Τον Δεκέμβριο του 2020, με φόντο τον εντυπωσιακό χριστουγεννιάτικο διάκοσμο των Βρυξελλών, ο Αλέξης Γεωργούλης ζούσε το ευρωπαϊκό του όνειρο. Μια ομάδα δημοσιογράφων από την Αθήνα είχε ταξιδέψει ύστερα από δική του πρόσκληση στο Βέλγιο, μαζί με τη μητέρα και τα αδέλφια του νέου -τότε- ευρωβουλευτή, ώστε να δει από κοντά την καινούργια του ζωή με αφορμή μια ημερίδα για τον πολιτισμό που είχε τίτλο «Oταν οι καλλιτέχνες αλλάζουν τον κόσμο».
Με αέρα… σταρ
Οι συνεντεύξεις στους δημοσιογράφους δόθηκαν διανθισμένες με χαρακτηριστικά ενσταντανέ στα οποία ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ πόζαρε με αέρα σταρ μέσα και έξω από το Ευρωκοινοβούλιο. «Eμένα δεν μου αρέσει το κοστούμι του πολιτικού. Ο πολιτικός φέρει μεγάλη ευθύνη για τη ζωή του κάθε πολίτη. Παίζεις με το μέλλον των ανθρώπων, όχι πώς νιώθουν αλλά πώς θα ζήσουν πρακτικά έπειτα από κάθε απόφαση που παίρνεις. Για εμένα η πρόκληση είναι να προσαρμόσω την πλευρά του καλλιτέχνη, που είναι πιο αθώα, με το κοστούμι του πολιτικού», είχε πει σε μία από αυτές τις συνεντεύξεις.
Στους πρώτους μήνες της πολιτικής του καριέρας δεν απασχόλησε με το έργο του αλλά με τις… ασαφείς τοποθετήσεις του, που δύσκολα έβγαζαν νόημα, αλλά και τις δηλώσεις του για τις παχυλές αμοιβές της νέας του θέσης. Για να βάλει «το κοστούμι του πολιτικού», εξάλλου, είχε χρειαστεί να απαρνηθεί τα τζιν και τα δερμάτινα του «Εραστή δυτικών προαστίων», της τηλεοπτικής σειράς που απογείωσε την καριέρα του πριν από σχεδόν 20 χρόνια. Με ρόλους και σε άλλες επιτυχημένες σειρές, όπως το «Είμαστε στον αέρα» και το «Είσαι το ταίρι μου», έγινε γρήγορα γνωστός στο ευρύ κοινό. Συμμετείχε, επίσης, στους «Durrells», τη γνωστή βρετανική παραγωγή που γυρίστηκε στην Κέρκυρα, αλλά και ως κριτής ή παρουσιαστής σε τηλεοπτικά προγράμματα.
Πέμπτος σε σταυρούς
Η ανακοίνωση του αιτήματος για την άρση της ασυλίας του τον βρήκε στη Λάρισα, όπου είχε ταξιδέψει για να περάσει το Πάσχα με τη μητέρα του, τα αδέλφια του και τους φίλους του στη θεσσαλική πόλη στην οποία γεννήθηκε πριν από 48 χρόνια. Μετά το Λύκειο ξεκίνησε σπουδές στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, αλλά μεταπήδησε στην υποκριτική σπουδάζοντας στη Δραματική Σχολή Ιασμος – Βασίλης Διαμαντόπουλος». Για πολλά χρόνια απασχολούσε τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης με τους ρόλους του ζεν-πρεμιέ που αναλάμβανε, αλλά και με τις σχέσεις του με εντυπωσιακές συναδέλφους του από τον καλλιτεχνικό χώρο. Μέχρι το 2019, που ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να τον εντάξει στο ευρωψηφοδέλτιό του και κατάφερε να εκλεγεί πέμπτος από τους έξι ευρωβουλευτές του κόμματος με περίπου 163.000 σταυρούς. Λίγο πριν συμπληρώσει τέσσερα χρόνια στις Βρυξέλλες οι καταγγελίες εις βάρος του για κακοποιητική συμπεριφορά είχαν ως αποτέλεσμα την αποπομπή του από τον ΣΥΡΙΖΑ και για πρώτη φορά τα αγαπημένα του ΜΜΕ τον προβάλλουν με αρνητικό αποτύπωμα, παρότι ο ίδιος δηλώνει αθώος και συνδέει τις αποκαλύψεις με τις επερχόμενες εκλογές στην Ελλάδα.
