O Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, δήλωσε ότι δεν είναι αποφασισμένος να παραδώσει προτεκτοράτο με τη λήξη της θητείας του.
Δεν πρόκειται να υποχωρήσω αποδεχόμενος κυριαρχία του ψευδοκράτους για να παρακαθίσω σε συνομιλίες, όση πίεση και αν ασκείται από όποιους και αν ασκείται. Δεν πρόκειται να αποδεχθώ να καθίσω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να απεμπολήσω τα δικαιώματα και των Μορφιτών και των Βαρωσιωτών και όλων των προσφύγων, είπε.
Μιλώντας στην αντικατοχική εκδήλωση του Δήμου Μόρφου, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης αναφέρθηκε στις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί μέχρι σήμερα για τη λύση του Κυπριακού, στον γγ του ΟΗΕ, τις ενέργειες της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ, καθώς και στον ρόλο του Τουρκοκύπριου ηγέτη Ερσίν Τατάρ, εκφράζοντας τα «αισθήματα ιδιαίτερης συγκίνησης που παρευρίσκομαι και φέτος στην αντικατοχική εκδήλωση του Δήμου Μόρφου, διατρανώνοντας για άλλη μια χρονιά την ισχυρή βούληση που μας διακατέχει για συνέχιση του αγώνα, όσον αφορά την επανένωση της πατρίδας μας και την επιστροφή στις πατρογονικές μας εστίες». Στη συνέχεια ανέφερε:
«Θέλω θερμά να ευχαριστήσω όσους έχουν εκ του εξωτερικού παρευρεθεί και φέτος, για να δείξουν τα έντονα αισθήματα συμπαράστασης στον αγώνα που δίνει ο κυπριακός λαός για δικαίωση.
Ευχαριστώ θερμά τον εκπρόσωπο του προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, ευχαριστώ θερμά την Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας για τον χαιρετισμό, τους εκπροσώπους των δήμων, τους εκπροσώπους των διαφόρων περιφερειών, θερμές ευχαριστίες στους απόδημους, στους οποίους οφείλουμε πολλά σε αυτό τον αγώνα.
Θέλω να σας βεβαιώσω φίλε δήμαρχε Μόρφου, ότι βιώνω μαζί σας τον πόνο που νιώθετε σαν αποτέλεσμα των τραγικών συνεπειών που επέφερε τόσο για εσάς, όσο και για ολόκληρο τον προσφυγικό κόσμο και όχι μόνο, η τουρκική εισβολή.
Είναι την ίδια στιγμή απολύτως κατανοητή η δίκαιη απαίτηση που έχετε για την ανάκτηση και την επιστροφή στις περιουσίες σας και τη διασφάλιση των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Θέλω να σας διαβεβαιώσω για άλλη μια φορά, για τη δεδομένη ετοιμότητα και σαφή πολιτική βούληση προς επίτευξη μιας δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης και θέλω να τονίσω ότι η δική μας επιμονή δεν κάμπτεται και δεν πρόκειται να καμφθεί παρά τους όποιους σχεδιασμούς, τους διαχρονικούς, που ξεκινούν από το ΄56, περνούν από το ΄63-’64, φτάνουμε στο ’75 με την ανακήρυξη “ομόσπονδου τουρκικού κράτους”, για να καταλήξουμε στο ’83 ως μεσοδιάστημα όταν ανακηρύχθηκε η “ανεξάρτητη δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου”, με μόνιμο πάντα στόχο τον έλεγχο του μέρους ή δια του μέρους, του όλου της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Δεν θα πρέπει κανένας να λησμονεί ποιες είναι οι οδυνηρές παραχωρήσεις που η ελληνοκυπριακή πλευρά έχει αποδεχθεί, σαν αποτέλεσμα της προδοσίας του ’74, αλλά και της επιθυμίας να εξευρεθεί μια λύση που θα μπορεί να διασφαλίσει την ειρήνη σε αυτό τον τόπο, να επαναφέρει την τάξη, να επαναφέρει το δίκαιο, να δημιουργήσει συνθήκες ειρηνικής συμβίωσης και συνδημιουργίας με τους συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριους.
Δεν υπήρξε Πρόεδρος που δεν απέδειξε την αποφασιστικότητα και τη βούλησή του. Αν αποτύχαμε, κύριος λόγος δεν ήταν παρά η τουρκική αδιαλλαξία, αλλά και οι σχεδιασμοί της Τουρκίας που εκδηλώνονται πλέον μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντανά, πού καθαρά οφείλεται -και χαίρομαι γιατί άκουσα όλους μηδενός εξαιρουμένου να δηλώνουν και να καθορίζουν ή να καθιστούν ξεκάθαρο ότι για να μπορέσει να επιβιώσει η Κυπριακή Δημοκρατία υπό μετεξέλιξη, η ομόσπονδη κρατική δομή που επιδιώκουμε, θα πρέπει να καταργηθούν οι αναχρονιστικές εγγυήσεις, τα μονομερή επεμβατικά δικαιώματα, η παρουσία κατοχικού στρατού. Η κακοδαιμονία της Κύπρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Συνθήκη Εγγυήσεως, δυστυχώς, αναφέρεται.
