Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Ο γεννημένος στη Γεωργία της πρώην ΕΣΣΔ το 1959, ο Ιβάν Σαββίδης -επισήμως Ιωάννης Σαββίδης από τη στιγμή που πήρε τελικά τιμητικά την ελληνική υπηκοότητα το 2013- είναι μια ιδιαίτερη, έντονη προσωπικότητα που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη.
Παιδί εργατών, ξεκίνησε το 1980 ως απλός εργάτης στο κρατικό καπνεργοστάσιο του Ντον. Σπουδάζοντας παράλληλα οικονομικά στο πανεπιστήμιο του Ροστόβ εξελίχθηκε στην ιεραρχία ώσπου έφτασε μέχρι το βαθμό του υποδιευθυντή.
Εκεί τον βρήκε η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και οι ευκαιρίες που δημιουργήθηκαν με την τεράστια αναδιανομή πλούτου που συντελέστηκε κυρίως επί της προεδρίας του Μπορίς Γιέλτσιν. Σε αυτό το περιβάλλον, ο 33χρονος τότε Ιβάν Σαββίδης βρέθηκε την κατάλληλη στιγμή στη σωστή θέση.
Το 1992 ιδιωτικοποιήθηκε και η κρατική καπνοβιομηχανία που βρισκόταν στη ρωσική επαρχία Ροστόφ. Μέσα από τις διαδικασίες και συνθήκες που επικρατούσαν τότε στη Ρωσία, ο Ιβάν Σαββίδης εξελίχτηκε στον ισχυρό άνδρα της καπνοβιομηχανίας και μπόρεσε να «τρέξει» επιτυχώς την καπνοβιομηχανία, που πλέον είχε μετονομαστεί σε Donskoy Tabak JSC.
Σήμερα πραγματοποιεί τζίρο ενός δισεκατομμυρίου ευρώ με μικτά κέρδη της τάξης των 100 εκατ. Αποτελεί τη ναυαρχίδα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ομίλου συμφερόντων Σαββίδη Agrocom, ο οποίος ιδρύθηκε από τον ίδιο το 2004 και φιγουράρει στη λίστα των 200 μεγαλύτερων ρωσικών εταιρειών του Forbes.
Με περισσότερες από 40 συμμετοχές στους τομείς της καπνοβιομηχανίας, της επεξεργασίας και τυποποίησης τροφίμων, της αγροτικής παραγωγής, της συσκευασίας και του λιανικού εμπορίου, απασχολεί περί τα 15 χιλιάδες άτομα, πραγματοποιώντας πωλήσεις της τάξης του 1,3 δισ. ευρώ ετησίως. Όπως, δε, υποστηρίζει ο όμιλος, «καταβάλλει περίπου 684 εκατ. ευρώ για φόρους στο ρωσικό κράτος κάθε χρόνο».
Στην σημερινή Ρωσία η δύναμη του χρήματος συνδυάζεται με την πολιτική χωρίς αυτό να θεωρείται διαπλοκή. Έτσι, ο Ιβάν Σαββίδης πέρασε στην επόμενη φάση…
Μπήκε στην πολιτική και από το 1998 έως το 2003 ήταν βουλευτής της Νομοθετικής Βουλής της περιοχής του Ροστόβ. Το Δεκέμβρη του 2003 ανέβηκε ένα ακόμη σκαλοπάτι και μετακόμισε στην κεντρική πολιτική σκηνή εκλεγόμενος βουλευτής της Κρατικής Δούμας της Ρωσικής Ομοσπονδίας, φυσικά με το κόμμα του Βλαντιμίρ Πούτιν. Η διαδρομή αυτή ολοκληρώθηκε το 2007.
Έχει γραφτεί και δεν έχει διαψευσθεί ότι ένας από τους λόγους ήταν πως ο Σαββίδης βρέθηκε σε αντίθετα στρατόπεδα με τον, πολύ ισχυρότερό του και εγγύτερα στον Ρώσο πρόεδρο, μεγαλοεπιχειρηματία Βίκτορ Βέκσελμπεργκ για το νέο αεροδρόμιο του Ροστόφ. Και τελικά έχασε τη δουλειά.
Κάπου εκεί ξεκινά η τρίτη -σημερινή- φάση της ζωής του Ιβάν Σαββίδη: Η επιστροφή στην πατρίδα.
