Οι ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις με αφορμή τη δημόσια διαβούλευση που έχουν ξεκινήσει οι οργανισμοί των δυο λιμανιών ζητούν να παραμείνει ανοικτός ο ανταγωνισμός. Οι θέσεις των λιμανιών.
Να δημιουργηθούν συνθήκες ανταγωνισμού στη διαχείριση αποβλήτων πλοίων στα λιμάνια Πάτρας και της Ηγουμενίτσας, ζητούν οι ακτοπλόοι μέσω παρεμβάσεων του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ).
Οι ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις με αφορμή τη δημόσια διαβούλευση που έχουν ξεκινήσει οι οργανισμοί των δυο λιμανιών (Οργανισμός Λιμένος Πατρών-OΛΠΑ και Οργανισμός Λιμένος Ηγουμενίτσας –ΟΛΗΓ) με θέμα «τον περιορισμό του αριθμού των παρόχων της λιμενικής υπηρεσίας ευκολιών υποδοχής αποβλήτων και καταλοίπων των πλοίων που καταπλέουν στους λιμένες» τάσσονται κατά μονοπωλιακών καταστάσεων και ζητούν την εφαρμογή του κοινοτικού κανονισμού 2017/352, ο οποίος μόνο κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις επιτρέπει την ύπαρξη μόνο ενός διαχειριστή αποβλήτων.
Ο ΣΕΕΝ σε δυο δικές του τοποθετήσεις που έδωσε στη δημοσιότητα και αφορούν στα αντίστοιχα κείμενα του ΟΛΠΟΛΠ -0,11% και ΟΛΗΓ υποστηρίζει μεταξύ άλλων ότι το σύνολο της επιχειρηματολογίας των δυο οργανισμών είναι «έωλο» καθώς όπως υποστηρίζει περιορίζουν τους παρόχους σε ένα για τα στερεά και σε ένα για τα υγρά απόβλητα επικαλούμενοι «κινδύνους» και «προβλήματα» από την παράλληλη δραστηριοποίηση «αόριστου» αριθμού παρόχων, παραβλέποντας ότι στην Ελληνική Επικράτεια δραστηριοποιούνται μόνο δύο ως τρεις εταιρείες στη συλλογή στερεών αποβλήτων πλοίων (Antipollution ANE, North Aegean Slops ΑΕ και Τεχνική Προστασίας Περιβάλλοντος ΑΕ) και μόνο δύο εταιρείες στη συλλογή υγρών αποβλήτων πλοίων (HEC AE και North Aegean Slops ΑΕ).
Επομένως η απελευθέρωση της υπηρεσίας, λόγω του εξαιρετικά περιορισμένου αριθμού των εταιρειών που εν δυνάμει θα επιδίωκαν να δραστηριοποιηθούν, είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο να προκαλέσει τα προβλήματα που επικαλούνται οι δυο οργανισμοί.
Σε κάθε περίπτωση ο ΣΕΕΝ υπογραμμίζει ότι ο αριθμός των παραδόσεων αποβλήτων και ο αντίστοιχος όγκος αποβλήτων δεν θα αυξηθεί αν δραστηριοποιούν περισσότεροι του ενός πάροχοι και επομένως δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος περιορισμού του αριθμού τους.
Ο ΣΕΕΝ υπογραμμίζει ότι οι δυο οργανισμοί «είναι εξ αρχής αντίθετοι στην ανάπτυξη του ελεύθερου ανταγωνισμού στις εν λόγω υπηρεσίες». Στην περίπτωση του OΛΠΑ αυτό αναδεικνύεται από το ότι υποστηρίζει ότι ο συνεχής ανταγωνισμός δήθεν θα οδηγήσει στην αύξηση των τιμών και την υποβάθμιση της ποιότητας και της περιβαλλοντικής πληρότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών (!) καθώς και ότι το άνοιγμα της αγοράς και ο ελεύθερος ανταγωνισμός δήθεν δεν συμβαδίζουν με την επιβολή της υποχρέωσης παροχής υπηρεσιών σε κάθε θέση πλεύρισης, νυχθημερόν και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Ενώ είναι τοις πάσι γνωστό ότι ο ανταγωνισμός μειώνει τις τιμές για τους χρήστες των υπηρεσιών (απόδειξη ο Λιμένας Ηρακλείου Κρήτης), χωρίς οποιαδήποτε ποιοτική υστέρηση των υπηρεσιών. Εξάλλου ο διαχειριστής Λιμένα, κατά την αδειοδότηση των παρόχων, έχει δικαίωμα και ευχέρεια να θέσει τους όρους που θα εξασφαλίζουν την ποιοτική και περιβαλλοντικά βιώσιμη παροχή των υπόψη υπηρεσιών.