Και δεν πρέπει κανενός να διαφεύγει την προσοχή -και επανέρχομαι στο θέμα του Κραν Μοντανά- ότι ο λόγος αποτυχίας ήταν η επιμονή του κ. Τσαβούσογλου ότι οι εγγυήσεις θα διαρκούσαν για 15 ή αν ήμασταν καλά παιδιά, για 10 χρόνια, όχι με ημερομηνία τερματισμού, αλλά με ημερομηνία αναθεώρησης. Με απλά λόγια, αν τα δύο μέρη δεν συμφωνούσαν θα συνέχιζαν εσαεί. Όπως επίσης η αξίωση για μόνιμη παρουσία κατοχικού στρατού.
Κάποιες αλήθειες πρέπει να λέγονται, γιατί είναι Ιστορία και καταγράφεται. Είναι καλά γνωστό πως έκτοτε δεν παραλείψαμε, αντιθέτως επιμόνως έχουμε δώσει δείγματα της αποφασιστικότητάς μας για λύση του Κυπριακού, πριν και πάνω από όλα με την πρώτη επαφή μετά το Κραν Μοντανά στις 22 του Σεπτέμβρη του 2017, όταν είχα τονίσει στον γγ των ΗΕ ότι είμαστε έτοιμοι να επανέλθουμε στο τραπέζι του διαλόγου από εκεί που έχει τερματιστεί ο διάλογος στο Κραν Μοντανά.
Όταν τον Φεβρουάριο του 2018 κατονόμαζε τον βοηθό γγ Γάλλο διπλωμάτη, ως ειδικό αντιπρόσωπο τον οποίο απέρριψε η Τουρκία για να επανέλθει με την προσωπική απεσταλμένη κα Λουτ, που εμείς αμέσως είχαμε δώσει συγκατάθεση, για να απαντήσει η Τουρκία τον Ιούλιο. Ένα ολόκληρο χρόνο μετά το Κραν Μοντανά. Για να μην πω στη συνέχεια το πόσες προσπάθειες καταβλήθηκαν, με δικές μου πρωτοβουλίες μάλιστα, για να καταλήξουμε σε συναντήσεις κοινωνικού περιεχομένου, αλλά με ουσιαστικό, εν τη ουσία, ενδιαφέρον, με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη κ. Ακκιντζί στο Βερολίνο, στις 25 Νοεμβρίου του 2019, να συμφωνήσουμε τους όρους αναφοράς. Αλλά έκτοτε ακόμη αγνοούνται οι συνομιλίες, όχι διότι η ελληνοκυπριακή πλευρά τις αρνείται ή αποφεύγει, αλλά διότι απλούστατα στόχος της Τουρκίας ήταν η αποφυγή του όποιου διαλόγου μετά το 2017, μέχρι την ώρα που θα εξοστρακιζόταν ο Τουρκοκύπριος ηγέτης κ. Ακκιντζί.
Και αυτό είναι που πέτυχαν στις εκλογές της τουρκοκυπριακής κοινότητας, παραμερίζοντας με τις γνωστές μεθόδους, όπως έχουν καταγγελθεί από σωρεία Τουρκοκυπρίων υποψηφίων, αλλά και επιστημονικής ομάδας Τουρκοκυπρίων ακαδημαϊκών και πολιτικών αναλυτών, δια τις παρεμβάσεις της ‘Αγκυρας, προκειμένου να επιβάλουν τον κ. Τατάρ. Έναν ηγέτη ο οποίος με τη βοήθεια και την υποβολή της Τουρκίας, στην άτυπη πενταμερή συνάντηση τον Απρίλιο του 2021 υπέβαλε έξι σημεία γραπτού κειμένου στα οποία δεν δέχονται επανέναρξη συνομιλιών, εκτός εάν αναγνωριστεί ισότιμο καθεστώς με την Κυπριακή Δημοκρατία του παράνομου μορφώματος που συντηρείται και εγκαθιδρύθηκε από την Τουρκία.
Πρόσφατα, στη συνάντηση με τον γγ των ΗΕ, είχε συμφωνηθεί και ο γγ επεξήγησε τους λόγους γιατί δεν αποδεχόταν το αίτημα του κ. Τατάρ να διοριστεί προσωπικός απεσταλμένος. Κάποια στιγμή οι αλήθειες πρέπει να λέγονται. Η υποκρισία δεν ωφελεί κανένα. Το να κρύβουμε τα γεγονότα δεν ωφελεί το διεθνές δίκαιο.
