Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος*
Από τις σεπτές μορφές της ορθοδοξίας μας ο άγιος-ιεράρχης Νικόλαος. Είδε το φως της ζωής περί τα τέλη του 3ου μ.Χ. αιώνα στην πόλη Πάταρα της Λυκίας. Χριστιανοί οι γονείς του, τον μεγάλωσαν με ευλάβεια και αγάπη και ενωρίς διαπίστωσαν την ξεχωριστή του έφεση, για οτιδήποτε είχε σχέση με τον χριστιανισμό.
Λέγεται ότι οι γονείς του ήταν για πολλά χρόνια άκληροι και ότι ενώ ακόμα ο Νικόλαος ήταν μωρό, δεν θήλαζε τις Τετάρτες και τις Παρασκευές, προμηνύοντας την προσήλωσή του στον ορθόδοξο τρόπο ζωής. Πολύ νέος κιόλας, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον θείο του και αρχιεπίσκοπο Νικόλαο και έκδηλη ήταν πάντοτε η έφεσή του στην αγρυπνία και την νηστεία. Με τον θάνατο των γονιών του ο Νικόλαος και αισθανόμενος αλληλέγγυος σε όλους τους φτωχούς και αναξιοπαθούντες, μοίρασε όλη την περιουσία του, για να τους ανακουφίσει. Υπήρξε απάνεμο λιμάνι και πηγή ακένωτης ηθικής θαλπωρής προς όλους τους οικονομικά αδυνάτους.
Με χαρακτηριστικό στοιχείο όλης αυτής της ενάρετης και ανθρωπιστικής συμβολής του, την σεμνότητα. Αθόρυβα και μακριά από κάθε είδους προβολή και ανταπόδοση, ο Νικόλαος ήταν τεταγμένος να υπηρετεί τον άνθρωπο. Τέτοιο υψηλό δείγμα της ηθικής του αρωγής υπήρξε η σωτηρία τριών κοριτσιών από την πορνεία στην οποία τα εξωθούσε ο πατέρας τους – ευρισκόμενος σε απόγνωση, για να μπορέσει να βιοπορίσει – παράσχοντάς τους κάθε βοήθεια για να παντρευτούν και να προσανατολιστούν στον ορθό δρόμο στη ζωή.
Αλλά εκτός από την υψηλή έκφραση της φιλευσπλαχνίας και της αλληλεγγύης του, ο άγιος Νικόλαος έκανε επίσης και πολλά θαύματα. Ένα εξ αυτών είναι η διάσωση από βέβαιο πνιγμό τόσο του ιδίου όσο και των συνεπιβατών του, κατά το ταξίδι του στους Αγίους Τόπους για να προσκυνήσει. Είχε πιάσει μεγάλη φουρτούνα που προμήνυε τον πνιγμό τους και ο άγιος, με την βοήθεια της θείας δύναμης, ηρέμησε την θάλασσα και συνέχισαν κανονικά το ταξίδι τους στα Ιεροσόλυμα. Μετά από παρέλευση χρόνου ο άγιος Νικόλαος επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τα Πάταρα. Και εξελέγη επίσκοπος, όταν με την θεία παρέμβαση, άγγελος κυρίου εμφανίστηκε στην σύνοδο των επισκόπων και τον έχρισε επίσκοπο. Έτσι ανέλαβε την έδρα του επισκόπου στην παρακείμενη πόλη των Μύρων.
Τούτα όμως ελάμβαναν χώρα κατά την περίοδο της βασιλείας του Διοκλητιανού και του Μαξιμιανού, που προέβαιναν σε απηνείς διωγμούς εναντίον των χριστιανών. Φυλακίστηκε από τους τελευταίους, χωρίς ποτέ με την ίδια ηθική ζέση και ακλόνητη πίστη, να κηρύττει τον λόγο του θεού. Όμως ανήλθε στην εξουσία ο Μεγάλος Κωνσταντίνος, που προάσπιζε τους οπαδούς του χριστιανισμού και ο Νικόλαος, ανέκτησε και πάλι την έδρα του επισκόπου. Την περίοδο αυτή ο άγιος Νικόλαος, κατέφυγε σε έναν μεγάλο αγώνα εναντίον της αίρεσης του Αρειανισμού, ενώ γνωστό έχει μείνει στην θεολογική μας ιστορία, το ράπισμα που έκανε εναντίον του Αρείου, κατά την διάρκεια της Α΄ οικουμενικής συνόδου. Για την ενέργειά του αυτή ο Νικόλαος φυλακίσθηκε σιδηροδέσμιος.
