Γράψει ο Ανακρέων Ματαράγκας
-Αλήθεια, πώς είναι τα πράγματα στην Ελλάδα;
-Έχω δει καλύτερες μέρες.
-Χειρότερες έχεις δει;
-Όχι.
Δύο καλοπροαίρετες ερωτήσεις και δύο απρόθυμες απαντήσεις ήταν όλη κι όλη η αναφορά στην Ελληνική τρέχουσα πραγματικότητα, πριν η από τηλεφώνου επικοινωνία με τον Ευρωπαίο παλαιό συνάδελφο αναζητήσει λιμάνι καταφυγής σε άλλα ανώδυνα -περί ανέμων και κυρίως υδάτων- θέματα.
Δεν ήταν πάντα έτσι οι συζητήσεις αυτού του τύπου με το Φιλέλληνα και φίλο. Έχοντας συνεργαστεί επί σειρά ετών και έχοντας επισκεφθεί πολλές φορές ο μεν τον δε για επαγγελματικούς ως επί το πλείστον λόγους, αποκτήσαμε -προϊόντος του χρόνου- την οικειότητα και την άνεση άλλοτε να σχολιάζουμε και να επικρίνουμε τα κακώς κείμενα που ανακαλύπταμε, άλλοτε να θαυμάζουμε και να επαινούμε την όποια βελτίωση και πρόοδο παρατηρούσε ο ένας φιλοξενούμενος στη χώρα του άλλου.
Αφού κλείσαμε το τηλέφωνο, θυμήθηκα μία άλλη παλαιότερη συζήτηση, όταν η κρίση είχε κάνει την εμφάνισή της για τα καλά στη Ελλάδα. Οδεύοντας από το “Ελευθέριος Βενιζέλος” προς τον Πειραιά και καθώς περνούσαμε μπροστά από το πρώην διεθνές αεροδρόμιο του Ελληνικού, που το είχε προλάβει εν λειτουργία και το θυμόταν πολύ καλά, με ρώτησε:
-Πώς αξιοποιείτε το παλαιό σας αεροδρόμιο;
-Δεν έχουμε ξεκινήσει ακόμη.
-Πότε θα ξεκινήσετε;
-Δεν έχουμε αποφασίσει ακόμη πότε θα ξεκινήσουμε.
-Γιατί δεν αποφασίζετε;
-Δεν έχουμε συμφωνήσει ακόμη εάν μπορεί να το διατηρήσει και να το αξιοποιήσει το κράτος μας ή εάν πρέπει να παραχωρηθεί και να αναπτυχθεί από Έλληνες ή διεθνείς επενδυτές.
-Γιατί δεν συμφωνείτε;
-Δεν έχουμε ξεκαθαρίσει τι αποτελεί ευσεβή πόθο και τι πιεστική προτεραιότητα.
-Γιατί δεν ξεκαθαρίζετε;
-Διότι εάν ξεκαθαρίσουμε, μοιραία θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι πρέπει να αποφασίσουμε ότι πρέπει να ξεκινήσουμε να κάνουμε κάτι. Ό,τι και εάν είναι αυτό.
-Πιστεύεις πως έχετε την πολυτέλεια να συνεχίσετε να αναβάλλετε τη λήψη μίας τόσο σημαντικής απόφασης;
-Δεν είμαι καθόλου σίγουρος πως έχουμε αντιληφθεί πως πρόκειται περί πολυτέλειας. Tο πλήθος και το πλέγμα κρατικών, δημοτικών, ιδιωτικών και επιχειρηματικών, ευκαιριακών, προσωρινών και μόνιμων, μικρών και μεγάλων, υπαρκτών και φανταστικών συμφερόντων καθιστούν στα μάτια μας τη μη λήψη απόφασης ως την πλέον ασφαλή επιλογή.
-Μα το οικονομικό όφελος;
-Ωχριά ενώπιον του πολιτικού κόστους.