Ο γγ κατέστησε σαφές ότι ήταν αδύνατο να γίνει αποδεκτή η εισήγηση ή αξίωση της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων για προσωπικό απεσταλμένο, διότι η Κίνα και η Ρωσία έφεραν ένσταση στον διορισμό προσωπικών αντιπροσώπων εκεί και όπου ένα διεθνές πρόβλημα ήταν ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας. Για αυτό και εισηγήθηκε τον διορισμό ειδικού αντιπροσώπου, που θα ήταν και υπόλογος προς το Συμβούλιο Ασφαλείας. Αυτό, εξάλλου, προνοούν και τα ψηφίσματα των ΗΕ, αλλά και οι όροι εντολής του γγ. Και ενώ είχε συμφωνηθεί να διοριστεί ειδικός αντιπρόσωπος, ενώ ο κ. Τατάρ ήταν στο πλευρό μου όταν έκανα δηλώσεις και του ερμηνευόταν το τι έλεγα, και δεν αντέδρασε εν συνεχεία όταν του ζητήθηκαν δηλώσεις, αναμένουμε ακόμα μέχρι σήμερα τον διορισμό του ειδικού αντιπροσώπου διότι ενίσταται η Τουρκία.
Αυτή είναι η πραγματικά κατάσταση μιας συμπεριφοράς που καταμαρτυρείται όχι μόνο από την αναθεωρητική και επεκτατική στάση που η Τουρκία τηρεί, όχι μόνο από τους οραματισμούς για τη γαλάζια πατρίδα που επηρεάζουν το Αιγαίο, την Κύπρο, τη Μέση Ανατολή, αλλά και από τις επεμβάσεις στη Λιβύη, στη Συρία, στο Ιράκ, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, από τη συστηματική παραβίαση της ΑΟΖ της Κύπρου, από την παραβίαση του στάτους κβο, την παραβίαση των ψηφισμάτων 550 και 789 που αφορούν το στάτους της Αμμοχώστου, από την παράνομη διεκδίκηση εναντίον της Ελλάδας, εναντίον των συνόρων της Ευρώπης. Διεκδίκηση ΑΟΖ κατά το διεθνές, ως λέγουν δίκαιο. Αλλά ποιο δίκαιο, δεν μας λένε. Από την ώρα που ο κ. Ερντογάν και η Τουρκία δεν αποδέχθηκε ποτέ το διεθνές δίκαιο της θάλασσας.
Και θέλω να ξέρετε ότι έχω διαβιβάσει, διότι πολλά ακούω για το θέμα της αξιοποίησης του φυσικού πλούτου, ότι δεν διαφωνώ. Πέρα των συγκλίσεων που είχαν επιτευχθεί επί αείμνηστου Δημήτρη Χριστόφια, επαναλήφθηκαν επί των ημερών μου. Και για να ξέρετε ότι ποτέ δεν ήταν θέμα οι υδρογονάνθρακες. Ουδέποτε στα έξι σημεία ή καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων 2012-2017 ηγέρθη από τους Τουρκοκύπριους θέμα υδρογονανθράκων. Ούτε ήταν στα έξι σημεία στο πλαίσιο για την επίτευξη στρατηγικής συμφωνίας, διότι απλούστατα θεωρείτο συμφωνημένο.
Παρά ταύτα, έκτοτε και για διασφάλιση των Τουρκοκυπρίων, είχαμε προχωρήσει στη θέσπιση με νόμο, εθνικού ταμείου υδρογονανθράκων, έχω προχωρήσει τον Αύγουστο του 2019 με πρόταση προς τον κ. Ακκιντζί ότι είμαστε έτοιμοι να ανοίξουμε καταπιστευματικό λογαριασμό προς όφελος της τουρκοκυπριακής κοινότητας και αν και εφόσον υπάρξουν πρόσοδοι από την αξιοποίηση του φυσικού πλούτου, να κατατίθενται σε αυτό τον καταπιστευματικό λογαριασμό, τονίζοντας πως αν η Τουρκία αναγνωρίσει την ΑΟΖ της Κύπρου -που με βάση τις παρανομίες της αμφισβητεί το 44%, κάτι που δεν επηρεάζει μόνο τους Ελληνοκύπριους, αλλά και τους Τουρκοκύπριους- όπως το διεθνές δίκαιο καθορίζει και όπως έχουμε πράξει με όλες τις γείτονες χώρες, τότε οι Τουρκοκύπριοι θα είχαν δικαίωμα ακόμα και χωρίς τη λύση του Κυπριακού, να αποσύρουν για τις ανάγκες της κοινότητας τα προς όφελος τους στον καταπιστευματικό λογαριασμό ποσά.
