Αντιμέτωπη με μια νέα οικονομική κρίση βρίσκεται η παγκόσμια οικονομία μετά τον πόλεμο που κήρυξε κι επίσημα η Ρωσία στην Ουκρανία τα ξημερώματα της Πέμπτης.
Η απόφαση του Βλαντιμίρ Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία εκτίναξε τις τιμές των καυσίμων στα ύψη από τις πρώτες κιόλας ώρες της Πέμπτης, με το Brent να ξεπερνά τα 100 δολάρια το βαρέλι από τα 97 που ήταν τις προηγούμενες μέρες, ενώ το φυσικό αέριο κατέγραψε εκρηκτική άνοδο άνω του 30%, γύρω στα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα από τα 83 ευρώ που κινείτο την Τετάρτη.
Αλλωστε, οι αναλυτές προειδοποιούσαν τις προηγούμενες μέρες ότι σε περίπτωση πολέμου η τιμή του πετρελαίου θα έφτανε τα 150 δολάρια το βαρέλι, δημιουργώντας ντόμινο επιπτώσεων στις τιμές των πρώτων υλών και των τροφίμων και μάλιστα σε μία περίοδο που οι τιμές τους βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 ετών.
Οπως αναφέρει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο διευθύνων σύμβουλος της αλυσίδας σούπερ μάρκετ «Μασούτης» και πρόεδρος της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, Γιάννης Μασούτης, «το ύψος των ανατιμήσεων θα εξαρτηθεί από το νέο πακέτο κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη Ρωσία».
Αναλύσεις
Σύμφωνα με τους αναλυτές, ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη για την αγορά σιτηρών θα είναι αν η Δύση αποφασίσει να επιβάλει εμπάργκο στις εξαγωγές ρωσικού σιταριού, καθώς η χώρα αντιπροσωπεύει περίπου το 20% του παγκόσμιου εμπορίου σιταριού, σύμφωνα με αναλυτές της ING.
Επιπλέον, οι κυρώσεις σε άλλα πεδία της οικονομικής δραστηριότητας της Ρωσίας, όπως οι τράπεζές της, θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο εμπόριο εμπορευμάτων της χώρας. «Οι κυρώσεις κατά χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (και πιθανώς ακόμη και η αποκοπή της Ρωσίας από το σύστημα SWIFT) θα μπορούσαν να κάνουν το εμπόριο πιο δύσκολο», σημείωσαν σε πρόσφατη έκθεσή τους οι αναλυτές της ING.
Παράλληλα, σύμφωνα με έκθεση της JP Morgan, επιβολή κυρώσεων ή διαταραχές στη ροή των εξαγωγών σιτηρών θα μπορούσαν να οδηγήσουν την τιμή του σιταριού έως και τα 11 δολάρια, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008, ενώ του καλαμποκιού να φτάσει στα 8 δολάρια, ένα βήμα από το ιστορικό υψηλό.
«Είναι πρόωρο να μιλάμε στην παρούσα φάση για αυξήσεις τιμών, καθώς δεν πρόκειται για ένα φαινόμενο που θα επηρεάσει μόνο την Ελλάδα, αλλά την παγκόσμια οικονομία. Παρακολουθούμε με αγωνία τις εξελίξεις και πώς θα επηρεαστούν οι τιμές στα σούπερ μάρκετ», δηλώνει χαρακτηριστικά ο κ. Μασούτης.
Ειδικά για τα αγροτικά προϊόντα, οι τιμές των οποίων έχουν ήδη αυξηθεί σημαντικά λόγω της ενεργειακής κρίσης, εκτιμάται ότι με την κλιμάκωση της έντασης θα καταγράψουν νέο ράλι ανόδου. Σύμφωνα με εκπροσώπους των αγροτών, ενδεχόμενη εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου και του ρεύματος δεν αποκλείεται να οδηγήσει αρκετούς αγρότες στην απόφαση να εγκαταλείψουν τις καλλιέργειές τους, γεγονός που μπορεί να φέρει ελλείψεις στην αγορά και κατ’ επέκταση και νέες ανατιμήσεις σε φρούτα και λαχανικά.
Επιπλέον, η Ρωσία αποτελεί κορυφαίο εξαγωγέα σιταριού παγκοσμίως, ενώ η Ουκρανία συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγαλύτερων χωρών στις εξαγωγές σιταριού και καλαμποκιού – έχοντας, μάλιστα, λάβει στο παρελθόν και το χαρακτηρισμό «σιτοβολώνας» της Ευρώπης.