Ήδη, από το 2004 ήταν στη Δούμα συντονιστής της Κοινής Βουλευτικής Επιτροπής συνεργασίας με τη Βουλή των Ελλήνων. Ταυτόχρονα, πρόεδρος της ομοσπονδίας ελληνικών συλλόγων Ρωσίας και από το 2006 συντονιστής του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού της Περιφέρειας των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ.
Το πρώτο βήμα ήταν και το… τελευταίο. Πρόκειται για ένα λογοπαίγνιο που απλώς δείχνει ότι ο στόχος του Ιβάν Σαββίδη ήταν ο επαναπατρισμός του μέσω του ποδοσφαίρου.
Το καλοκαίρι του 2006, με το ήδη γκρίζο μουστάκι και μαλλί και φορώντας ένα μάλλον παλιομοδίτικο ριγωτό καφεγκρί κοστούμι και ριγέ γραβάτα έφτασε στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» -φωτογραφία- με την πρόθεση να αγοράσει την ΠΑΕ ΠΑΟΚ από τον Γιάννη Γούμενο.
Αλλά οι διαπραγματεύσεις για την εξαγορά δεν προχώρησαν καθώς ο Σαββίδης κατέληξε στο συμπέρασμα: «Εσείς είστε παλαβοί! Τελικά δεν πουλάτε τίποτα, μόνον τα χρέη σας πουλάτε και θέλετε να τ’ αγοράσω. Αυτές όμως δεν είναι σωστές δουλειές…».
Ο Σαββίδης, μαθημένος σε άλλο στυλ συμφωνιών και αποφάσεων, δεν ήθελε να πετάξει χρήματα από το παράθυρο. Έτσι, απευθύνθηκε στον Αλέξανδρο Λυκουρέζο, ο οποίος, σύμφωνα με τον Σαββίδη, έφριξε με όσα διερευνούσε στην ΠΑΕ ΠΑΟΚ.
Σύμφωνα, μάλιστα, με αυτόπτες μάρτυρες, ο δικηγόρος ρώτησε τον επιχειρηματία: «Έχεις συνειδητοποιήσει με τι θέλεις να δέσεις τον εαυτό σου;». Για να του απαντήσει ο Σαββίδης: «Δεν σας κάλεσα εδώ για να μου απευθύνετε ερωτήσεις και να μου δίνετε συμβουλές. Εσείς πρέπει να κάνετε νομική έρευνα».
Τελικά, ο Ιβάν Σαββίδης έφυγε πρόσκαιρα, ασχολήθηκε με την Παναγία τη Σουμελά, στο Βέρμιο αλλά και στον Πόντο (φωτογραφία) ενώ ταυτόχρονα καλλιεργούσε το κλίμα για να επανέλθει.
Γύρισε το 2012 για να εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη και γενικότερα τη Βόρεια Ελλάδα. Μέσα στην κρίση αγόρασε σταδιακά εκτός από τον ΠΑΟΚ, μερικά από τα σύμβολα της Θεσσαλονίκης, όπως το Μακεδονία Παλλάς, τη βίλα Ζαρντινίδη, την κόκκινη πολυκατοικία στην Αγίας Σοφίας, τη ΣΕΚΑΠ και τελευταία το λιμάνι. Και όπως λένε χαριτολογώντας στην πόλη. Έμειναν μόνο ο Λευκός Πύργος και το Κυβερνείο.
Όλα αυτά τα χρόνια ο πολυεκατομμυριούχος ομογενής απέδειξε ότι η θητεία του στην Ρωσία του έχει δώσει πολλά εφόδια εκτός από χρήματα. Ακόμη κι αν δεν έχει επιχειρήσει –έως τώρα τουλάχιστον- το πάντρεμα της οικονομικής με την πολιτική ισχύ, στο δικό του πρόσωπο, όπως έκανε στη Μόσχα και το Ροστόβ, ο Ιβάν Σαββίδης καλλιέργησε συστηματικά και σε βάθος τις επαφές του με το πολιτικό προσωπικό της χώρας.