Η παλιά του φίλη, δικηγόρος Θεσσαλονίκης, Ματίνα Μαλλά, με τους Βέλγους συναδέλφους της, Cédric Vergauwen και Olivia Venet, ανέλαβαν να υπερασπιστούν τον ηθοποιό και πολιτικό. «Ο κ. Γεωργούλης αρνείται επισήμως και κατηγορηματικά τις κατηγορίες που στρέφονται εναντίον του και επιθυμεί οπωσδήποτε το ταχύτερο δυνατόν να χυθεί όλο το φως σε αυτήν την υπόθεση που μόλις του γνωστοποιήθηκε. Εχει απόλυτη εμπιστοσύνη στο βελγικό δικαστικό σύστημα, με το οποίο σκοπεύει να συνεργαστεί ενεργά», ανέφεραν οι δικηγόροι του σε ανακοίνωσή τους.
Αλέξης Γεωργούλης: Οι τρεις καταγγελίες που τον καίνε – «Η κοπέλα ήταν αγνώριστη από τον ξυλοδαρμό» λένε από τις Βρυξέλλες
Η καταγγελία της Ελληνίδας στελέχους της Κομισιόν για βαριά ποινικά αδικήματα σε βάρος του Αλέξη Γεωργούλη άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για τον πρώην πλέον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ. Τρία χρόνια μετά την επώνυμη καταγγελία στις βελγικές αρχές η ανακοίνωση του αιτήματος για άρση της ασυλίας του προκάλεσε σάλο στην Ελλάδα και παράλληλα έφερε στο φως και άλλες αναφορές που είχαν γίνει στο παρελθόν για τα έργα και τις ημέρες του γνωστού ηθοποιού στις Βρυξέλλες.
Συγκεκριμένα, άλλα δύο πρόσωπα που εργάζονταν τα προηγούμενα χρόνια στο γραφείο του φέρονται να τον έχουν καταγγείλει για κακοποιητική συμπεριφορά, χωρίς ωστόσο αυτές οι δύο καταγγελίες να πάρουν νομική μορφή, όπως έγινε με την πρώην υπάλληλο του Ευρωκοινοβουλίου και νυν στελέχους της νομικής υπηρεσίας της Κομισιόν.
Δικηγόρος με περγαμηνές, γνώση ξένων γλωσσών, σοβαρή και εργατική, με απόλυτο σεβασμό τον οποίο απολαμβάνει στους εργασιακούς της χώρους, η καταγγέλλουσα δεν δίστασε να προσφύγει στη δικαιοσύνη, όταν στις αρχές του 2020 είχε την εφιαλτική εμπειρία του βιασμού και του ξυλοδαρμού, σύμφωνα με τα καταγγελλόμενα. Εργάστηκε για περισσότερα από πέντε χρόνια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως νομική σύμβουλος για την αναθεώρηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί προσωπικών δεδομένων καθώς επίσης για θέματα ασύλου και μετανάστευσης. Μέλος του πολιτικού συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ, είναι πιθανό, σύμφωνα με πληροφορίες, να είναι υποψήφια στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του Κόμματος. Μετά τη δημοσιοποίηση του ονόματός της χωρίς την άδειά της -μέσα σε έναν καταιγισμό αλληλοκατηγοριών για τη διαρροή-, η ίδια κρατάει χαμηλούς τόνους, αρνούμενη να πει το παραμικρό για την ουσία της υπόθεσης. «Δεν θα ήθελα να κάνω καμία δήλωση γιατί σέβομαι τη μυστικότητα της ποινικής διαδικασίας» περιορίστηκε να πει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής. Τον Ιούνιο του 2022 εξελέγη τέταρτη στη σειρά και πρώτη γυναίκα στο Πολιτικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ με 178 ψήφους.
Ιατροδικαστικές εκθέσεις
Πηγές από τις Βρυξέλλες ανέφεραν στον Ελεύθερο Τύπο ότι η καταγγέλλουσα, μετά την επίθεση που δέχθηκε, είχε σοβαρά χτυπήματα στο πρόσωπο, σε σημείο που εκείνες τις ημέρες ήταν σχεδόν αγνώριστη. Σχεδόν αμέσως αποφάσισε να καταγγείλει στις βελγικές αρχές ότι έπεσε θύμα βιασμού και ξυλοδαρμού, αρχικά χωρίς να δώσει το όνομα του θύτη. Λίγους μήνες αργότερα, όμως, η καταγγελία της έγινε συγκεκριμένη, αφού κατονόμασε ως δράστη της επίθεσης τον Αλέξη Γεωργούλη.