Ηδη, το προηγούμενο διάστημα, υπό τον φόβο της ρωσο-ουκρανικής σύρραξης, οι τιμές των αγροτικών εμπορευμάτων ακολουθούσαν την ανιούσα, ενώ η διακοπή των εξαγωγών εκτιμάται ότι θα επιδεινώσει τον πληθωρισμό των τροφίμων.
Προβληματισμός
Σύμφωνα με το Δελτίο Τιμών Αγροτικών Προϊόντων για τον Φεβρουάριο που εξέδωσε η Τράπεζα Πειραιώς πριν ακόμα ξεσπάσει ο πόλεμος, σημαντικά κέρδη καταγράφουν η σόγια, το ρύζι, το σιτάρι, το καλαμπόκι, τα βοοειδή, το βαμβάκι, ενώ απώλειες είχαν η ζάχαρη και ο χυμός πορτοκαλιού. «Η πρόσφατη κρίση στις ρωσο-ουκρανικές σχέσεις και το ενδεχόμενο κλιμάκωσής της προβληματίζουν έντονα την αγορά, καθώς παρατείνει την πίεση στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, αλλά και η επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση σύρραξης δύναται να εκτοξεύσει τις τιμές, κυρίως των σιτηρών (σιτάρι, σόγια, καλαμπόκι), σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα. Για το σιτάρι, η χαμηλότερη παραγωγή και τα μειωμένα αποθέματα δύναται να επιδράσουν θετικά στην τιμή του. Οι ανησυχίες που σχετίζονται με την προσφορά προβλέπεται να ενισχύσουν περαιτέρω την τιμή της σόγιας. Οι καιρικές συνθήκες, οι διαταραχές στις προμήθειες και η σταθερή ζήτηση για αιθανόλη πιθανά να συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις τιμές του καλαμποκιού. Για το βαμβάκι, οι σχετικά περιορισμένες προμήθειες και η ισχυρή ζήτηση δύναται να συνεχίσουν να επιδρούν θετικά στην τιμή του», επισημαίνεται.
Ειδικά, δε, για το καλαμπόκι, σημειώνει ότι μια συνεχής και παρατεταμένη διαμάχη στις διμερείς σχέσεις Ρωσίας-Ουκρανίας θα μπορούσε να είχε σημαντικές επιπτώσεις, όπως ελλείψεις βασικών λιπασμάτων και πρώτων υλών στην παραγωγή, πιθανή διακοπή της εφοδιαστικής αλυσίδας, εκτίναξη των διεθνών ενεργειακών τιμών, ενισχύοντας, σημαντικά, τις τιμές του μεσοπρόθεσμα.
Μάλιστα, δεδομένου ότι η Ουκρανία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους προμηθευτές -τον τέταρτο συγκεκριμένα- της ευρωπαϊκής αγοράς σε δημητριακά, ηλιέλαιο, ελαιοκράμβη, άλευρα και καλαμπόκι, που χρησιμοποιείται ως ζωοτροφή στην κτηνοτροφία, θεωρείται βέβαιο ότι θα οδηγήσει στα ύψη τις τιμές των πρώτων υλών και κατ’ επέκταση και τις τελικές τιμές των προϊόντων που εισάγονται στην Ελλάδα, όπως είναι το χοιρινό και το βόειο κρέας, το αλεύρι, τα ζυμαρικά και άλλα τρόφιμα.
Η Ευρώπη δεν κινδυνεύει από επισιτιστική κρίση
Σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Πρεσβείας της Ελλάδος στο Κίεβο για το 2020, η χώρα μας εισήγαγε από την Ουκρανία σόγια αξίας 44,2 εκατ. ευρώ, σιτάρι και σιμιγδάλι ύψους 16,9 εκατ. ευρώ και έλαια ηλιοτροπίου ή βαμβακιού αξίας 10,36 εκατ. ευρώ.
Από την άλλη, κάποιοι αναλυτές ξεκαθαρίζουν ότι η Ευρώπη και κατ’ επέκταση και η Ελλάδα δεν κινδυνεύει από επισιτιστική κρίση, καθώς η Ε.Ε. είναι ένας από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς τροφίμων και η Ουκρανία, αν και σημαντικός εμπορικός εταίρος, αποτελεί μόλις το 4,9%των συνολικών εισαγωγών αγροδιατροφής της Ε.Ε.
Σε κάθε περίπτωση, στελέχη της αγοράς υπογραμμίζουν ότι αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να εκτιμηθούν η ένταση και η διάρκεια των ανατιμήσεων, ωστόσο το σίγουρο είναι ότι αυτοί που θα κληθούν να πληρώσουν και πάλι το «μάρμαρο» του γεωπολιτικού παιχνιδιού της Ρωσίας θα είναι οι καταναλωτές.