Επιστήμονες στις ΗΠΑ εντόπισαν ένα ακόμη γονίδιο που αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης Αλτσχάιμερ στις γυναίκες και το οποίο πιθανώς εξηγεί εν μέρει γιατί η νόσος είναι συχνότερη σε αυτές από ό,τι στους άνδρες.
Το γονίδιο O6-Methylguanine-DNA-methyltransferase (MGMT) παίζει σημαντικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο το σώμα αποκαθιστά τις βλάβες στο DNA τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Ωστόσο, οι ερευνητές δεν βρήκαν συσχέτιση μεταξύ του MGMT και της νόσου Αλτσχάιμερ στους άνδρες.
«Πρόκειται ίσως για μία από τις ισχυρότερες συσχετίσεις ενός γενετικού παράγοντα κινδύνου για τη νόσο Αλτσχάιμερ στις γυναίκες», δήλωσε η επικεφαλής της μελέτης Λίντσεϊ Φάρερ, επικεφαλής της γενετικής βιοϊατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βοστώνης.
Το Αλτσχάιμερ είναι μια προοδευτικά επιδεινούμενη νευροεκφυλιστική ανίατη νόσος, που αποτελεί τη συχνότερη αιτία άνοιας. Μέχρι σήμερα είχαν βρεθεί μερικοί γενετικοί παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εκδήλωσης της νόσου, με πιο γνωστό το γονίδιο ΑΡΟΕ ε4 στα άτομα άνω των 65 ετών. Περίπου το 60% των ανθρώπων ευρωπαϊκής καταγωγής με Αλτσχάιμερ διαθέτουν στο DNA τους αυτή τη γονιδιακή παραλλαγή, έναντι ποσοστού 26% στον γενικό πληθυσμό, γεγονός που δείχνει ότι η νόσος έχει και συγκεκριμένο γενετικό υπόβαθρο.
Οι γυναίκες, λόγω των μοναδικών γενετικών παραγόντων κινδύνου και των ειδικών για το φύλο παραγόντων κινδύνου, όπως η ξαφνική μείωση των οιστρογόνων κατά τη μετάβαση στην περιεμμηνόπαυση, μπορεί να κινδυνεύουν περισσότερο από ό,τι οι άνδρες», δήλωσε ο Δρ. Ρίτσαρντ Άιζακσον, διευθυντής της Κλινικής Πρόληψης της νόσου Αλτσχάιμερ στο Schmidt College of Medicine του Πανεπιστημίου Florida Atlantic University, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη.
Ωστόσο, πολλές γυναίκες με APOE ε4 δεν αναπτύσσουν νόσο Αλτσχάιμερ, ενώ γυναίκες χωρίς το γονίδιο μπορεί να την αναπτύξουν.
«Ίσως το MGMT να είναι ένα σημαντικό κομμάτι που λείπει από το παζλ της πρόβλεψης του κινδύνου για αυτές τις γυναίκες, αλλά απαιτούνται περαιτέρω μελέτες», εκτιμά ο Άιζακσον.
Μια τυχερή ανακάλυψη
Η ανακάλυψη της ύπαρξης του νέου γονιδίου έγινε σε δύο εντελώς διαφορετικές ομάδες ατόμων. Μια ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο ανέλυσε τη γενετική σύνθεση μιας μικρής ομάδας γυναικών της κοινότητας Χουτεριτών στην αγροτική Μοντάνα και τη Νότια Ντακότα. Οι Χουτερίτες είναι ένας «κλειστός πληθυσμός» που παντρεύονται μεταξύ τους και διατηρούν εκτεταμένα γενεαλογικά αρχεία, γεγονός που τους καθιστά εξαιρετική επιλογή για γενετική έρευνα.
«Το σχετικά ομοιόμορφο περιβάλλον και η μειωμένη γενετική ποικιλομορφία στους Χουτερίτες μας επιτρέπει να βρούμε συσχετίσεις σε μικρότερα μεγέθη από ό,τι απαιτείται για μελέτες στον γενικό πληθυσμό», δήλωσε σε ανακοίνωσή της η επικεφαλής συν-συγγραφέας της μελέτης Κάρολ Όμπερ, πρόεδρος της ανθρώπινης γενετικής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο.
Όταν εντόπισε τη νέα συσχέτιση με το γονίδιο MGMT στην ανάλυσή της, η Όμπερ απευθύνθηκε στην Φάρερ στη Βοστώνη. Εκείνη την περίοδο, η Φάρερ μελετούσε μια τεράστια γενετική ανάλυση που έγινε σε πάνω από 10.000 γυναίκες, από μια μεγάλη μελέτη για το Αλτσχάιμερ.
«Της είπα ότι είχαμε βρει ακριβώς το ίδιο γονίδιο στην ανάλυσή μας», δήλωσε η Φάρερ. «Δύο διαφορετικές μελέτες που ξεκίνησαν ανεξάρτητα η μία από την άλλη βρίσκουν κατά τύχη το ίδιο γονίδιο, γεγονός που με διαβεβαιώνει ότι το εύρημα αυτό είναι ισχυρό».
