Τη δημοσίευση της πορείας του ΑΕΠ της ευρωζώνης για το πρώτο τρίμηνο του 2024, αναμένουν την Τρίτη οι ευρωπαίοι επενδυτές. «Τα στοιχεία για το ΑΕΠ είναι από τα πιο σημαντικά δεδομένα, λόγω των επιπτώσεων που έχει στον οδικό χάρτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τα επιτόκια», τονίζουν στη Ναυτεμπορική, παράγοντες της αγοράς.
Η συναίνεση των ειδικών που συγκέντρωσε το Bloomberg αναμένει ανάπτυξη 0,2% του ΑΕΠ της ευρωζώνης στο πρώτο τρίμηνο του έτους.
Την ίδια ημέρα θα ανακοινωθεί και δείκτης τιμών καταναλωτή της ζώνης του ευρώ, με τους ειδικούς να αναμένουν ανάκαμψη του πληθωρισμού στο 3,4% τον Απρίλιο, από 3,2% από τον Μάρτιο.
Τι θα γίνει με τα επιτόκια
Για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το ερώτημα πότε θα αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια φαίνεται να έχει απαντηθεί: Θα ανακοινώσει μείωση επιτοκίων στη συνεδρίαση του Ιουνίου, αφού ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει σημαντικά τις τελευταίες εβδομάδες και μήνες.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ και οι συνεργάτες της έχουν ήδη δηλώσει σχετικά ξεκάθαρα ότι είναι έτοιμοι να αλλάξουν τα επιτόκια, αλλά αυτή τη φορά προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Σε αυτό συμφωνεί και η πλειοψηφία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ , αλλά αρκετοί διαφωνούν για το τι πρέπει να γίνει στη συνέχεια : Πόσες ακόμη αυξήσεις επιτοκίων θα ακολουθήσουν κατά τη διάρκεια του έτους εξακολουθεί να είναι πολύ αμφιλεγόμενο, επίσης επειδή ο πληθωρισμός δεν έχει ακόμη πλήρως τιθασευτεί. «Το τελευταίο μίλι προς τον στόχο του 2% είναι πιθανό να είναι τα πιο δύσκολο και δύσβατο», τονίζουν στη «Ν» παράγοντες της αγοράς.
Ο Φάμπιο Πανέτα, ο Ιταλός Κεντρικός Τραπεζίτης και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, προειδοποιεί ότι «άσκοπες καθυστερήσεις θα μπορούσαν να μας φέρουν δυσάρεστα κοντά στο πραγματικό κατώτερο όριο σε μεταγενέστερη ημερομηνία, εάν η στασιμότητα εδραιωθεί και οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό πέσουν κάτω από τον στόχο».
Μέλος της πτέρυγας των «περιστεριών« στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ ο Πανέτα τονίζει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να είναι προσεκτική ώστε να μην βλάψει πολύ την ανάπτυξη, καθώς διατηρεί το κόστος δανεισμού υψηλό για να συγκρατήσει τον πληθωρισμό. «Η οικονομία της ευρωζώνης χρειάζεται νέα ώθηση μέσω της νομισματικής χαλάρωσης»δήλωσε ο επικεφαλής της ιταλικής κεντρικής τράπεζας σε ομιλία του στη Φρανκφούρτη την Πέμπτη.
Η αντίδραση των «γερακιών»
Από την οπτική γωνία της διευθύντριας της ΕΚΤ,Ιζαμπέλ Σνάμπελ, η πτώση του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ θα μπορούσε να είναι μια δύσκολη υπόθεση στην τελική ευθεία. «Η μεγαλύτερη ανησυχία είναι η εξέλιξη των τιμών των υπηρεσιών», είπε η Σνάμπελ. «Φαίνεται ότι υπάρχει μια αναδυόμενη συναίνεση ότι θα μπορούσαμε να βρεθούμε σε ένα αρκετά ανώμαλο τελευταίο μίλι», τόνισε η Σνάμπελ, που είναι υπεύθυνη για τη συγκεκριμένη εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής στην Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΚΤ.
