Νίκος Δένδιας: Για τις επαφές στις ΗΠΑ αναφορικά με την τουρκική προκλητικότητα μίλησε μεταξύ άλλων ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Real News».
«Ενημέρωσα ενδελεχώς τον Αμερικανό ομόλογό μου για το σύνολο των τουρκικών προκλητικών ενεργειών», υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε, αναφερόμενος στην πρόσφατη συνάντησή του με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν στην Ουάσιγκτον.
«Παρουσίασα στον συνομιλητή μου αδιάσειστα τεκμήρια της τουρκικής παραβατικότητας, με χάρτες που απεικονίζουν ξεκάθαρα τι συμβαίνει στο Αιγαίο, αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο».
Όπως επισημαίνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Μπλίνκεν ενημερώθηκε για την έξαρση της τουρκικής παραβατικής συμπεριφοράς, τις τουρκικές προκλήσεις, τις υπερπτήσεις πάνω από το ελληνικό έδαφος και ιδιαίτερα σε κατοικημένες περιοχές.
“Και αυτό σε μια ιστορική συγκυρία κατά την οποία το ΝΑΤΟ πρέπει να συνιστά περισσότερο από ποτέ άλλοτε μία αδιάσπαστη Συμμαχία”, τονίζει χαρακτηριστικά.
Ο κ. Δένδιας αναφέρθηκε επίσης στο casus belli, στο παράνομο και ανυπόστατο “τουρκο-λιβυκό μνημόνιο”, ενώ προβλήθηκε εκ νέου η πάγια θέση της Ελλάδας για προώθηση των διμερών σχέσεων στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας, αρχές τις οποίες ασπάζονται πλήρως οι ΗΠΑ.
“Η χώρα μας λειτουργεί επί τη βάσει αδιαπραγμάτευτων αρχών και αξιών, εδραιώνοντας τη θέση της όχι μόνο απέναντι στις ΗΠΑ, αλλά και σε ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα ως ένας αξιόπιστος σύμμαχος ο οποίος σέβεται και εφαρμόζει τους νόμους και τους κανόνες της διεθνούς τάξης”, σημειώνει ο κ. Δένδιας και προσθέτει: “Σε αντίθεση με την Τουρκία, η οποία συνιστά έναν μη φερέγγυο εταίρο με παράλογες αξιώσεις και δεν διστάζει ενίοτε να παραβεί κανόνες αποκλειστικά προς ίδιον όφελος”.
“Η Ελλάδα αποτελεί μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος, σε αντίθεση με τη γείτονα η οποία με τις αναθεωρητικές της τάσεις και την επαμφοτερίζουσα στάση της εντός του ΝΑΤΟ προκαλεί όχι μόνο τη χώρα μας, αλλά την ίδια την ενότητα και το μέλλον της Συμμαχίας”, υπογραμμίζει.
Ο κ. Δένδιας χαρακτηρίζει την Τουρκία “έναν ‘ιδιόρρυθμο’ εταίρο εντός του ΝΑΤΟ” που “θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά την ίδια τη φύση της διεθνούς έννομης τάξης”.
Σημειώνει πως το πρόβλημα “δεν αφορά αποκλειστικά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά πρωτίστως στον τρόπο με τον οποίο μια αναθεωρητική δύναμη ορθώνει τις μονομερείς αξιώσεις της έναντι εταίρων και συμμάχων της, καταστρατηγώντας βασικές αρχές του Διεθνούς Δικαίου”.
“Η Ελλάδα βρίσκεται σε διαρκή επαγρύπνηση, ενισχύει συμμαχίες και συνέργειες, ενώ παράλληλα επιβεβαιώνει το διαχρονικό ρόλο της ως παράγοντα σταθερότητας και ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή”, αναφέρει.
Όσον αφορά τη θέση των ΗΠΑ για την τουρκική προκλητικότητα και την παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας σημειώνει πως αυτή “είναι δεδομένη” και έχει εκφραστεί σε αρκετές δημόσιες τοποθετήσεις τους, όπως στην Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας και στις επιστολές των Αμερικανών ΥΠΕΞ Πομπέο και Μπλίνκεν, αλλά και στην ανταπόκριση που επιφύλαξε το Κογκρέσο στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
“Ήταν μια μοναδική στιγμή στην νεότερη Ελληνική ιστορία, και ιδιαίτερα για όσους είχαμε την τύχη να την παρακολουθήσουμε διά ζώσης, μια συγκινητική εμπειρία, που υποδηλώνει το επίπεδο των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών”, σημειώνει.
