Στο θερινό πανεπιστήμιο των Γάλλων σοσιαλιστών, η πλειονότητα του κόμματος φάνηκε κουρασμένη από την εξουσία. Ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βάλς αποδοκιμάστηκε, ενώ αντίθετα χειροκροτήθηκαν οι αποπεμφθέντες υπουργοί Αρνό Μοντεμπούρ, Ορελί Φιλιπετί και Μπενουά Αμόν, στο πλευρό των οποίων στάθηκε η (ακόμη) εν ενεργεία υπουργός Δικαιοσύνης, Κριστιάν Τομπιρά.
Οι αντάρτες ονειρεύονταν μια «άλλη πολιτική», χαρακτηρίζοντας το όριο 3% στο δημοσιονομικό έλλειμμα ως σατανική εφεύρεση της Γερμανίας. Στις συζητήσεις τους στη Λα Ροσέλ, ανάμεσα σε θαλασσινά και λευκό κρασί, έριχναν στη Γερμανίδα καγκελάριο την ευθύνη για τη μη εφαρμογή του αριστερού προεκλογικού προγράμματος του Φρανσουά Ολάντ και την αποτυχία στις νέες κατευθύνσεις της Ευρώπης.
Ο πρόεδρος του κόμματος, Ζαν Κριστόφ Καμπαντελίς, προσπάθησε να ενώσει το κόμμα πίσω από τις επικρίσεις προς την καγκελάριο. Είπε ότι η Γαλλία είναι μια «μεγάλη χώρα» και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ομοσπονδιακό κρατίδιο της Γερμανίας. «Δεν μπορεί να μιλάει κανείς έτσι στη Γαλλία», τόνισε ο Καμπαντελίς αναφερόμενος στην απαίτηση της καγκελαρίου για μεταρρυθμίσεις στη Γαλλία.