Ξεκινώντας από τη Θεσσαλονίκη και τη Βόρεια Ελλάδα άρχισε να παρεμβαίνει αρχικά από το παρασκήνιο και μετά από το προσκήνιο στα πολιτικά δρώμενα. Από τη στήριξη σε συγκεκριμένους βουλευτές έως το χρίσμα στους περιφερειάρχες η «σφραγίδα» του Ιβάν Σαββίδη είναι εμφανής. Κι αυτό φυσικά δεν είναι πρόβλημα του επιχειρηματία αλλά του πολιτικού προσωπικού που συνωθείται γύρω του όπως οι μέλισσες στη γύρη προκειμένου να πετύχει την εύνοια και τη στήριξη του ισχυρού παράγοντα.
Στην πορεία, όμως σταδιακά επεκτάθηκε στην κεντρική σκηνή. Ο μιντιακός χώρος ήταν πάντοτε προνομιακός για φιλόδοξους παίκτες. Η συμμετοχή του στο διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες και η εξαγορά του τίτλου της εφημερίδας Έθνος που επανεκδόθηκε στηρίζοντας την κυβέρνηση, όπως και ο ίδιος ο Ιβάν Σαββίδης προσωπικά και ανοιχτά, διαμόρφωσε μια σχέση win win.
Και μόνο το γεγονός ότι ζήτησε και πέτυχε να μην καταβάλλει τα πρόστιμα που χρωστούσε η ΣΕΚΑΠ, με τη σφοδρή στήριξη της κυβέρνησης είναι ενδεικτικό της σχέσης που έχει διαμορφωθεί.
Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την κουλτούρα της Ρωσίας, προφανώς δημιούργησαν στον Ιβάν Σαββίδη την πεποίθηση πως είναι άτρωτος και πως μπορεί να πετύχει τα πάντα με το χρήμα και τη δύναμή του.
Το γεγονός ότι μπήκε στο γήπεδο του ΠΑΟΚ φορώντας αρχικά το μπουφάν του και στη συνέχεια το έβγαλε για να φαίνεται το πιστόλι του, είναι απολύτως χαρακτηριστικό της ψυχοσύνθεσης του ανθρώπου. Αυτού που πιστεύει στην επιβολή μέσω της δύναμης, αυτού που σέβεται τους νόμους όταν τον δικαιώνουν.
Η ενέργειά του αυτή αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό λάθος που μπορεί να σταθεί μοιραίο για τον ΠΑΟΚ αλλά και για τις προσωπικές του φιλοδοξίες.
Και για να μην παρεξηγηθούμε. Στην Ελλάδα θέλουμε επενδυτές, σοβαρούς και καθαρούς που ακολουθώντας τους νόμους και τους κανόνες κερδίζουν νόμιμα και ταυτόχρονα δίνουν θέσεις εργασίας σε λιγότερους ή περισσότερους εργαζόμενους. Δεν θέλουμε επενδυτές με πιστόλια. Φτάνουν τα δικά μας που δεν μπορούμε να τα κάνουμε καλά.
Η ευθύνη του συνόλου του πολιτικού συστήματος είναι μεγάλη γιατί αυτή επιτρέπει σε φαινόμενα τύπου Σαββίδη να ανδρώνονται και να ισχυροποιούνται σε ένα κράτος που όλα αποτιμώνται σε χρήμα. Και δεν αναφερόμαστε μόνο στο ποδόσφαιρο που είναι η κορυφή του παγόβουνου.
Η εικόνα με το πιστόλι μέσα στο γήπεδο θα τον ακολουθεί για πάρα πολλά χρόνια. Και το γεγονός ότι ζήτησε συγγνώμη δύο ημέρες μετά, ενώ κρύφτηκε για να περάσει το αυτόφωρο σε συνδυασμό με τη ζημιά που προκάλεσε σε όλο τον κόσμο η προβολή των εικόνων του με το όπλο στη ζώνη δημιουργούν εύλογα το ερώτημα: Αξίζει η τιμητική υπηκοότητα που έδωσε η Ελλάδα στον Ιβάν Σαββίδη, λόγω των εξαιρετικών του υπηρεσιών;
ΥΓ: Το γεγονός ότι υποστηρίζει πως δεν καταλαβαίνει και δεν μιλά καθόλου ελληνικά όντας τουλάχιστον δέκα χρόνια στην Ελλάδα, αν ισχύει, είναι ενδεικτικό του χαρακτήρα του. Αν δεν ισχύει, το ίδιο.