Το τέλος εποχής του φθηνού χρήματος μετά από 12 χρόνια θα σημάνει για όλους η πρώτη αύξηση των επιτοκίων του ευρώ στην οποία θα προχωρήσει την Πέμπτη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με στόχο να συγκρατήσει τον καλπασμό του πληθωρισμού.
Η πρώτη αύξηση, όπως έχει ανακοινωθεί από τις 15 Ιουνίου, θα είναι σχετικά ήπια, μόλις 0,25%, αλλά θα υπάρξει και δεύτερη μέσα στον Σεπτέμβριο. Οι αυξήσεις θα συνεχιστούν και όλο το 2023. Το πόσο υψηλότερα θα βρεθούν τα επιτόκια σε σχέση με τα σημερινά δεν είναι γνωστό. Οι αυξήσεις θα εξαρτηθούν από την πορεία του πληθωρισμού και σε δεύτερο βαθμό από τη σταθερότητα του ίδιου του ευρώ, του οποίου η αξία έχει διολισθήσει στο 1:1 με το δολάριο για πρώτη φορά από το 2002.
Ανατροπές
Η αλλαγή πορείας της νομισματικής πολιτικής της Κεντρικής Τράπεζας του ευρώ θα φέρει μια σειρά αλλαγών που θα περάσει άμεσα και από τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, αφού όλοι μας έχουμε συναλλαγές με τις τράπεζες είτε ως καταθέτες είτε ως δανειολήπτες.
Φυσικά εκείνοι που θα πρέπει να προσέξουν περισσότερο είναι όσοι έχουν ήδη δανειστεί ή σχεδιάζουν να δανειστούν από τις τράπεζες το αμέσως επόμενο διάστημα, αφού θα πρέπει να σκεφτούν και το ποσό που θα δανειστούν αλλά και τη διάρκεια για την οποία θα δανειστούν, καθώς οι λάθος αποφάσεις μπορεί να κοστίσουν ακριβά.
Οσοι έχουν ήδη δανειστεί και εξυπηρετούν ένα στεγαστικό ή καταναλωτικό δάνειο ή κάποια πιστωτική κάρτα, σε περίπτωση που τα προϊόντα αυτά είναι σε κυμαινόμενο επιτόκιο, θα δουν τι δόσεις τους να αυξάνονται σταδιακά τουλάχιστον μέχρι και το τέλος του 2023. Τούτο δε τη στιγμή που το εισόδημα των νοικοκυριών ροκανίζεται ήδη από τον υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος θα είναι μαζί μας μέχρι και το τέλος του 2023.
Το μυστικό σε αυτήν τη διαδικασία είναι ότι η αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ θα είναι σταδιακή, ενώ η αύξηση των δόσεων από την τράπεζα μπορεί να είναι «προεξοφλητική». Μπορεί δηλαδή κάποια τράπεζα να σκεφτεί να προεξοφλήσει και τη δεύτερη αύξηση επιτοκίων της ΕΚΤ τον Σεπτέμβριο άμεσα και να χρεώσει μεγαλύτερο τόκο για τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Γι’ αυτό θα πρέπει ο δανειολήπτης να παρακολουθεί στενά αν η αύξηση του επιτοκίου στη δόση του συμβαδίζει με την επίσημη αύξηση επιτοκίων στην ΕΚΤ. Τούτο ιδιαίτερα για τις πιστωτικές κάρτες, οι οποίες αν και καταναλωτικά δάνεια έχουν τα υψηλότερα επιτόκια τα οποία ακολουθούν άμεσα την αύξηση των παρεμβατικών επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Εκτός από τα νοικοκυριά, ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δείξουν και οι επαγγελματίες που έχουν «ανοιχτά» ή επιχειρηματικά δάνεια με τράπεζα. Και αυτά τα επιτόκια διαμορφώνονται ανάλογα με τη σύμβαση του δανείου. Θα πρέπει λοιπόν και σε αυτήν την περίπτωση η αύξηση των δόσεων να παρακολουθείται στενά και να ζητούνται εξηγήσεις αν οι επιπλέον χρεώσεις είναι υπερβολικές.
Δημόσιο
Μία άλλη παράμετρος της αύξησης των επιτοκίων είναι η αύξηση του δανεισμού του Δημοσίου, η οποία όμως δεν θα αλλάξει την εικόνα του δημόσιου χρέους. Από τα 355 δισ. ευρώ του χρέους, τα 242 δισ. ευρώ βρίσκονται στα χέρια των Ευρωπαίων δανειστών (ESM-EFSM) και από το 2017 είναι κλειδωμένα σε σταθερό επιτόκιο. Σε ό,τι αφορά το δανεισμό από τις αγορές, η Ελλάδα μπορεί να σταματήσει να δανείζεται για κάποιο διάστημα που τα επιτόκια είναι ψηλά. Τα ταμειακά διαθέσιμα των 39 δισ. ευρώ μπορούν άνετα να καλύψουν τη ανάγκες του Δημοσίου για τουλάχιστον 3 χρόνια.
Τι ισχύει για καταθέσεις και οι παγίδες στα νέα δάνεια
Κανονικά εκτός από τα προϊόντα δανείων θα πρέπει να αυξηθούν αντίστοιχα και τα επιτόκια καταθέσεων. Ωστόσο οι τράπεζες τα χρόνια στα οποία τα επιτόκια του ευρώ ήταν μηδενικά ή αρνητικά αποφάσισαν ότι οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου μέχρι 50.000-60.000 να έχουν μηδενικό επιτόκιο ή ένα ελάχιστο επιτόκιο της τάξης του 0,01%-0,02%. Το ίδιο και οι προθεσμιακές καταθέσεις (οι λεγόμενες κλειστές), οι οποίες σήμερα έχουν επιτόκιο από 0,02% για ποσά πάνω από 50.000 ευρώ και φτάνουν το πολύ το 0,24% για ποσά άνω των 100.000 ευρώ. Ωστόσο καλό θα ήταν να ενοχλήσετε την τράπεζά σας και να ρωτήσετε αν έχει βελτιωθεί το επιτόκιό σας, και αν όχι, τότε να αναζητήσετε ένα πιο αποδοτικό αποταμιευτικό προϊόν.
Τα νέα δάνεια
Ιδιαίτερα προσεκτικοί θα πρέπει να είναι οι δανειολήπτες νέων δανείων κάθε μορφής, και ειδικά αυτοί που θέλουν να πάρουν στεγαστικό δάνειο το οποίο εμπεριέχει μια μακρόχρονη δέσμευση και θα έχει ως υποθήκη το ακίνητο το οποίο θα αγοραστεί. Θα πρέπει να πάρετε το μικρότερο δυνατό δάνειο με σταθερό, αν είναι δυνατόν, επιτόκιο και με πολύ σαφείς όρους για τη διαδικασία και τους όρους αποπληρωμής του. Το επιχείρημα της τράπεζας θα είναι ότι ένα κυμαινόμενο επιτόκιο θα αυξηθεί μεν λόγω των αυξήσεων της ΕΚΤ, αλλά στη συνέχεια θα μειωθεί όταν τα επιτόκια του ευρώ θα μειωθούν ξανά μετά από 10-15 χρόνια. Η αλήθεια είναι ότι τα πρώτα χρόνια του κάθε δανείου ο δανειολήπτης πληρώνει σε μία δόση 70% τόκο και 30% κεφάλαιο, συνεπώς και αν τα επιτόκια μειωθούν στο μέλλον το κέρδος θα είναι από μικρό έως μηδαμινό.