Γράφει η Ευτυχία Αλικάκου
Συνεπής στις δηλώσεις αλλά και στην επιθυμία του να προλάβει εκείνος τον θάνατο και όχι ο τελευταίος αυτόν, ο δημοσιογράφος Αλέξανδρος Βέλιος που έπασχε από βαριάς μορφής καρκίνο στο συκώτι άφησε το βράδυ της Κυριακής τη τελευταία του πνοή στο σπίτι του στο Γέρακα. Τον τελευταίο καιρό είχε δηλώσει δημόσια πως θα έκανε και ο ίδιος ευθανασία -της οποίας υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής- προτού τον συνθλίψει κυριολεκτικά ο καρκίνος. Όπως είπε πολλές φορές σε δημόσιες εμφανίσεις του, σκόπευε να κάνει ευθανασία στη Ζυρίχη. Εν τέλει επέλεξε την μη υποβοηθούμενη ευθανασία, κοινώς την αυτοκτονία.
Δεν πρόκειται, όμως, για μια κοινή περίπτωση αυτοκτονίας αλλά για μία κίνηση απελπισίας, για μία καταγγελία και ένα δριμύ κατηγορώ με αποδέκτη, ποιόν άλλον!, την ίδια τη πολιτεία αλλά και τους συντηρητικούς κόλπους της κοινωνίας. Ο Βέλιος ήρθε αντιμέτωπος με ένα κράτος που θέτει όρους και προϋποθέσεις στο αναφαίρετο δικαίωμα που έχει κάθε ανθρώπινο ον: να αποφασίσει μόνο του το τέλος του, να επιλέξει εκείνο τη στιγμή που θα ξεκινήσει το μεγάλο ταξίδι εις το αιώνιο τίποτα που έλεγε και ο Καβάφης. Πιστός στο ραντεβού του με τις διάφορες θρησκευτικές αγκυλώσεις και τις δήθεν ηθικές προκαταλήψεις-ιδεοληψίες, ο κοινός νομοθέτης, χάρη στην απροθυμία και το φόβο των κυβερνώντων να έρθουν σε σύγκρουση με τις παγιωμένες λόγω σκουριάς αντιλήψεις της Εκκλησίας, απαγορεύει δια ροπάλου ακόμα και σε ανθρώπους ανίατα αρρώστους να εγκαταλείψουν γαλήνια και ειρηνικά τη ζωή τους. Η απαγόρευση της ευθανασίας, αυτής της έσχατης πράξης ανθρωπισμού απέναντι σε ανθρώπους που δεν επιθυμούν να τους δουν τόσοι οι ίδιοι όσο και τα αγαπημένα τους πρόσωπα να λιώνουν σαν τα κεριά συνιστά ένα ακόμα όνειδος για τη χώρα μας. Άρθρα επί άρθρων, νομοθετικές διατάξεις που στοχεύουν στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών και καλυτερεύουν τη ζωή μας κι όμως, όταν ο προβολέας φωτίσει το θέμα «θάνατος», σειρά παίρνουν τα ταμπού και τα κόμπλεξ οδηγώντας μοιραία σε επαίσχυντες απαγορεύσεις. Ένας κράτος δειλών και αμαθών θρασέων.
Ο άνθρωπος σε όλη τη πορεία της ιστορίας και όσο εξελίσσονταν οι οργανωμένες κοινωνίες και ο δυτικός πολιτισμός έχει παλέψει σθεναρά για τη κατοχύρωση των φυσικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Έχει διακηρύξει πολλάκις σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης την αξία της ελευθερίας, μιας ελευθερίας που κάποιοι τη συλλαμβάνουν μόνο μέσα στο στενό καλούπι της ζωής συνοδεύοντας τη αποκλειστικά και μόνο με γέλια, χαρές και μία αόρατη προσταγή που φωνάζει «Συνέχισε να ζεις!». Όσοι αντιλαμβάνονται αυτή την ελευθερία και στο πλαίσιο του θανάτου, όσοι επιθυμούν να τον κοιτάξουν κατάματα με τους δικούς τους όρους είναι καταδικασμένοι από τα δήθεν κράτη της πρόνοιας και της προόδου είτε να υπομείνουν καρτερικά το ψυχικό και σωματικό κάματο που θα τους προκαλέσει η ανίατη ασθένεια είτε όπως ο Κύριος Βέλιος να θέσουν οι ίδιοι, ολομόναχοι, τέρμα στη ζωή τους.
Η τελευταία πράξη του ήθελε ο ίδιος να αποτελέσει αφορμή για μια νομοθετική τροπή και για έναν βαθύ και σοβαρό προβληματισμό. Ήταν όμως και μία διδαχή, μία υπενθύμιση ότι ο άνθρωπος ναι μεν πρέπει να αγαπά τη ζωή αλλά να το κάνει για όσο το θελήσει ο ίδιος, για όσον τον ευχαριστεί η καθημερινότητα του. Ήρθαμε από μία σκοτεινή άβυσσο (κατά Καζαντζάκη) χωρίς να το επιλέξουμε, ας επιλέξουμε τουλάχιστον μόνοι μας ποτέ και πως θα καταλήξουμε στην άλλη σκοτεινή άβυσσο, δηλαδή στην ανυπαρξία μας.
*Το κύκνειο άσμα του Αλέξανδρου Βέλιου με τίτλο «Εγώ και ο θάνατος μου» όπου περιγράφει με γλαφυρό και έντονο τρόπο τη στάση του απέναντι στην ασθένεια του αλλά και την αντίληψη του περί ευθανασίας, κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τις Εκδόσεις Ροές.