Τι ρόλο έπαιξε η τεράστια έκρηξη του ηφαιστείου Ταμπόρα, στη σημερινή Ινδονησία, τον Απρίλιο του 1815, στο ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821; Λειτούργησαν ως επιταχυντές κοινωνικών διεργασιών το «έτος δίχως θέρος» του 1816 και όσα σκοτεινά και παγωμένα έτη ακολούθησαν για να λάμψει το φως της επανάστασης;
Μια επιστημονική εργασία του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών, η οποία βρίσκεται υπό δημοσίευση σε έγκυρο επιστημονικό περιοδικό, έρχεται να φωτίσει το πώς η έκρηξη του ηφαιστείου Ταμπόρα το 1815 (ίσως η μεγαλύτερη της καταγεγραμμένης Ιστορίας) προκάλεσε καταστροφή και μεγάλη μείωση των καλλιεργειών τις επόμενες χρονιές, με αποτέλεσμα απότομη επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των πληθυσμών –και των υπόδουλων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία–, «διευκολύνοντας» και το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821.
Ο ρόλος μεγάλων κλιματικών διαταραχών στην πορεία των κοινωνικών εξελίξεων, ακόμα και στην έκρηξη επαναστάσεων και στην κατάρρευση δυναστειών, μελετάται τα τελευταία χρόνια από ιστορικούς, παλαιοκλιματολόγους και επιστήμονες της κλιματικής αλλαγής. «Η Ελληνική Επανάσταση προετοιμαζόταν πολλές δεκαετίες πριν από το ξέσπασμά της. Μέσα σε αυτό το κλίμα της ανάγκης απελευθέρωσης από τον οθωμανικό ζυγό, συνέβησαν ορισμένα σημαντικότατα περιβαλλοντικά γεγονότα τα οποία ξεχείλισαν το ποτήρι της δίψας για την ελευθερία. Σε αυτό συνέβαλε η φοβερή φτώχεια που ενέσκηψε στις τελευταίες δεκαετίες του 18ου και στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα από εκρήξεις μεγάλων ηφαιστείων, από τα μοναδικά συμβάντα στην ιστορία του πλανήτη μας. Για την Ελληνική Επανάσταση, καθοριστική ήταν η έκρηξη του ηφαιστείου Ταμπόρα το 1815, η οποία οδήγησε σε τεράστιες περιβαλλοντικές αλλαγές σε όλη την Ευρώπη και ευρύτερα», λέει στην «Κ» ο Χρήστος Ζερεφός, γενικός γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και Εθνικός Εκπρόσωπος για την Κλιματική Αλλαγή.
«Ανατρέχοντας στα ιστορικά κείμενα, αλλά και στις ελάχιστες παρατηρήσεις και μετρήσεις που υπήρξαν τότε, προκύπτει μια ψυχρή περίοδος, η οποία παρέτεινε την προηγηθείσα πολύ κρύα περίοδο που είχε πλήξει την Ευρώπη τους προηγούμενους αιώνες. Αυτή η περίοδος έχει ονομαστεί “μικρή παγετώδης” και διήρκεσε περίπου από την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Κατά την προεπαναστατική περίοδο οι τιμές των σιτηρών στο χρηματιστήριο του Λονδίνου ανέβηκαν κατακόρυφα ως αποτέλεσμα της μείωσης της σιτοπαραγωγής. Οι ζημιές σε όλα τα αγαθά ήταν μεγάλες, ξεκινώντας από το παγκόσμιο εμπόριο βαμβακιού. Οι ραγιάδες όχι μόνο δεν είχαν ελευθερία, όχι μόνο έπρεπε να κρύβουν τα παιδιά και τις γυναίκες από την αρπαγή για τα σκλαβοπάζαρα, αλλά αντιμετώπιζαν και φτώχεια και σιτοδεία. Οι τιμές του σίτου κάλπαζαν, για να φθάσουν σε επίπεδα απαγορευτικά για τους φτωχούς».