Παράγοντας κινδύνου για γυναίκες χωρίς APOE ε4
Η ερευνητική ομάδα συνέκρινε τα ευρήματα με δείγματα εγκεφαλικού ιστού ανδρών και δεν βρήκε καμία συσχέτιση μεταξύ του γονιδίου MGMT και της νόσου Αλτσχάιμερ στους άνδρες.
Όταν εξέτασαν το MGMT μέσω της επιγενετικής, δηλαδή τι συμβαίνει όταν ένα γονίδιο ενεργοποιείται ή απενεργοποιείται από συμπεριφορές και περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η έκφρασή του στις γυναίκες σχετιζόταν σημαντικά με την ανάπτυξη του β-αμυλοειδούς και του Τau, δύο πρωτεϊνών που αποτελούν χαρακτηριστικά της νόσου του Αλτσχάιμερ. Η συσχέτιση μεταξύ του MGMT, των πλακών αμυλοειδούς και των δεσμών Τau ήταν «πιο έντονη στις γυναίκες που δεν έχουν APOE ε4», σημείωσε η Φάρερ.
Η APOE θεωρείται απαραίτητη πρωτεΐνη και η πρωταρχική της λειτουργία είναι να «μετακινεί τη χοληστερόλη στο σώμα», εξήγησε η ερευνήτρια. Ωστόσο, μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι η παραλλαγή APOE ε4 μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εναπόθεση περισσότερων λιπαρών οξέων σε σχέση με τα άλλα μέλη της οικογένειας APOE, οδηγώντας έτσι τους επιστήμονες να πιστεύουν ότι υπάρχει μια συσχέτιση της χοληστερόλης με τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Στην πραγματικότητα, μια μελέτη της Φάρερ που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο, διαπίστωσε ότι η υψηλή χοληστερόλη και το υψηλό σάκχαρο στο αίμα στη δεκαετία των 30 μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για νόσο Αλτσχάιμερ δεκαετίες αργότερα στη ζωή.
«Υπάρχουν πολλά μονοπάτια προς τη νόσο Αλτσχάιμερ. Υπάρχει το μονοπάτι των λιπιδίων ή της χοληστερόλης, το οποίο είναι πλέον αρκετά καλά τεκμηριωμένο στη νόσο Αλτσχάιμερ, και η APOE ε4 αποτελεί μέρος αυτού», δήλωσε η ερευνήτρια.
«Υπάρχει και η φλεγμονή, η οποία είναι κοινή σε όλες τις χρόνιες ασθένειες. Με το MGMT, μπορεί να εξετάζουμε ένα πρόσθετο μονοπάτι που σχετίζεται με κάποιο τρόπο με την επιδιόρθωση του DNA, ή ίσως το MGMT συμμετέχει σε ένα από αυτά τα άλλα μονοπάτια και κανείς δεν ξέρει ακόμη πώς», πρόσθεσε.
Εξατομικευμένη ιατρική
Είναι σημαντικό η αρτηριακή πίεση, η χοληστερόλη και το σάκχαρο στο αίμα, να διατηρούνται σε υγιή επίπεδα, λένε οι ειδικοί. Οι γυναίκες σε συνεργασία με τους γιατρούς τους, θα πρέπει να σκεφτούν τη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης, όταν ενδείκνυται, και να ακολουθούν έναν υγιή τρόπο ζωής που περιλαμβάνει τακτική σωματική άσκηση, μεσογειακή διατροφή, επαρκή ύπνο και τεχνικές μείωσης του στρες», συμβουλεύει ο Άιζακσον.
Σύντομα, οι επιστήμονες θα είναι σε θέση να προσφέρουν εξατομικευμένη ιατρική στις γυναίκες, δήλωσε η Δρ. Κέλυαν Νιώτης, νευρολόγος στην Κλινική Πρόληψης του Αλτσχάιμερ στο Weill Cornell Medicine και στο NewYork-Presbyterian, η οποία δεν συμμετείχε στη μελέτη.
«Σύντομα, θα είμαστε σε θέση να προσφέρουμε στις γυναίκες που διατρέχουν κίνδυνο πιο προηγμένες αξιολογήσεις, όπως ολοκληρωμένες γενετικές εξετάσεις σε κλινικό περιβάλλον, ώστε να εκτιμήσουμε επαρκέστερα τον κίνδυνο και να αναπτύξουμε εξατομικευμένα σχέδια μείωσης του κινδύνου για τη βέλτιστη προστασία του εγκεφάλου», είπε η Νιώτης.
Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό για θέματα Αλτσχάιμερ και άνοιας «Alzheimer’s Disease & Dementia: The Journal of the Alzheimer Association».
ΠΗΓΗ: CNN, ΑΠΕ-ΜΠΕ