Επομένως καθίσταται προφανές ότι ο διαχειριστής του Λιμένα, αν και επικαλείται τον Κανονισμό 2017/352, δεν επιθυμεί να τον εφαρμόσει, αλλά επιδιώκει να διατηρήσει το καθεστώς μονοπωλίου που επί σειρά ετών έχει επιβάλει εις βάρος των χρηστών του Λιμένα, τονίζει ο ΣΕΕΝ. Κατ’ επίκληση των όλως εξαιρετικών διατάξεων του άρθρου 6 του Κανονισμού επιδιώκει να άρει όλες τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από αυτόν και να εγκαθιδρύσει επ’ αόριστον ένα μονοπώλιο παροχής των λιμενικών υπηρεσιών συλλογής αποβλήτων πλοίων, τις οποίες θα παρέχει μόνο ένας πάροχος. Συνεπώς μόνο τύποις ακολουθείται η διαδικασία διαβούλευσης και ως τέτοια δεν είναι νόμιμη, αλλά επιδιώκει να περιγράψει το γράμμα και το πνεύμα του Κανονισμού 2017/352.
Τόσο από το κείμενο του κανονισμού 2017/352 της ΕΕ όσο και από την ως άνω δεσμευτική οδηγία της ΡΑΛ, αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής, προκύπτει ότι ο κανόνας είναι οι πολλαπλοί πάροχοι και εξαίρεση οι λιγότεροι, υπογραμμίζει ο ΣΕΕΝ.
Οι θέσεις των λιμανιών
Στους λόγους για τους οποίους δεν μπορούν να δραστηριοποιούνται πολλοί φορείς διαχείρισης αποβλήτων στα λιμάνια αναφέρονται οι διοικήσεις των δυο οργανισμών, με περίπου ίδια επιχειρήματα. Ενδεικτικά ο ΟΛΗΓ αναφέρει ότι η τυχόν δραστηριοποίηση πολλών παρόχων στο αντικείμενο των ευκολιών υποδοχής υγρών πετρελαιοειδών αποβλήτων μπορεί να δημιουργήσει βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα τα κάτωθι:
α) Στα Ευρωπαϊκά λιμάνια, όπου υπάρχουν πολλοί πάροχοι, οι τιμές παραλαβής και μεταφοράς των πετρελαιοειδών αποβλήτων είναι πολλαπλάσια μεγαλύτερες των ελληνικών λιμανιών.
Επιπρόσθετα, ενώ αρχικά θα ευνοηθούν οι πλοιοκτήτριες εταιρείες και οι εκπρόσωποι των πλοίων, καθώς οι πάροχοι με χαμηλό κόστος λειτουργίας θα είναι σε θέση να προσφέρουν πολύ χαμηλές τιμές, ωστόσο μακροπρόθεσμα αυτό θα αναγκάσει εκ των πραγμάτων τους παρόχους με υψηλό κόστος λειτουργίας και άρα μεγάλες επενδύσεις σε μέσα, εξοπλισμό, τεχνολογία και ανθρώπινο δυναμικό να προσαρμοστούν στα δεδομένα αυτά και να μειώσουν το κόστος λειτουργίας τους, ώστε να ανταπεξέλθουν στην προσφορά των χαμηλών τιμών. Ως εκ τούτου, οι Φορείς διαχείρισης των λιμένων θα καλύπτουν την υποχρέωση παροχής υπηρεσιών ευκολιών υποδοχής υγρών πετρελαιοειδών αποβλήτων με παρόχους περιορισμένων μέσων και δυνατοτήτων. Υπενθυμίζεται ότι οι Φορείς διαχείρισης λιμένων είναι υπόχρεοι σε καταβολή αποζημίωσης λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης στην παραλαβή των αποβλήτων των πλοίων.