-“Let sleeping dogs lie”, λοιπόν;
-Όσο αντιφατικό και εάν ακούγεται, θα προσέθετα πως διαφορετικά “dog eat dog”…
Μεσολάβησαν κάποια λεπτά αμηχανίας που επιχειρήσαμε -χωρίς μεγάλη επιτυχία- να τα καλύψουμε γελώντας, πριν επανέλθει:
-Γνωρίζεις πως αγαπώ την Ελλάδα. Δεν είναι στις προθέσεις μου να σε στεναχωρήσω, με αυτές τις ερωτήσεις. Γνωρίζεις επίσης πως και στη δική μου χώρα πάντα υπήρχαν και -ενώ απεύχομαι, είμαι πεπεισμένος πως- πάντα θα υπάρχουν δυσεπίλυτα, αλλά όχι άλυτα, πολλά, αλλά όχι τόσα προβλήματα και σίγουρα όχι όλα μαζί ταυτόχρονα.
Παρατηρώ με ενδιαφέρον, περιέργεια και απορία αυτά τα χρόνια που σας επισκέπτομαι τι συμβαίνει στη δική σου χώρα σου και ομολογώ πως ακόμη και σήμερα υπάρχουν πολλά πράγματα που ζηλεύω και θαυμάζω και εάν μπορούσα θα ήθελα να ζω, να κάνω, να έχω και να απολαμβάνω, αλλά πλέον είναι πολλά περισσότερα αυτά που δεν καταλαβαίνω ή όταν μου εξηγούν – όπως εσύ καλή η ώρα- και καταλαβαίνω, δεν δύναμαι να δικαιολογήσω.
Παλαιότερα, το απέδιδα στο γεγονός πως ήμουν ένας τακτικός μεν επισκέπτης δε, αλλά διαπιστώνω μετά λύπης μου πως πολλοί άνθρωποι που ζουν εδώ από την ημέρα που γεννήθηκαν -μολονότι αντιλαμβάνονται πλήρως ό,τι λάθος συμβαίνει- αρνούνται να παραδεχθούν πως συντηρούν και διαιωνίζουν οποιοδήποτε λάθος.
Αναρωτιέμαι όμως εάν εσείς -όπως και εμείς στο παρελθόν- αντιλαμβάνεσθε πως πολλά από αυτά για τα οποία αισθάνεστε υπερήφανοι και αντικειμενικά θεωρείστε προνομιούχοι είναι εκείνα για τα οποία σπανίως δηλώνετε απλώς τυχεροί.
Στη χώρα μου, υπάρχουν πολλά παραδείγματα ανθρώπων που ευτύχησαν να πορευτούν επί μακρόν ως νόμιμοι κληρονόμοι, αλλά κατέληξαν δυστυχώς ανάξιοι διαχειριστές της εξαιρετικής τους τύχης.
Δεν θα ήθελα ποτέ να δω κάτι αντίστοιχο να συμβεί σε μία ολόκληρη χώρα. Πόσο μάλλον, σε μία εκλεκτή χώρα που πάντα αδημονώ να επισκεφθώ, επικαλούμενος επαγγελματικούς λόγους, που ποτέ δεν θεωρούνται πως είναι οι μόνοι. Σε όποιον τους αναφέρω. Στη δική μου χώρα…
Αντί επιλόγου, παραθέτω -από το blog espressocroquant.com- ένα απόσπασμα από το κείμενο με τίτλο «Ναι, θα έφευγα.»:
“…Το τίμημα που πληρώνουμε γι’ αυτόν τον γαλανό ουρανό είναι τεράστιο. Δεν είμαι ούτε δεκαοκτώ, ούτε εικοσιοκτώ, ούτε τριανταοκτώ. Αλλά κοιτάζω πού και πού, λάγνα, τις αγγελίες στο guardianjobs και δεν δυσκολεύομαι καθόλου να με δω να φεύγω.” (6 Απριλίου 2011)