Αλ. Τσίπρας: Πρέπει να δούμε ξανά τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά της ανάπτυξης για ένα βιώσιμο μέλλον για όλους
Την «ανάγκη επαναπροσδιορισμού της ανάπτυξης» τόνισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Αλέξης Τσίπρας, στον χαιρετισμό που απηύθυνε στο ετήσιο Συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, εκφράζοντας την υποστήριξή του στον φετινό τίτλο «Επαναπροσδιορίζοντας την ανάπτυξη για ένα βιώσιμο και χωρίς αποκλεισμούς μέλλον».
«Γιατί η ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι μόνο αριθμοί. Πρέπει να δούμε ξανά και τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά. Ιδίως αν στόχος μας είναι ένα βιώσιμο μέλλον για όλους, χωρίς αποκλεισμούς», είπε χαρακτηριστικά.
Ο Αλ. Τσίπρας υπογράμμισε πως «οι αλλεπάλληλες οικονομικές κρίσεις, η πανδημία, αλλά και η κλιματική κρίση, έχουν αναδείξει τους περιορισμούς και τα προβλήματα του κυρίαρχου μέχρι χτες οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου», συμπληρώνοντας ότι «οι κατεστημένες αντιλήψεις και βεβαιότητες κλονίζονται».
«Αν στόχος μας είναι ένα μέλλον βιώσιμο και χωρίς αποκλεισμούς, οφείλουμε να θέσουμε και να υλοποιήσουμε συμπεριληπτικούς οικονομικούς και κοινωνικούς στόχους, αντί απλά να παρατηρούμε τις “ αποτυχίες” των παγκόσμιων αγορών», είπε και επισήμανε πως «έστω με αφορμή την πανδημία, τέτοιες πρωτοβουλίες -που οι προοδευτικές δυνάμεις υποστηρίζαμε για χρόνια και που αντιμετωπίζονταν εχθρικά- σήμερα βρίσκονται στο τραπέζι».
Έκανε μάλιστα αναφορά σε παραδείγματα, όπως η συμφωνία στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ, για τη θέσπιση ενός παγκόσμιου ελάχιστου εταιρικού φόρου 15%, η καθιέρωση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Ατζέντας με Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης και η καθιέρωση του Ταμείου Ανάκαμψης με δανεισμό από την ΕΕ.
Ωστόσο, αναφέρθηκε και στο παράδειγμα του εμβολίου, που όπως είπε «οι ιδιωτικές εταιρείες θέλησαν να το κρατήσουν ως δικό τους περιουσιακό στοιχείο, διατηρώντας τις πατέντες».
«Αποτέλεσμα είναι την ώρα που στον δυτικό κόσμο κάνουμε τη 3η δόση, στην Αφρική πρώτη δόση έχει κάνει μόλις το 7% του πληθυσμού», πρόσθεσε, αναφερόμενος στις «συνεχείς μεταλλάξεις του ιού» που «αποδεικνύουν ότι πουθενά δεν θα είμαστε ασφαλείς αν δεν είναι ασφαλείς όλοι σε κάθε γωνιά του πλανήτη». «Χρειαζόμαστε, λοιπόν, μια νέα αντίληψη για την παγκόσμια διακυβέρνηση και μια νέα σχέση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στη βάση της επίτευξης ενός κοινά αποδεκτού κοινωνικού στόχου», συνέχισε και τόνισε πως «θα πρέπει να κοινωνικοποιούμε τα οφέλη και όχι μόνο τους κινδύνους».
Όσον αφορά το θέμα της κλιματικής κρίσης, προειδοποίησε ότι «η κλιματική αλλά και η ψηφιακή μετάβαση ενδέχεται να οδηγήσουν σε ακόμα μεγαλύτερες ανισότητες αν δεν βασιστούν σε δίκαιες φορολογικές και κοινωνικές πολιτικές», σχολιάζοντας πως είναι «χαρακτηριστικές οι προωθημένες πρωτοβουλίες, αλλά και οι θέσεις που έχει πάρει ο Πρόεδρος Μπάιντεν».
Αντίθετα, συνέχισε, «στην Ελλάδα, η κυβέρνηση δεν συμμετέχει σε μια τέτοια παγκόσμια συζήτηση για αλλαγή παραδείγματος», αλλά «αναμασάει οικονομικές συνταγές του παρελθόντος που απέτυχαν και μας οδήγησαν στην πτώχευση».
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατηγόρησε μάλιστα την κυβέρνηση για «προπαγάνδα» που «μιλάει για μια οικονομία που καλπάζει», ενώ «το μόνο που σίγουρα καλπάζει είναι η ακρίβεια, οι ανισότητες, η ανασφάλεια» και αναφέρθηκε στα «δεδομένα και τα γεγονότα» που «παρά την ανάκαμψη της οικονομίας μετά τη μεγάλη βουτιά του 2020, δεν επιτρέπουν κλίμα ευφορίας».
«Οι επιλογές της κυβέρνησης οδηγούν σε έναν δυισμό την οικονομία, με λίγους και ισχυρούς να ωφελούνται και τη συντριπτική πλειοψηφία να μην εισπράττει από την ανάκαμψη.
Και αυτός ο δυισμός είναι που υπονομεύει την προοπτική μιας διατηρήσιμης και βιώσιμης ανάπτυξης», δήλωσε και επανέλαβε την ανάγκη για «ένα νέο παραγωγικό μοντέλο» που μεταξύ άλλων, «θα στοχεύει στη βιώσιμη αύξηση του ΑΕΠ και επομένως σε προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας με αντίστοιχο περιβαλλοντικό και κοινωνικό αποτύπωμα», «θα στοχεύει στη δημιουργία εγχώριας παραγόμενης αξίας», «ένα μοντέλο, τέλος, που θα επιδιώκει την αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων (ελληνικών και ξένων κεφαλαίων) δίνοντας κίνητρα και αίροντας τους αναχρονισμούς του κράτους που εμπόδιζαν τους επενδυτές».
Σε αυτό το πλαίσιο, εξέφρασε την υποστήριξή του «στις επενδύσεις από τις ΗΠΑ» υπενθυμίζοντας ότι «η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτή που συνέβαλε σε αυτήν την κατεύθυνση, με την καθιέρωση του στρατηγικού διαλόγου μεταξύ άλλων και για τις διμερείς οικονομικές σχέσεις τον Δεκέμβριο 2018».
«Μπορούμε και πρέπει να υλοποιήσουμε περισσότερες παραγωγικές επενδύσεις στην Ελλάδα με σταθερές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, αξιοποιώντας το καλύτερο συγκριτικό μας πλεονέκτημα, το ανθρώπινο κεφάλαιο. Ταυτόχρονα όμως, μπορούμε και πρέπει να προχωρήσουμε σε αλλαγή παραδείγματος, επενδύοντας σε ένα μέλλον βιώσιμης ανάπτυξης, χωρίς αποκλεισμούς», κατέληξε ο Αλ. Τσίπρας.