Από τον Πασχάλη Τσολάκη
Αποφεύγω την προσφώνηση «κύριε», γιατί στη χώρα μου η λέξη αυτή σημαίνει ΕΝΤΙΜΟΣ – ΑΞΙΟΠΡΕΠΗΣ.
Εσύ δεν είσαι ούτε αξιοπρεπής, ούτε έντιμος. Αυτές τις λέξεις τις χρεοκόπησες με το σκάνδαλο που σου στοίχισε ακόμα και την καγκελαρία στην πατρίδα σου.
Παρά ταύτα παραμένεις ισχυρός, έχοντας μαζί σου πολιτικούς που…γονατίζουν στον δυνατό, σαν εκείνους που έστελναν ακόμα και το στέμμα τους, ως ένδειξη υποταγής στον Φύρερ.
Αυτή η προσωπική σου ισχύ, σε συνεπαίρνει και ενίοτε διατάζεις και απειλείς, ενίοτε ηθικολογείς, συμβουλεύεις και απαιτείς τήρηση των συμφωνιών που φρόντισες να επιβάλεις με το πιστόλι στον κρόταφο ή με ανθρώπους τέτοιας συμπεριφοράς, που στην χώρα μου τους αποκαλούν δωσίλογους.
Σε μια ερώτηση ενός Έλληνα δημοσιογράφου, απάντησες με μια φράση του Γκαίτε.
Θα σου θυμίσω κι εγώ μια άλλη φράση του Γκαίτε «Από όλους τους λαούς της γης, οι Έλληνες ονειρεύτηκαν το όνειρο της ζωής ομορφότερα». Μπορεί να αναφερόταν στους Αρχαίους Έλληνες, αλλά να, δες, χιλιάδες χρόνια μετά μιλούμε την ίδια γλώσσα
Ο Γκαίτε υμνούσε την Ελλάδα, υμνώντας έτσι τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα. Το μόνο κοινό που έχεις με εκείνον είναι το «Βόλφγκανγκ».
Ο Γκαίτε στη τραγωδία του «Η Ιφιγένεια εν Ταύροις» εξυμνεί την ανθρωπιά, η οποία θριαμβεύει κατά της παράνοιας και της βαρβαρότητας.
Εσύ όμως επιβάλεις την παράνοια, μέσα από την λιτότητα, η οποία επιβάλλεται επί των ανθρώπων και σκοτεινιάζει την ζωή τους.
Και πάλι ένας Γερμανός, ο Νίτσε έγραψε «Όσο σκοτεινός και να είναι ο κόσμος, αρκεί ένα κομμάτι ελληνικής σκέψης για να φωτιστεί»
Λες ότι δεν μπορείς να καταλάβεις τους Έλληνες. Την απάντηση, σου την δίνει ένας πατριώτης μου ποιητής. «Αν κάποτε συναντήσω τους αγγέλους, θα τους μιλήσω Ελληνικά γιατί δεν γνωρίζουν γλώσσες. Μιλάνε μεταξύ τους με τη μουσική»
Εσύ μιλάς άλλη γλώσσα. Εσύ απέναντι σε κάθε Λεωνίδα ψάχνεις έναν Εφιάλτη. Ψάχνεις για σκοτεινούς διαύλους και θολά ποτάμια. Θέλεις οι άνθρωποι να σέρνονται στο χώμα και να προσκυνούν υποχθόνιους θεούς.
Όμως οι Έλληνες, από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα, όρθιοι προσεύχονταν στους θεούς τους και γονάτιζαν μονάχα μπροστά στους νεκρούς τους.
Το έθνος των ελλήνων αγωνίζονταν πάντα για την τιμή του ανθρώπου και την τιμή του κόσμου.
Αγωνίζεται και σήμερα κραυγάζοντας σε όλη την ανθρωπότητα τα λόγια του ποιητή
«Ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα. Ομπρός βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο».
Υ.Γ. 1
Την πολιτική που εφαρμόζεις να πως την ονόμασε ο Αριστοτέλης. Ίσως κάτι να έχεις ακούσει για αυτόν: «…Επιδίωξη της τυραννίας είναι να πτωχεύουν οι πολίτες, αφ’ ενός για να συντηρείται με τα χρήματά τους η φρουρά του καθεστώτος……σε αυτό το αποτέλεσμα αποβλέπει τόσο η επιβολή μεγάλων φόρων, η απορρόφηση των περιουσιών των πολιτών, όσο και η κατασκευή μεγάλων έργων που εξαντλούν τα δημόσια οικονομικά … χρησιμοποιεί η τυραννίδα …. την κατάργηση των συσσιτίων, των εταιριών, της παιδείας και όλων των σχετικών…»
Γι’ αυτό η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης θεωρείται από σένα και τους ομοίους σου, μονομερής και εχθρική ενέργεια!
Τις κυβερνήσεις μπορεί να τις «εκτελείς» ή να τις ανατρέπεις. Το πνεύμα όμως των ελλήνων φιλοσόφων και ποιητών θα στοιχειώνει και θα ακυρώνει κάθε πολιτική βαρβαρότητας που επιθυμείς εσύ και οι όμοιοί σου. Αυτό το πνεύμα δεν εκτελείται.
Υ.Γ. 2
Αυτό το ποίημα το έγραψε ένας πατριώτης μου ακαδημαϊκός.
Πάνω στο χώμα το δικό σου λέμε το όνομά μας – Πάνω στο χώμα το δικό σου σχεδιάζουμε τους κήπους και τις πολιτείες μας – Πάνω στο χώμα σου είμαστε –έχουμε πατρίδα.
Έχω κρατήσει μέσα μου την τουφεκιά σου- Γυρίζει μέσα μου ο φαρμακερός ήχος του πολυβόλου- Θυμάμαι την καρδιά σου που άνοιξε κι έρχονται στο μυαλό μου κάτι εκατόφυλλα τριαντάφυλλα – που μοιάζουνε σαν ομιλία του απείρου προς τον άνθρωπο – Έτσι μας μίλησε η καρδιά σου. Κι είδαμε πως ο κόσμος είναι μεγαλύτερος – κι έγινε μεγαλύτερος για να χωράει η αγάπη.
Το πρώτο σου παιχνίδι, Εσύ – Το πρώτο σου αλογάκι, Εσύ – Έπαιξες τη φωτιά – Έπαιξες το Χριστό – Έπαιξες τον Άη Γιώργη και τον Διγενή – Έπαιξες τους δείχτες του ρολογιού που κατεβαίνουν από τα μεσάνυχτα – Έπαιξες τη φωνή της ελπίδας εκεί που δεν υπήρχε φωνή. -Η πλατεία ήταν έρημη – Η πατρίδα είχε φύγει.
Ήταν καιρός! Δε βάσταξε η καρδιά σου περισσότερο! – Να ακούς κάτω από τη στέγη σου τα ανθρώπινα μπουμπουνητά της Ευρώπης!
Άναψες κάτω από το σακάκι σου το πρώτο κλεφτοφάναρο. – Καρδιά των καρδιών! – Σκέφτηκες τον ήλιο και προχώρησες…
Ανέβηκες στο πεζοδρόμιο και έπαιξες τον άνθρωπο!
Αυτοί είναι οι έλληνες τίμιε υπουργέ των οικονομικών της Γερμανίας, ακόμη και μέσα στην σκοτεινιά δείχνουν το δρόμο.
Ο ποιητής στη χώρα μου, είναι το πνεύμα της γης που σηκώνεται όταν γίνεται σκότος και λάμπει όπως ένα κομμάτι αστραπής σε μεγάλο ύψος τη νύχτα…