Επίσης, στην περίπτωση αυτή η μη ύπαρξη σταθερού τιμολογίου δημιουργεί ασταθές οικονομικό περιβάλλον για τις πλοιοκτήτριες εταιρείες και τους εκπροσώπους τους καθώς ενδέχεται η προσφορά χαμηλών τιμών να μην συνεχιστεί και στο μέλλον, χωρίς την οποιαδήποτε εγγύηση για αύξηση και της ποιότητας της προσφερόμενης υπηρεσίας.
β) Ο συνεχής ανταγωνισμός, η επιλεκτική εξυπηρέτηση των πλοίων και η μείωση του κόστους λειτουργίας με σκοπό την επίτευξη μεγαλύτερου ποσοστού κέρδους θα οδηγήσουν στην εκφύλιση της ποιότητας επεξεργασίας και στην ανεύθυνη και ανεξέλεγκτη διαχείριση και επεξεργασία των αποβλήτων. Από αυτό θα επωφεληθούν οι πλοιοκτήτριες εταιρείες και οι εκπρόσωποι των πλοίων, αλλά πιθανότατα θα υπάρξει μεγάλος κίνδυνος για το περιβάλλον και το κύρος της χώρας μας με αποτέλεσμα την καταγγελία της χώρας μας στα αρμόδια Ευρωπαϊκά όργανα, με τις όποιες ποινικές συνέπειες επακολουθούν για τον Φορέα διαχείρισης του λιμένα καθώς θεωρείται αν όχι παραγωγός του αποβλήτου σίγουρα συμπαραγωγός.
γ) Aποδυναμώνονται οι ελεγκτικοί μηχανισμοί των Υπουργείων Περιβάλλοντος και Ναυτιλίας, των Φορέων Διαχείρισης και των Λιμενικών και Τελωνειακών Αρχών, διότι ο συνεχής έλεγχος – που είναι απαραίτητος λόγω της σοβαρότητας του έργου –δύναται να είναι ευχερής στον έναν πάροχο, ενώ αντίθετα στους πολλούς παρόχους με την αύξηση των «ελεγκτέων στόχων», ο έλεγχος καθίσταται από δυσχερέστατος έως αδύνατος.
δ) Οδηγεί σε υπερβολικά υψηλές δαπάνες τους Φορείς διαχείρισης Λιμένων, καθώς προκειμένου να είναι σε θέση να εποπτεύουν, να παρακολουθούν και να ελέγχουν το έργο των ευκολιών υποδοχής αποβλήτων θα πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους το απαιτούμενο και ειδικά καταρτισμένο προσωπικό που θα επιφορτιστεί αποκλειστικά και μόνο με την εκτέλεση ανά πάροχο του ειδικού αυτού αντικειμένου (ιχνηλασιμότητα των προς διάθεση αποβλήτων, μηνιαίες εκκαθαρίσεις ανά χρήστη λιμένα και πάροχο, έλεγχος τήρησης του Σχεδίου Παραλαβής και διαχείρισης αποβλήτων, ισχύς αδειών και πιστοποιητικών ανά πάροχο καθώς και των συλλεκτικών τους μέσων, υποβολή αναφορών προς Υπουργεία και Αρχές κ.λπ.).
ε) Το άνοιγμα της αγοράς σε συνθήκες ελευθέρου ανταγωνισμού δεν επιβάλλει την υποχρέωση εξυπηρέτησης όλων των χρηστών του λιμένα, ανεξαρτήτως του εάν τακτοποιούν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις ή όχι, αντίθετα μπορεί να αναγκάσει τους παρόχους να διακόψουν την παροχή υπηρεσιών σε χρήστες με οικονομικές οφειλές. Ποιος από τους παρόχους θα έχει την ευθύνη στην περίπτωση αυτή;, καταλήγουν
Πηγή: Euro2day.gr