«Ηξερα από την πρώτη στιγμή ότι αυτή η διαδικασία ενδεχομένως θα αποβεί επώδυνη για εμένα, την οικογένειά μου, τους οικείους μου, όπως δυστυχώς πολύ συχνά συμβαίνει με τα θύματα τέτοιων συμπεριφορών. Το έπραξα όμως θεωρώντας ότι το οφείλω στον εαυτό μου αλλά και σε κάθε γυναίκα που μπορεί να βρεθεί σε ανάλογη θέση», έγραψε σε ανάρτησή της μετά τη δημοσίευση των στοιχείων της, προσθέτοντας: «Η καταγγελία μου έγινε την επόμενη μέρα του συμβάντος, προσκομίζοντας τα απαραίτητα στοιχεία (ιατροδικαστικές εκθέσεις κ.ά.) και 4 μήνες μετά, τον Μάιο του 2020, ένιωσα έτοιμη να δώσω και το όνομα του θύτη στις βελγικές αρχές, οι οποίες είναι και οι μόνες αρμόδιες για τον χειρισμό της υπόθεσης. Τα τρία αυτά χρόνια επέλεξα απολύτως συνειδητά να αντιμετωπίσω το ζήτημα μόνο με τους δικηγόρους μου, χωρίς να ενημερώσω κανέναν άλλο, ούτε καν την οικογένειά μου, την οποία προσπάθησα να προστατεύσω με κάθε τρόπο. Η δε δημοσιοποίηση του γεγονότος τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή έγινε μετά το επίσημο αίτημα των βελγικών αρχών για άρση ασυλίας του ευρωβουλευτή μετά από ενδελεχή εξέταση της υπόθεσης».
ΕΙΧΕ ΣΤΗΡΙΞΕΙ ΤΗΝ ΕΦΗ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ
Υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών
Με αρθρογραφία, συνεντεύξεις αλλά και αναρτήσεις στους λογαριασμούς της στα social media η καταγγέλλουσα, που σπούδασε στη Νομική Αθηνών κι έκανε μεταπτυχιακό στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο στο Βέλγιο, τάσσεται συχνά υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών και των παιδιών. Θέση είχε πάρει και υπέρ της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ Εφης Αχτσιόγλου (φωτό), όταν είχε εμφανιστεί ατημέλητη ως νέα μητέρα. «Σε τόσο σημαντικά ζητήματα όπως η θέση της γυναίκας στην κοινωνία είμαστε όλες μαζί. Οσοι μάς θέλουν αψεγάδιαστες, έτοιμες να προλαβαίνουμε όλα, με συγκεκριμένα πρότυπα ομορφιάς, όσοι μάς θέλουν να απολογούμαστε για την εμφάνισή μας ή για τις επιλογές μας εκπροσωπούν ένα συντηρητικό και πατριαρχικό σύστημα. Δεν τους οφείλουμε καν απάντηση», είχε γράψει τότε.
ΔΥΟ ΑΚΟΜΑ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΕΣ
Η φωτογράφος και ο υπεύθυνος του γραφείου
Στα τέλη του 2019 μία άλλη γυναίκα απευθυνόταν στα αρμόδια όργανα του Ευρωκοινοβουλίου για να καταγγείλει κακοποιητική συμπεριφορά από τον ίδιο άνθρωπο. Ηταν ένα νεαρό κορίτσι λίγο παραπάνω από 20 ετών, που δούλευε ως ασκούμενη στο γραφείο του Αλέξη Γεωργούλη. Εκείνη την περίοδο τον ακολουθούσε στις δραστηριότητές του και κυρίως στις συνεντεύξεις του σε ελληνικά και ξένα μέσα ενημέρωσης, καθώς ο τότε ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ της είχε αναθέσει τον ρόλο της φωτογράφου του. Στην καταγγελία της, σύμφωνα με πληροφορίες, γινόταν λόγος για εργασιακό μπούλινγκ, αλλά και σεξουαλική παρενόχληση σε βάρος της από τον ευρωβουλευτή.
Την ίδια περίπου περίοδο στο αρμόδιο γραφείο του Ευρωκοινοβουλίου απευθύνθηκε και ένας άντρας, ο τότε υπεύθυνος του γραφείου του Αλέξη Γεωργούλη, ο οποίος επίσης έκανε λόγο για εργασιακό μπούλινγκ που δεχόταν από τον νεόκοπο πολιτικό στον χώρο εργασίας του. Ηταν ο άνθρωπος που είχε προτείνει τη νεαρή κοπέλα ώστε να συνεργαστεί με το γραφείο.
Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Ευρωκοινοβουλίου φαίνεται να ερεύνησαν τις δυο καταγγελίες χωρίς να καταλήξουν σε κάποιο αποτέλεσμα, ενώ τήρησαν το απόρρητο της διαδικασίας. Μέχρι σήμερα, οι καταγγελίες των δύο αυτών προσώπων δεν έχουν φτάσει στη δικαιοσύνη, τη βελγική ή την ελληνική, παρότι πληροφορίες φέρουν τους καταγγέλλοντες να έχουν επικοινωνήσει με δικηγορικά γραφεία προκειμένου να ζητήσουν συμβουλές για μελλοντικές τους κινήσεις.