Λιγότερες μειώσεις από τη Fed
Εκεί που οι προσδοκίες για λιγότερες μειώσεις επιτοκίων είναι πιο εδραιωμένες είναι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ιδέα μιας πιο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ενισχύεται πλέον μεταξύ των επενδυτών, οι οποίοι θα μετρήσουν την ομιλία του προέδρου της Federal Reserve, Τζερόμ Πάουελ,που έχει προγραμματιστεί μετά τη συνεδρίαση της Fed την 1η Μαΐου.
Στη συνεδρίαση αυτή δεν αναμένεται να αλλάξουν τα τρέχοντα επιτόκια 5,5% , αλλά ο τόνος της συνάντησης θα είναι βασικός, σε ένα πλαίσιο στο οποίο η αγορά ήδη αναμένει μόνο μία μείωση επιτοκίων στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2024.
Την εβδομάδα που ξεκινά αύριο θα γίνουν πάντως γνωστές και άλλες μακροοικονομικές αναφορές, όπως οι παραγγελίες των εργοστασίων στις ΗΠΑ ή η εξέλιξη των δεικτών μεταποίησης στην ευρωζώνη, που θα βοηθήσουν τους επενδυτές να κατανοήσουν σε ποιο βαθμό η οικονομία και οι εταιρείες αντέχουν σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων.
Το «ουδέτερο επιτόκιο»
Ένα σημαντικό σημείο αναφοράς είναι το λεγόμενο ουδέτερο ή φυσικό επιτόκιο: Το «r-star» που ψάχνουν οι κεντρικές τράπεζες. Ένα επιτόκιο που κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει εκ των προτέρων. «Ένα επιτόκιο που δεν το βλέπει το μάτι των ειδικών, αλλά το βρίσκουμε μόνο από τις επιπτώσεις του», όπως χαρακτηριστικά είπε ο Τζερόμ Πάουελ.
Το ουδέτερο επιτόκιο είναι μια θεωρητική έννοια που αναπτύχθηκε το 1898 από τον Σουηδό οικονομολόγο Κνουτ Βίκσελ (1851 -1926). Αναγνώρισε ότι για να αξιολογηθεί η πολιτική επιτοκίων είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί ένα ουδέτερο επίπεδο πραγματικών επιτοκίων. Ο Βίκσελ τόνισε την ανάγκη της διάκρισης ανάμεσα στη «φυσική» απόδοση του κεφαλαίου -δηλαδή την αύξηση της παραγωγής που θα προέκυπτε από μια επιπλέον μονάδα κεφαλαίου- από τη «νομισματική» απόδοσή του, η οποία είναι ίση με το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο.
Στη θεωρία, το ουδέτερο επιτόκιο είναι εκείνο με το οποίο η νομισματική πολιτική δεν είναι ούτε ενισχυτική, ούτε και περιοριστική για την οικονομία. Είναι το επιτόκιο που πετυχαίνει να διατηρούνται σε σταθερά επίπεδα πληθωρισμός και ανεργία. Εφόσον το βασικό επιτόκιο είναι πάνω από το ουδέτερο, η νομισματική πολιτική είναι περιοριστική, δηλαδή επιβραδύνει την οικονομία. Η νομισματική πολιτική είναι επεκτατική ή τονώνει την οικονομία εάν το βασικό επιτόκιο είναι χαμηλότερο από το φυσικό επιτόκιο. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, το ουδέτερο επιτόκιο στις ΗΠΑ ενδέχεται να έχει αυξηθεί στο 4% και περίπου στο 2,5% στην Ευρώπη. Γι’ αυτόν τον λόγο οι προβλέψεις των αναλυτών αναφέρουν ότι τα επιτόκια θα μειωθούν σε αυτά τα επίπεδα έως το τέλος του 2025. Συνεπώς, τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για χρόνια, όσο το ουδέτερο επιτόκιο θα μένει ψηλά.
ΠΗΓΗ: naftemporiki.gr