα.
Αυτό το δηλητήριο της υποκρισίας όπως είπα και παραπάνω, μπήκε στη δημόσια ζωή με την υπόθεση του Βατοπαιδίου. Τότε σπηλώθηκαν υπολήψεις, καταστράφηκαν άνθρωποι ακόμα και προσωπικά. Τελικά η δικαίωση ήρθε 9 χρόνια μετά. Όχι γιατί εμείς ως κοινωνία ωριμάσαμε. Κάθε άλλο. Απλά γιατί παρά τις στρεβλώσεις και τα ευκαιριακά συμφέροντα, στο τέλος είναι η πραγματικότητα που εκδικείται τους πάντες.
ΥΓ. Διαχρονικά η ΝΔ έχει αποδειχθεί αυτοτιμωρητική και έχει μοναδικό τρόπο να διαμορφώνει συνθήκες «δίνης» εσωστρέφειας. Το μήνυμά μου στα στελέχη – ιστορικά και μη- είναι οτι το πιο απογοητευτικό από όλα είναι η ευκολία με την οποία πέφτετε σε τέτοιες παγίδες. Και στο παρελθόν και τώρα.