Η απόκτηση της ρώσικης υπηκοότητας από τον γαλλικής καταγωγής ηθοποιό Ζεράρ Επαινετικέ επαναφέρει στο προσκήνιο την δύσκολη σχέση ατομικού συμφέροντος και πατριωτικής ευθύνης. Η κεντροαριστερά, ιδίως στην Γαλλία, διαπνέεται από ένα κρατικιστικό πνεύμα και στην βάση αυτού προσπαθεί να επαναφέρει στο δημόσιο διάλογο την έννοια του πατριωτισμού μέσω της φορολόγησης του υπέρμετρου ατομικού πλουτισμού. Ένα τέτοιο σκεπτικό σε μια πρώτη ανάγνωση φαντάζει λογικό στην προσπάθεια αντιμετώπισης του δημοσιονομικής κρίσης που κυκλώνει πλεον και την Γαλλία. Εκτός αυτού, το όλο θέμα είναι ένα εύκαιρος τρόπος για τον πρόεδρο Ολάντ ώστε να ενισχύσει την σοβαρά δοκιμαζόμενη δημοφιλία του, στο όνομα του οικονομικού πατριωτισμού. Αυτή η θέση δεν φέρνει σε αμηχανία τόσο τους φιλελεύθερους κοσμοπολίτες που έχουν μια σαφή θέση υπερ της αδιάκριτης κυκλοφορίας αγαθών και κεφαλαίων όσο τους συντηρητικούς Γκωλικους που διατείνονται πως κόπτονται για την ατομική δημιουργικότητα ισόποσα με το εθνικό συμφέρον.
Ένας σοβαρός συντηρητικός αντίλογος στην δημόσια διαπόμπευση του Ντεπαρντιέ δεν υπήρξε πλην ελαχίστων εξαιρέσεων από πλευράς της εφημερίδας Le Figaro. Ακόμη και στην περίπτωση αυτή, το αντεπιχείρημα που ακούστηκε αφορούσε την αναμφισβήτητη συνεισφορά του γάλλου ηθοποιού ως ελαφρυντικό στις όποιες κατηγορίες περί προδοσίας εκτοξεύτηκαν από τον Κεντροαριστερό χώρο, συμπεριλαμβανομένων και κορυφαίων υπουργών της κυβέρνησης Ολάντ. Κανείς δεν άσκησε μια γόνιμη κριτική στο πυρήνα της κεντροαριστερής γαλλικής ιδεολογίας που είναι ο συνταγματικός πατριωτισμός και ο κρατικιστικός οικονομισμός. Στην λογική της γαλλικής κεντροαριστεράς αλλά και εν γένει των ευρωπαίων σοσιαλιστών, η πατρίδα ταυτίζεται με το κράτος αν δεν οικοδομείται από αυτό. Άρα αν κάποιος δεν πληρώνει όσα του ζητάει το κράτος, αυτόματα κατηγορείται για εθνική μειοδοσία. Δεν εννοείται ο πατριωτισμός παρά μονάχα ως έννοια– εργαλείο για τον προσπορισμό μεγαλύτερων φορολογικών εσόδων. Άλλωστε, η διάκριση του κράτους από την εθνική κοινότητα είναι ένα προνόμιο των ρομαντικών εξαδέλφων των γάλλων διαφωτιστών πέραν του Ρήνου ποταμού.
Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να μην συνυπολογίσει την σημασία της συνέπειας πράξεων και λόγων που προαπαιτεί η υπεράσπιση μιας εθνικής ταυτότητας. Όμως, με ποια λογική ταυτίζεται ο πατριωτισμός κάποιου με ένα πιστοποιητικό υπηκοότητας; Ακόμη και τώρα που το γαλλικό συνταγματικό συμβούλιο έκρινε ως αντισυνταγματική την υπερφορολόγηση που πρότεινε ο Ολάντ, οι πολιτικοί αντίπαλοι των σοσιαλιστών είτε από τα Δεξιά και είτε από τα Αριστερά έσπευσαν να κατηγορήσουν την γαλλική κυβέρνηση μονάχα για ερασιτεχνισμό, χωρίς να αντιπαραβάλουν μια άλλη εικόνα για την σχέση δημοσίου και ιδιωτικού συμφέροντος. Κανείς συντηρητικός πολιτικός ή θεωρητικός δεν προσπάθησε να αποσυνδέσει την έννοια του πατριωτισμού από την αυθαιρεσία του κράτους, τις γραφειοκρατικές σφραγίδες και χαρτούρα. Πάλι καλά που υπήρξαν και κάποιοι φιλελεύθεροι που άσκησαν κριτική στην φοροκαταιγίδα του Ολάντ, κάνοντας λόγο για απόπειρα ποινικοποίησης του πλουτισμού και του κινητήριου μοχλού για την ανάπτυξη που είναι η προσωπική δημιουργία.
Υ.Γ: Αν τώρα κανείς σκεφτεί την θέση του ελληνικού κεντροδεξιού ημερήσιου τύπου απέναντι στον Ντεπαρντιέ, θα καταλάβει πως η Ελλάδα παραμένει η μόνη ευρωπαϊκή χώρα χωρίς αυτοφυή φιλελεύθερη σκέψη. Όσο εκλείπει αυτή η φωνή υπερ των δυνάμεων της δημιουργίας, τότε θα τροφοδοτείται η πολιτική ζωή με λίστες, εισαγγελείς και Χρυσή Αυγή.