Δεν υπήρξε οτιδήποτε που θα μπορούσε να συμβάλει στο να ανταποκριθούμε, στο να συναντήσουμε τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων και που δεν το έχουμε πράξει. Καταθέσαμε ιδέες, τολμηρές ιδέες, κατηγορηθήκαμε για αυτό, αποκέντρωση εξουσιών, κοινοβουλευτικό σύστημα, ακόμα και επάνοδο υπό προϋποθέσεις στο καθεστώς του Συντάγματος του ’60, όχι για να επιστρέψουμε στο ενιαίο κράτος – το έχω πει πολλές φορές και ας μη διαστρέφεται η πραγματικότητα και η αλήθεια, διότι είναι γραπτά τα κείμενα, αλλά για να έχει συνέχεια και μετεξέλιξη, αντ΄ αυτού που διεκδικούν ανεξάρτητο κράτους.
Δεν υπάρχει περίπτωση ανεξάρτητου κράτους, υπάρχει συνέχεια, μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, με βάση πάντα τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, τα ψηφίσματα των ΗΕ που είναι οι ασφαλιστικές δικλείδες, τις καταδίκες της Τουρκίας από το ΕΔΑΔ που προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και του ευρωπαϊκού κεκτημένου κράτος μέλος είμαστε και θα συνεχίσουμε να είμαστε.
Καταλήγοντας θέλω να σας διαβεβαιώσω: Δεν πρόκειται να υποχωρήσω αποδεχόμενος κυριαρχία του ψευδοκράτους για να παρακαθίσω σε συνομιλίες, όση πίεση και αν ασκείται από όποιους και αν ασκείται. Δεν πρόκειται να αποδεχθώ να καθίσω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να απεμπολήσω τα δικαιώματα και των Μορφιτών και των Βαρωσιωτών και όλων των προσφύγων.
Αυτό που είναι επιδίωξη μου, που είμαι αποφασισμένος, που είμαι έτοιμος να πράξω είναι να παρακαθίσω σε ένα έντιμο διάλογο με βάση τα όσα έχουν συμφωνηθεί το 2014 στο κοινό ανακοινωθέν, με βάση τις συγκλίσεις, με βάση τις παραμέτρους του γγ, με βάση το διεθνές δίκαιο, με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο, προκειμένου να επιτύχουμε μια λειτουργική λύση. Και για να είναι βιώσιμη η λύση θα πρέπει να είναι λειτουργική.
Δεν μπορεί η πολιτική ισότητα να μετατρέπεται σε πολιτική ανισότητα. Δεν μπορεί να θέλουν να καθορίζουν την τύχη του συνόλου του κράτους μέσα από κάποιες αξιώσεις που προβάλλουν. Πρέπει να γίνει συνείδηση στον κάθε πατριώτη, πως εάν δεχθούμε τις αξιώσεις που προβάλλουν, η Κύπρος, όπως τα κατεχόμενα, θα μετατραπούμε σε προτεκτοράτο της Τουρκίας και εγώ δεν είμαι αποφασισμένος να παραδώσω προτεκτοράτο με τη λήξη της θητείας μου.
Αυτό που θα δώσω είναι ειλικρινείς και έντιμους αγώνες και προσπάθειες μέσα από το πλέγμα διεθνών συμμαχιών που έχουμε αναπτύξει αυτή την περίοδο, μέσα από την αξιοποίηση του διεθνούς δικαίου, της ΕΕ, του όποιου μπορεί να συμβάλει και να μας βοηθήσει. Κανείς δεν έχει αμφιβολία, ότι τόσο η διεθνής κοινότητα όσο και κράτη, δυστυχώς, καθορίζουν τις αποφάσεις τους, όχι πάντα με βάση το διεθνές δίκαιο, όπως προβλέπεται, αλλά με βάση τα κρατικά συμφέροντα. Αυτά είναι που προσπαθούμε με κάθε τρόπο να ξεπεράσουμε, αυτά τα κωλύματα, αυτούς τους δισταγμούς, με την ελπίδα ότι δεν θα αργήσει η μέρα που επιτέλους κάποιοι θα συνειδητοποιήσουν, όπως άρχισαν ήδη να συνειδητοποιούν, και ταυτίζουν μεταξύ των επιθετικών χωρών και την Τουρκία.
Εύχομαι ο επόμενος χρόνος, η επόμενη πορεία να μας βρει κάτω από καλύτερες συνθήκες και μέσα από ένα ουσιαστικό διάλογο να πούμε ότι επιτέλους μπορούμε να τιμήσουμε όσους έδωσαν τη ζωή τους για να κρατηθεί η Κυπριακή Δημοκρατία ζωντανή, όσους έδωσαν τη ζωή τους στους απελευθερωτικούς αγώνες του τόπου, όσους έφυγαν με τον πόνο της επιστροφής».