«Πονοκέφαλο» προκαλούν στους καταναλωτές οι τιμές των τροφίμων που παραμένουν υψηλές παρά την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού των τελευταίων μηνών.
Εν αναμονή των επίσημων στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για τον Φεβρουάριο, η εικόνα που περιγράφουν στελέχη της αγοράς για τους δύο πρώτους μήνες του νέου έτους είναι πως από τη μία πλευρά εντοπίζονται κάποιες μεμονωμένες κατηγορίες προϊόντων, εκείνων κατά κύριο λόγο που κατέγραψαν μεγάλες ανατιμήσεις μέσα στο προηγούμενο έτος, οι οποίες εμφανίζουν κάποια σημάδια σταθεροποίησης ή ακόμη και μικρών μειώσεων.
Εντούτοις, αφενός δεν αντισταθμίζονται οι μεγάλες αυξήσεις των προηγούμενων μηνών αφετέρου την ίδια στιγμή σε άλλα προϊόντα οι ανατιμήσεις συνεχίζονται έστω και σε μικρότερο ρυθμό σε σχέση με πριν.
Παράγοντες της βιομηχανίας τροφίμων εξηγούν ότι τουλάχιστον στην εγχώρια αγορά σε πολλές περιπτώσεις ανατιμήσεις πρώτων και δεύτερων υλών έχουν φτάσει σε αυτές με χρονική υστέρηση λόγω προηγούμενων συμφωνιών που βρίσκονταν έως τώρα σε ισχύ, με αποτέλεσμα κάποιες από αυτές να μην έχουν ακόμα ενσωματωθεί στις τιμές. Έτσι οι νέες ανατιμήσεις σε αυτές τις περιπτώσεις δεν έχουν ακόμα φανεί στον καταναλωτή.
Την ίδια στιγμή για συγκεκριμένα μεμονωμένα προϊόντα στα οποία οι προμηθευτές προχωρούν σε έστω και μικρές μειώσεις, αυτές για να περάσουν στο ράφι, χρειάζεται χρόνος, λόγω των αποθεμάτων που υπάρχουν ακόμα διαθέσιμα στις αποθήκες και έχουν αγοραστεί σε υψηλότερες τιμές.
Σημάδια αποκλιμάκωσης που να είναι τουλάχιστον εμφανή στους καταναλωτές εκτιμούν οι ίδιες πηγές ότι πιθανότατα να φανούν περί το τέλος του α΄ εξαμήνου εξηγώντας ωστόσο ότι οι τιμές δεν θα γυρίσουν εκεί που ήταν.
Τι γίνεται σε διεθνές επίπεδο
Ο παγκόσμιος δείκτης τιμών του Οργανισμού Τροφίμων των Ηνωμένων Εθνών, που παρακολουθεί τις τιμές των βασικών προϊόντων διατροφής, κινήθηκε καθοδικά τον Φεβρουάριο, για 11ο συνεχόμενό μήνα.
Η οριακή έστω πτώση μεταξύ των δύο μηνών οφείλεται, σύμφωνα με τον Οργανισμό,
Σε διεθνές πάντα επίπεδο επιχειρώντας να εξηγήσει τις αιτίες που οι τιμές τροφίμων στο ράφι συνεχίζουν να μην πέφτουν παρά την αποκλιμάκωση που παρατηρείται στις πρώτες ύλες, το CNNi επισημαίνει σε άρθρο του πως αυτό εν μέρει, οφείλεται στο γεγονός ότι οι εταιρείες τροφίμων έχουν έξοδα που παραμένουν ακριβότερα σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια όπως το εργατικό κόστος ή τα μεταφορικά.
Ωστόσο, σημειώνεται στο ίδιο άρθρο, υπάρχουν και κριτικές από ειδικούς του κλάδου διεθνώς που σημειώνουν ότι οι ανατιμήσεις που έγιναν προσέφεραν παράλληλα στους παραγωγούς τροφίμων μία «κάλυψη» ώστε να προχωρήσουν σε αυξήσεις μεγαλύτερες από το απαιτούμενο, ενισχύοντας τα κέρδη τους και «διορθώνοντας» τιμές που θεωρούσαν πολύ χαμηλές τα προηγούμενα χρόνια. Βλέποντας ότι οι καταναλωτές θα αγόραζαν και σε υψηλότερες τιμές, δεν «βιάζονται» να χαμηλώσουν τις τιμές και να «εγκαταλείψουν» τα κέρδη τους.