“Αγοραστής” των ελληνικών συστημικών τραπεζών παραμένει η Eurobank Equities βλέποντας περαιτέρω περιθώρια ανόδου στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών καθώς, όπως τονίζει, συνεχίζουν να αποτελούν μία συναρπαστική επενδυτική ευκαιρία.
Μετά από την υποαπόδοση που σημείωσαν οι μετοχές των ελληνικών συστημικών τραπεζών τον Μάρτιο (>15%), η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση του discount σε όρους λογιστικής αξίας P/TBV έναντι των τραπεζών της περιφέρειας σε άνω 20% λόγω ανησυχιών σχετικά με την ευαισθησία τους στον κύκλο μείωσης των επιτοκίων και την αβεβαιότητα σχετικά με το μέγεθος των μερισμάτων που θα διανείμουν, πλέον έχουν ανακάμψει σε σημαντικό βαθμό ακολουθώντας την ανοδική κίνηση των μετοχών των ευρωπαϊκών τραπεζών, ωστόσο παραμένουν σε σημαντικό discount άνω του 20%.
Με P/E στο 6,2x για το 2024 και P/TBV στο 0,77x, υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω ανοδική πορεία κατά την άποψη της Eurobank Equities, ειδικά καθώς οι τρέχουσες τιμές δεν αντικατοπτρίζουν την ανθεκτικότητα των εσόδων, τη σημαντική δυνατότητα στο μέτωπο του κεφαλαίου (με πλεονάζον κεφάλαιο >4 δισ. ευρώ) και τη βελτιωμένη ποιότητα του ενεργητικού.
Έχοντας αυτά υπόψη, η χρηματιστηριακή πιστεύει ότι ο συνδυασμός ακόμα συντηρητικών εκτιμήσεων (RoTE για το 2025 στο 12%), ελκυστικών αποτιμήσεων και επερχόμενων καταλυτών (αποκατάσταση μερισμάτων, περαιτέρω αναβαθμίσεις κερδών) συνιστούν μια συναρπαστική ευκαιρία.
Ως εκ τούτου, επαναλαμβάνει τη σύσταση “buy” διατηρώντας τις τιμές-στόχους για όλες τις ελληνικές τράπεζες, με την Πειραιώς να παραμένει η κορυφαία επιλογή της. Σημειώνεται πως η τιμή-στόχος για την Alpha Bank είναι στα 2,41 ευρώ, για την Εθνική Τράπεζα στα 10,37 ευρώ και για την Τράπεζα Πειραιώς στα 5,4 ευρώ.
Ισχυρά αποτελέσματα
Οι ελληνικές τράπεζες ξεκίνησαν τη χρονιά με ισχυρά αποτελέσματα πρώτου τριμήνου, με τα προσαρμοσμένα καθαρά κέρδη να παραμένουν σταθερά σε τριμηνιαία βάση στα 1,26 δισ. ευρώ και να εκτοξεύονται κατά 45% σε ετήσια βάση, υπερβαίνοντας τόσο τις εκτιμήσεις της Eurobank Equities όσο και της αγοράς κατά περισσότερο από 10%, ως αποτέλεσμα των ανθεκτικών καθαρών επιτοκιακών εσόδων NII και του χαμηλότερου από του αναμενόμενου υποκείμενου κόστους κινδύνου CoR (στις 64 μ.β έναντι 77 μ.β).
Πιο αναλυτικά, τα NII σε επίπεδο κλάδου αυξήθηκαν κατά 15,5% σε ετήσια βάση το α’ τρίμηνο, υποχωρώντας μόλις 2,6% σε τριμηνιαία βάση μετά από το ρεκόρ του δ΄ τριμήνου του 2023, όπως σημειώνει η χρηματιστηριακή, με τη Eurobank να δείχνει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα διατηρώντας επίπεδα τα NII και NIM (καθαρά επιτοκιακά περιθώρια).
