Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Follow @j_koutroubis
Πριν από λίγες μέρες ήρθε στο φως της δημοσιότητας μία νέα εμπιστευτική έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), η οποία προβλέπει μεγάλο κίνδυνο χρεοκοπίας και Grexit, αλλά και ακόμα περισσότερη υποβάθμιση του επιπέδου ζωής των Ελλήνων, θέτοντας σκληρούς όρους για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Συγκεκριμένα, η έκθεση, ενώ είχε ως βασικό σκοπό να αξιολογήσει το δεύτερο πρόγραμμα της Ελλάδας, συγχρόνως περιγράφει τους όρους, με τους οποίους θα μπορούσε να συμμετάσχει και πάλι το Ταμείο, αποφεύγοντας τα λάθη του παρελθόντος.
Με το κείμενο των 38 σελίδων, το οποίο έχει ημερομηνία 24 Ιανουαρίου 2017 και περιήλθε εις γνώσιν και των ευρωπαϊκών θεσμών στις Βρυξέλλες μπαίνει σε ευρύτερη ατζέντα μεταρρυθμίσεων από την πλευρά του Ταμείου. Πέρα δηλαδή από το ασφαλιστικό και το αφορολόγητο, στα οποία εστιάζεται έως τώρα η προσοχή.
Εν ολίγοις, το ΔΝΤ ζητάει πολύ περισσότερες μεταρρυθμίσεις (στον τραπεζικό τομέα, στις αγορές, στα εργασιακά κ.λ.π), οι οποίες φέρνουν σε ακόμη πιο δύσκολη θέση την Αθήνα.
Το κείμενο θα παρουσιαστεί μαζί με την Έκθεση που θα περιέχει την ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους στο Δ.Σ. του Ταμείου που θα συνεδριάσει στις 6 Φεβρουαρίου.
Στην ατζέντα που θα τεθεί στην συνεδρίαση περιλαμβάνονται τα εξής σημεία:
– Οι δεσμεύσεις για την ελάφρυνση του χρέους που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη βιωσιμότητά του χρειάζεται να μπουν από την αρχή του προγράμματος και πρέπει να βασίζονται σε ένα ρεαλιστικό μεσοπρόθεσμο στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα.
– Για την οικονομική ανάκαμψη προτεραιότητα πρέπει να έχουν οι μεταρρυθμίσεις στον τραπεζικό τομέα, καθώς η καθυστέρηση αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων της δημιουργίας του θεσμικού πλαισίου για τις πτωχεύσεις και τον ορισμό των διοικήσεων των τραπεζών έχει επίπτωση στην ανάκαμψη.
– Όταν η πολιτική βάση για τις μεταρρυθμίσεις είναι εύθραυστη και δεν υπάρχει ισχυρή κυριότητα του προγράμματος οι προσδοκίες αλλά και η σχεδίαση του πρέπει να είναι πιο συντηρητικές από την αρχή. Το προσωπικό του ΔΝΤ πρέπει να αντιτάσσεται σε πιέσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους για πιο θετικές προβλέψεις.
– Για να προχωρήσει η ελληνική οικονομία χρειάζεται διεύρυνση της φορολογικής βάσης, ισχυρή εφαρμογή της φορολογικής συμμόρφωσης.
– Η Ελλάδα πρέπει να επανεκκινήσει τις στάσιμες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αφορούν στις αγορές προϊόντων, υπηρεσιών, στα εργασιακά και στα κλειστά επαγγέλματα ώστε να παραμείνει μέλος της Ευρωζώνης.
– Βάρος στην κοινωνική δικαιοσύνη. Η έκθεση υποστηρίζει ότι το πρόγραμμα δεν ήταν κοινωνικά δίκαιο εγείροντας ανησυχίες για την πολιτική βιωσιμότητα των μέτρων που πάρθηκαν.
– Συγκεκριμένη διαδικασία συνεργασίας του Ταμείου με νομισματικές ενώσεις.
Σύμφωνα με την έκθεση, ο μεγαλύτερος κίνδυνος εκτιμάται πως είναι η μεταρρυθμιστική κόπωση, καθώς η ανεργία παραμένει υψηλή ενώ η ανάκαμψη δεν έχει εδραιωθεί. Τονίζει, δε, ότι η άρνηση μεταρρυθμίσεων θα προκαλούσε νέες πιέσεις ρευστότητας στις τράπεζες και θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια χρεοκοπία και έξοδο από την Ευρωζώνη.
Σημαντικός, επίσης, κίνδυνος θεωρείται από το Ταμείο η αδύναμη ανάκαμψη της εσωτερικής ζήτησης λόγω του υψηλού χρέους και των επιπτώσεων της δημοσιονομικής προσαρμογής που βασίστηκε στην πλευρά των εσόδων. Η αδύναμη εσωτερική ζήτηση υπονομεύει την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων περιπλέκοντας την ελάφρυνση του χρέους.
Τέλος, βάσει της έκθεσης το πλέον άσχημο σενάριο που μπορεί να υπάρξει στην ελληνική οικονομία είναι η ακόμα περισσότερη υποβάθμιση του επιπέδου ζωής στο 55% με τάσεις περαιτέρω απόκλισης υποδηλώνοντας μια “μη διατηρήσιμη κατάσταση”.