Η έρευνα της Ακαδημίας
Στο Κέντρο Ερεύνης Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών εκπονείται σχετική έρευνα, με επόπτη τον κ. Ζερεφό, ερευνητές τους Ι. Καψωμενάκη και Σ. Σολωμό, καθώς και εξωτερικούς συνεργάτες, όπως η καθηγήτρια Ε. Ξοπλάκη και ο καθηγητής J. Luterbacher (Γερμανία – Ελβετία), η καθηγήτρια Φ. Κουντούρη (Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών), ερευνητές από το Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών, όπως ο Γ. Καλπαδάκης, και από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπως ο Δ. Βολουδάκης, μαζί με τους ακαδημαϊκούς Χ. Μαλτέζου και Π. Κιτρομηλίδη. Στη μελέτη αναδεικνύεται πως ο παράγοντας αποσταθεροποίησης του κλίματος από φυσικά αίτια, και συγκεκριμένα από τα ηφαίστεια Λάκι της Ισλανδίας και Ταμπόρα, έδρασε ως επιταχυντής του ξεσπάσματος της Επανάστασης.
Η ερευνητική ομάδα μελέτησε την αξία του σίτου στο χρηματιστήριο του Λονδίνου κατά την περίοδο 1751-1850, όπου καταγράφεται σημαντική αύξηση των τιμών στα χρόνια πριν από την Ελληνική Επανάσταση. «Ταυτόχρονα, όπως βλέπει κανείς από τις θερμοκρασίες αλλά και την παραγωγή του σίτου, από μοντέλα που έχουμε σήμερα δημιουργήσει για να προσομοιάσουμε τη σιτοπαραγωγή, προκύπτει η σημαντική μείωση της θερμοκρασίας στην Ευρώπη τα χρόνια που ακολούθησαν την έκρηξη του Ταμπόρα και η εμφάνιση μεγάλης σιτοδείας στους βασικούς σιτοβολώνες τής τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ιδιαίτερα της περιοχής των Βαλκανίων», υπογραμμίζει στην «Κ» ο γενικός γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών.
Το κλίμα εκείνης της εποχής
«Η προηγηθείσα έκρηξη στο Λάκι της Ισλανδίας το 1783-1784, η μεγάλη έκρηξη στη Νότιο Αμερική ενός αγνώστου ηφαιστείου (βρέθηκαν “στοιχεία” του στον… Βόρειο Πόλο) και η τελική αιτία της αποσταθεροποίησης του κλίματος και της σιτοδείας το 1815, δημιούργησαν εφιαλτική φτώχεια, η οποία αθροίστηκε στο υπόβαθρο της εξαθλίωσης των Ελλήνων που τόσο χαρακτηριστικά περιγράφεται στο έργο του Pouqueville “Histoire de la régénération de la Grèce”. Βασική αιτία της σιτοδείας υπήρξε η σκίαση του φωτός και η μείωση της φωτοσύνθεσης στους βασικούς σιτοβολώνες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Εκτιμήσεις παλαιοκλιματικών μοντέλων που αναπτύσσουμε στο Κέντρο Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών δείχνουν ότι η σκίαση του Ηλίου έφθασε μέχρι και 25%, ενώ παράλληλα η θερμοκρασία έπεσε έως και κατά 2 βαθμούς Κελσίου τη χρονιά μετά την έκρηξη του Ταμπόρα, με αποτέλεσμα τη μείωση της σιτοπαραγωγής έως και κατά 25% στους μεγαλύτερους σιτοβολώνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με συνέπεια οι τιμές του σίτου στο χρηματιστήριο του Λονδίνου να αυξηθούν έως και κατά 150%», σημειώνει ο κ. Ζερεφός. «Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στα μελλοντικά ιστορικά συγγράμματα σχετικά με την Ελληνική Επανάσταση ότι ο ηρωισμός των Ελλήνων στον αγώνα τους για την απελευθέρωση έγινε και κάτω από αντίξοες κλιματικές συνθήκες, και κυρίως σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Τα μεγάλα κατορθώματα που επετεύχθησαν από τον ελληνικό λαό αξίζουν ακόμα περισσότερο τον θαυμασμό μας, ως μοναδικά παραδείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας, που θυμίζουν πράγματι εποχές σαν εκείνες των Θερμοπυλών και της Σαλαμίνας».