Η επίδοση στο μέτωπο των NII οφείλεται σε μια συρροή παραγόντων, όπως η εποχικότητα, το υψηλότερο κόστος αντιστάθμισης, η εμπροσθοβαρής στρατηγική έκδοσης senior preferred τίτλων και η εποχιακά ασθενής πιστωτική επέκταση (0,1 δισ. ευρώ), που υπεραντιστάθμισαν τα ανθεκτικά περιθώρια κέρδους των πελατών (-5 μ.β σε τριμηνιαία βάση) καθώς και το χαμηλό beta καταθέσεων (16%).
Σε επίπεδο προβλέψεων κερδών, τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου ήταν σχεδόν αμετάβλητα σε τριμηνιαία βάση (και αυξήθηκαν κατά 23% σε ετήσια βάση), με την Εθνική και τη Eurobank να ξεχωρίζουν ως πιο ανθεκτικές. Τα αποτελέσματα ενισχύθηκαν επίσης από τις χαμηλότερες από τις αναμενόμενες λειτουργικές δαπάνες (πτώση 7% σε τριμηνιαία βάση), που αντιστάθμισαν τη μικρή τριμηνιαία μείωση των βασικών εσόδων.
Όσον αφορά τις αποδόσεις, η Eurobank και η Εθνική κατέγραψαν το υψηλότερο ετήσιο RoTE με 20% και ακολουθούν η Πειραιώς με 16,4% και η Alpha με 12,9%. Τα εποπτικά κεφάλαια σημείωσαν επίσης υψηλότερα επίπεδα, με τον μέσο δείκτη fully loaded CET1 να φτάνει στο 16,1%, σημειώνοντας βελτίωση κατά 40 μονάδες βάσης σε τριμηνιαία βάση, ενισχύοντας τη δημιουργία οργανικού κεφαλαίου και τα σταθερά RWA. Πάντως, όπως σημειώνει η χρηματιστηριακή, οι ελληνικές τράπεζες δεν επικαιροποίησαν το guidance τους επιλέγοντας να περιμένουν μέχρι να αξιολογηθούν οι τάσεις του δεύτερου τριμήνου.
Καθαρότεροι ισολογισμοί, ανθεκτικά spreads δανείων και χαμηλό beta καταθέσεων στηρίζουν τη σταθερότητα της κερδοφορίας
Όπως σημειώνει Eurobank Equities, το πρώτο τρίμηνο έδειξε βελτιωμένη ποιότητα ενεργητικού με ελάχιστο σχηματισμό NPE πριν από διαγραφές και ανόργανες ενέργειες, μειώνοντας τον δείκτη NPE στο 4,0% από 4,2% στο τέλος του 2023.. Το υποκείμενο κόστος κινδύνου CoR του κλάδου διαμορφώθηκε σε 64 μονάδες βάσης, κάτω από το μέσο guidance του 2024 και την εκτίμηση της χρηματιστηριακής για 75 μονάδες βάσης για το πρώτο τρίμηνο.
Παρά το χαμηλότερο CoR από το αναμενόμενο, και το de-risking του ισολογισμού που επιτεύχθηκε που δείχνει ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι καλά προετοιμασμένες για ένα πιο δύσκολο πιστωτικό περιβάλλον, η Eurobank Equities διατηρεί τις εκτιμήσεις της.
Όσον αφορά τη δυναμική της τιμολόγησης, τα spreads δανείων και τα beta καταθέσεων ήταν επίσης καλύτερα από τα αναμενόμενα, με μείωση κατά 5 μονάδες βάσης στα spreads δανείων σε τριμηνιαία βάση (έναντι 20 μονάδες βάσης μείωσης που υπολογίζεται για το σύνολο του 2024) και τα beta καταθέσεων να διαμορφώνονται στο 16% έναντι 20% που είναι η εκτίμηση για το 2024, δίνοντας έτσι περιθώρια για υψηλότερες εκτιμήσεις ΝΙΙ για το σύνολο του έτους.
Πηγή capital.gr