Ο υπουργός Εξωτερικών υπογραμμίζει άλλωστε πως δεν πρέπει να βλέπουμε τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις υπό το πρίσμα μιας “τουρκο-κεντρικής προσέγγισης”, καθώς “έχουν την δική τους δυναμική”.
Ερωτηθείς για την απόφαση Σουηδίας και της Φινλανδίας να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ επισημαίνει ότι η Ελλάδα στηρίζει ένθερμα αυτήν την κυρίαρχη απόφαση.
“Η συμμετοχή της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ θα μας ενδυναμώσει και θα αυξήσει την κοινή μας ασφάλεια”, σημειώνει.
“Παράλληλα θα ενισχύσει την ομάδα των δημοκρατικών χωρών εντός του ΝΑΤΟ που σέβονται το Διεθνές Δίκαιο και καταδικάζουν την απειλή ή χρήση βίας. Ομάδα στην οποία ανήκει η συντριπτική πλειοψηφία των Συμμάχων, δυστυχώς με μία εξαίρεση”, προσθέτει χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, υπογραμμίζει πως για να τελειώσει θα πρέπει να υπάρξει μια διαρκής και βιώσιμη λύση, που μπορεί να είναι “μόνο μία διπλωματική λύση”, “προϊόν διαλόγου και θα σέβεται τις βασικές αρχές του Διεθνούς Δικαίου και βεβαίως θα μπορεί να γίνει αποδεκτή από την ουκρανική πλευρά”.
“Δυστυχώς, όμως, φαίνεται ότι βρισκόμαστε ακόμα μακριά από μια τέτοια εξέλιξη”, σημειώνει. “Θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι ακόμα και για μια σύγκρουση διαρκείας, με όποιες επιπτώσεις θα έχει αυτή τόσο στην ίδια την Ουκρανία, όσο και στην Ευρώπη γενικότερα”.
Ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε ακόμη στη δυνατότητα να γίνει περιφερειακός ενεργειακός κόμβος, και στη συστηματική εργασία που γίνεται προς αυτή την κατεύθυνση, “μέσα από ένα πλέγμα στρατηγικών υποδομών που είτε έχουν κατασκευαστεί, είτε κατασκευάζονται, πολλές φορές σε συνεργασία με άλλες χώρες της περιοχής, στη βάση πάντα των αρχών του Διεθνούς Δικαίου”.
“Πρόκειται για έργα που αναβαθμίζουν καθοριστικά το γεωπολιτικό αποτύπωμα και τον ρόλο της Ελλάδας, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της επιτακτικής ανάγκης για ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία”, σημειώνει και προσθέτει πως αυτό αναγνωρίστηκε από τον κ. Μπλίνκεν.
Τέλος, αναφερόμενος στο Κυπριακό, υπενθύμισε πως ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο πλαίσιο λύσης του, στην ομιλία του στο Κογκρέσο, αναφορά, η οποία έγινε δεκτή με χειροκροτήματα.
“Την λεγόμενη λύση των δύο κρατών, η οποία είναι εκτός του πλαισίου των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας, δεν την απορρίπτουμε μόνο εμείς οι Έλληνες. Την απορρίπτει κατηγορηματικά το σύνολο της Διεθνούς Κοινότητας”.
Τονίζει δε πως η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών πρόσφατα επανέλαβε ξεκάθαρα ότι “η στάση της χώρας της δεν έχει αλλάξει, παρά τις διάφορες, αστήρικτες, όπως φάνηκε φημολογίες”.
Επισημαίνει πως η Τουρκία και η τουρκο-κυπριακή κοινότητα κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι ξεκίνησαν εκ νέου εργασίες στα Βαρώσια.
“Η εξέλιξη αυτή απομακρύνει ακόμα περισσότερο την προοπτική μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης και βεβαίως αποτελεί σαφή παραβίαση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας 550 και 789”, καταλήγει.