Καθώς όμως ο άγιος ήταν στο κελί του, το βράδυ τον επισκέφθηκαν ο χριστός με την Παναγία και του έδωσαν ένα Ευαγγέλιο και ένα ιερατικό άμφιο. Και το πρωί, όταν οι φύλακες πήγαν να του δώσουν φαγητό, τον βρήκαν συγκλονισμένοι να φορά τα άμφια και να διαβάζει το ευαγγέλιο. Το γεγονός αυτό γνωστοποιήθηκε στον αυτοκράτορα, που ευθύς αμέσως αντιλαμβανόμενος την θεία φυσιογνωμία του αγίου Νικολάου, του ζήτησε συγνώμη και έδωσε εντολή να τον αποφυλακίσουν. Αλλά ο άγιος Νικόλαος μαζί με την ακαταπόνητη διδασκαλία του λόγου του κυρίου, συνέχισε να κάνει και πάρα πολλά θαύματα. Παραθέτουμε μερικά εκ των πιο χαρακτηριστικών: Με την θαυματουργό παρέμβασή του στον καπετάνιο ενός πλοίου που μετέφερε σιτάρι, τον έπεισε να μεταφέρει το σιτάρι στην πόλη των Μύρων που επισκοπούσε και η οποία εμαστίζετο από την πείνα.
Διέσωσε ακόμα παρουσιαζόμενος με την βοήθεια της θείας δύναμης στον ύπνο του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου – πείθοντάς τον να τους αθωώσει – τρεις άδικα κατηγορηθέντες αξιωματικούς, οι οποίοι οδηγούντο στο εκτελεστικό απόσπασμα. Οι τρεις αξιωματικοί θέλοντας να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους, αφιέρωσαν την ζωή τους στο Χριστό και έγιναν μοναχοί. Ακόμα με τις θείες σωστικές του επεμβάσεις, ο άγιος Νικόλαος διέσωσε πολλά πλοία, που κινδύνευαν να βυθιστούν στα νερά της φουρτουνιασμένης θάλασσας. Για τούτο και ο άγιος Νικόλαος θεωρείται ο σωτήρας των ναυτικών μας.
Πολύ χαρακτηριστικό είναι εδώ και το εξής περιστατικό. Με θαυματουργό τρόπο ο άγιος μεταφέρθηκε σε ένα καράβι που ήταν έτοιμο να βουλιάξει και αφού ανέλαβε ο ίδιος το τιμόνι του, το οδήγησε σε ασφαλές λιμάνι. Επίσης κάποτε ένας ταξιδευτής έπεσε από ένα πλοίο στη θάλασσα και είπε «Άγιε Νικόλαε, βοήθει μοί». Και ο άγιος με την θαυματουργό επέμβασή του, τον μετέφερε ευθύς στο σπίτι του. Ενώ με την πολυεπίπεδη ανθρώπινη και θεολογική συμβολή του, ο ιεράρχης συντελούσε στο να αίρει τις κοινωνικές αδικίες κατά των αδυνάτων, να ομονοεί τους αντιπαρατιθέμενους και να συνδράμει αγόγγυστα τους δυστυχείς και κατατρεγμένους της περιοχής του. Σε ότι αφορά τον θάνατο του Αγίου Νικολάου, δεν έχει καταστεί σαφές το πότε ακριβώς κοιμήθηκε. Κατά μια εκδοχή απεβίωσε στις 6 Δεκεμβρίου του 330 μ.Χ. κατά μια άλλη του 345 ή του 352 μ.Χ.
Πάντως μετά τον θάνατό του, τα λείψανά του, φυλάσσονταν στην πόλη των Μύρων που επισκοπούσε και είχε ανεγερθεί ναός προς τιμήν του. Σύμφωνα με μια εκδοχή της παράδοσης ο σατανάς μεταμορφούμενος σε γριά γυναίκα, απέστειλε με ένα καράβι λάδι για τις κανδύλες του τάφου του αγίου. Πρόθεσή του ήταν μην μπορώντας να ανεχτεί την ηθική αποδοχή του αγίου, να κάψει με το σατανικό αυτό λάδι τόσο την εκκλησία, όσο και τα λείψανά του. Ο πατέρας Νικόλαος όμως, με την βοήθεια της θείας χάριτος, εμφανίστηκε στον καπετάνιο του πλοίου, που μετέφερε, το λάδι και τον έπεισε να το ρίξει στη θάλασσα, κάτι το οποίο και έπραξε. Το λάδι τότε που ήταν υπό την επήρεια του σατανά, μόλις ήλθε σε επαφή με την θάλασσα πήρε φωτιά και άρχισε να στροβιλίζεται.
Τα λείψανα του Αγίου Νικολάου μεταφέρθηκαν από τους σταυροφόρους, που συμμετείχαν στην πρώτη σταυροφορία, στο Μπάρι της Ιταλίας το 1087 μ.Χ. όπου και φυλάσσονται μέχρι σήμερα. Και τιμάται η μνήμη του Αγίου Νικολάου ισάξια, τόσο από την Ορθόδοξη εκκλησίας μας, όσο και από την Καθολική. Για τους καθολικούς ο Άγιος Νικόλαος θεωρείται ο προστάτης των παιδιών – ειδικά των ορφανών – και συνιστά για αυτούς τον γνωστό μας Santa Claus-Saint Nicolas.
Στον ορθόδοξο κόσμο θεωρείται μέγας προστάτης των ναυτικών, όπως προαναφέραμε, ενώ οι Ρώσοι που διακρίνονται για το πολύ δυνατό θρησκευτικό τους-ορθόδοξο συναίσθημα, τον θεωρούν προστάτη της γεωργίας. Η εκκλησία μας τιμά την μνήμη του Αγίου Νικολάου, κάθε χρόνο στις 6 Δεκεμβρίου.
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων