Γράφει ο Μάριος Μπρούσκος-Στυλιανόπουλος
Θυμάμαι τι συνέβη στις ΗΠΑ με τα δάνεια τύπου “νίτζα” καί “Alt-A” καί τα οποία φυσικά συνέλαβαν στη δημιουργία της στεγαστικής φούσκας, η οποία με τη σειρά της πυροδότησε τη λειτουργία της χρηματοπιστωτικής υπερφούσκας.
Ο δανειζόμενος φέρει τρομακτικό μερίδιο ευθύνης ,μιάς καί θεωρητικά εξαπατά την τράπεζα. Την εξαπατά, όμως, εν γνώσει της. Η τράπεζα γνωρίζει εκ των προτέρων πως ο δανειζόμενος είναι αφερέγγυος, μιάς και τη στιγμή που δανειοδοτείται δεν διαθέτει τα εχέγγυα αποπληρωμής του δανείου. Οπότε τελικά ζημιωμένη δε θα βγεί μόνο η τράπεζα, αλλά και ολόκληρο το πελατειακό της κοινό που θα κληθεί να επωμιστεί τις παράλογες αποφάσεις της. Θα ήταν, όμως, τουλάχιστον αφελές να πιστέψει κανείς ότι η στεγαστική φούσκα στην Ελλάδα έχει κοινά σημεία με εκείνη των ΗΠΑ. Η κατάσταση εδώ διαφέρει.
Οι Έλληνες που δανειοδοτήθηκαν δεν εξαπάτησαν την τράπεζα. Τη δεδομένη χρονική στιγμή ήταν σε θέση να αποπληρώσουν τα δάνεια, ωστόσο υποθήκευσαν την ακίνητη περιουσία τους. Και εκεί εντοπίζεται η μεγαλύτερη ανακλαστικότητα. Υποθήκευσαν μία περιουσία που υπερκοστολογήθηκε διότι προηγουμένως αποκτήθηκε με δανεισμό. Και προκειμένου να μην καταρρεύσει η στεγαστική πίστη, κάποιοι έκριναν ορθό το να πωλούν ένα διαμέρισμα σε τιμές Μανχάταν.
Βέβαια, η κρίση επανέφερε τη στεγαστική αγορά στο φυσικό της ποσοστό καί συνυπολογιζόμενης της ελλείψεως ρευστότητος, κάποιοι θεωρούν πως μέσω των πλειστηριασμών θα εξυγιανθεί η τραπεζική παθογένεια. Δε θα εξυγιανθεί όμως. Αντιθέτως, θα διογκωθεί ακόμη περισσότερο. Και μαζί με αυτή θα διογκωθεί καί ο κοινωνικός αναβρασμός.