Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Μ’ αυτά και μ’ αυτά «καβατζάραμε» τον Μάιο πάλι, έχοντας περάσει όλους τους μήνες του 2017 διαπραγματευόμενοι. Δεν θα ήταν δίκαιο να πει κανείς πως γι’ αυτό ευθύνεται αποκλειστικά η κυβέρνηση. Άλλωστε, με όλα αυτά που έχουν δει το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα, η παρατεταμένη κωλυσιεργία του ΔΝΤ, ακόμα και μετά τη συμφωνία της 7ης Απριλίου οδήγησε σε περισσότερο χαμένο χρόνο.
Έχουμε φτάσει όμως στο σημείο καμπής. Οι εξελίξεις είναι λίγο έως πολύ προβλεπόμενες. Η τεχνική συμφωνία θα ολοκληρωθεί, τα μέτρα θα σχηματοποιηθούν σε νομοσχέδια και αυτά θα έρθουν στη Βουλή μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες. Παράλληλα, στο παρασκήνιο βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη συζητήσεις για τα πρωτογενή πλεονάσματα και το ζήτημα του χρέους, το οποίο είναι και προαπαιτούμενο για το QE. Εκτιμάται ότι στο Eurogroup της 22ας Μαϊου θα έχουμε κάποια ένδειξη για το πώς πάνε οι συζητήσεις για το χρέος, οι οποίες δεν αποκλείεται να πάρουν και λίγο παραπάνω χρόνο και να φτάσουμε και τον Ιούνιο.
Και μετά τι γίνεται όμως;
Δεν είναι μικρό πράγμα ότι η αξιολόγηση κλείνει. Κανείς σώφρων άνθρωπος, άλλωστε, δεν θα ήθελε η χώρα να ταλαντεύεται ως εκκρεμές, με ανοιχτή την αξιολόγηση. Επίσης, κανείς εξ όσων ζητούν εκλογές δεν θα ήθελε αυτές να γίνουν με την αξιολόγηση ανοιχτή, για να είμαστε ειλικρινείς. Φτάνουμε, όμως, πάλι στο σημείο, όπου η κυβέρνηση πάντα τα κάνει μούσκεμα: στο να διαμορφώσει ένα αξιόπιστο και στιβαρό στρατηγικό σχέδιο, για το πώς πάμε παρακάτω και για το πώς τα πράγματα στη χώρα θα μπουν σε μια τάξη.
Υπάρχουν δύο βασικά στοιχεία που διαφοροποιούν τη σημερινή συγκυρία από αυτή που βιώσαμε μετά το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης. Αρχικά, η επόμενη αξιολόγηση δεν είναι τόσο βαριά όσο η δεύτερη, επομένως έχουμε υλοποιήσει ουσιαστικά, τουλάχιστον σε νομοθετικό επίπεδο, τη συντριπτική πλειοψηφία των προαπαιτούμενων του Μνημονίου. Στη συνέχεια, έχει απαντηθεί το ερώτημα, αν η κυβέρνηση θα πέσει ή θα μείνει.
Η αξιολόγηση έκλεισε, ο πολιτικός ορίζοντας είναι καθαρός και, άρα, η κυβέρνηση παίρνει τις αποφάσεις της. Φθινόπωρο του 2017; Άνοιξη του 2018; Φθινόπωρο του 2018; Τριπλές εκλογές το 2019; Σεπτέμβριος του 2019; Σενάρια υπάρχουν πολλά, διαλέγετε και παίρνετε. Απλά, πέρυσι τέτοια εποχή, η κυβέρνηση γνώριζε πως, ακόμα και αν έκλεινε την πρώτη αξιολόγηση, είχε ακόμα μια σοβαρή παρτίδα να παίξει.
Κανονικότητα χωρίς ανάπτυξη δεν υπάρχει. Αυτό η κυβέρνηση δείχνει να το έχει καταλάβει ως concept, αλλά δεν ξέρει απολύτως πώς να το κάνει. Φυσικά και θέλουμε το QE, φυσικά και πρέπει η χώρα να βγει στις αγορές. Υπάρχει, όμως, το κακό σενάριο ότι όλο αυτό το θετικό πακέτο θα παραπεμφθεί για πολιτικούς λόγους μετά τις γερμανικές εκλογές, οπότε πάλι είμαστε σε τέλμα.
Επίσης, η ανάπτυξη δεν έρχεται με το χτύπημα των δαχτύλων. Απαιτείται μείωση της φορολογίας και στήριξη της αγοράς, κάτι που η κυβέρνηση δεν μπορεί ή δεν θέλει να κάνει, έχοντας επιλέξει την οδό της υψηλής φορολόγησης για να «ρεφάρει» τις παροχές που ανά καιρούς κάνει ή τις δημοσιονομικές επιπτώσεις της κοινωνικής πολιτικής, με τον τρόπο που αυτή ασκείται.
Αν δεν αλλάξει κάτι ριζικά, τότε, μπορεί τα νούμερα του 2017 να ευημερούν, αλλά πάλι οι πολίτες και κυρίως η αγορά θα στενάζουν. Και ο χρόνος θα είναι και πάλι ουσιαστικά χαμένος. Για να το εμπεδώσετε, δεν χρειάζεται παρά να μιλήσετε με έναν άνθρωπο της αγοράς ή του επιχειρείν, για να σας λυθούν όλες οι απορίες.